Δευτερεύουσες Ονοματικές Προτάσεις
Δευτερεύουσα πρόταση λέγεται η πρόταση που δεν μπορεί να σταθεί μόνη της στο λόγο, αλλά εξαρτάται από μια κύρια ή από μια άλλη δευτερεύουσα της οποίας συμπληρώνει το νόημα· χρησιμοποιείται ως όρος της πρότασης από την οποία εξαρτάται.
οι ειδικές, οι ενδοιαστικές, οι πλάγιες ερωτηματικές και κάποιες από τις αναφορικές λειτουργούν σαν ονόματα, δηλαδή
χρησιμοποιούνται ως υποκείμενο, αντικείμενο, κατηγορούμενο ή προσδιορισμός. Για το λόγο αυτό ονομάζονται ονοματικές.
Δευτερεύουσα πρόταση λέγεται η πρόταση που δεν μπορεί να σταθεί μόνη της στο λόγο, αλλά εξαρτάται από μια κύρια ή από μια άλλη δευτερεύουσα της οποίας συμπληρώνει το νόημα· χρησιμοποιείται ως όρος της πρότασης από την οποία εξαρτάται.
οι ειδικές, οι ενδοιαστικές, οι πλάγιες ερωτηματικές και κάποιες από τις αναφορικές λειτουργούν σαν ονόματα, δηλαδή
χρησιμοποιούνται ως υποκείμενο, αντικείμενο, κατηγορούμενο ή προσδιορισμός. Για το λόγο αυτό ονομάζονται ονοματικές.
1 .Ειδικές προτάσεις
Εισάγονται: α)
με το ὅτι (αντικειμενική
κρίση-πραγματικό γεγονός)
β) με το ὡς (υποκειμενική
κρίση)
Συντακτική θέση:
α) υποκείμενο απρόσωπων ρημάτων ή απρόσωπων εκφράσεων
β) αντικείμενο σε ρήματα
λεκτικά, δεικτικά, γνωστικά, αισθητικά
γ) επεξήγηση (σνθ .τοῦτο
ταῦτα): η ειδική πρόταση συμπληρώνει την έννοια του ουσιαστικού.
Εκφέρονται με έγκλιση των
προτάσεων κρίσεως :
1.απλή οριστική (πραγματικό)
2. δυνητική οριστική (μη
πραγματικό)
3. δυνητική ευκτική (δυνατό να
γίνει στο παρόν ή στο μέλλον)
4. ευκτική του πλάγιου λόγου,
όταν εξαρτάται από ιστορικό χρόνο και δηλώνει ταυτόχρονα το πραγματικό σαν
υποκειμενική γνώμη.
Οι φράσεις: οἶδ’
ὅτι(=το ξέρω, βέβαια), εὖ οἶδ’ ὅτι(=το ξέρω καλά, βεβαιότατα), δῆλον ὅτι
(=προφανώς) έγιναν στερεότυπες βεβαιωτικές επιρρηματικές εκφράσεις. Βρίσκονται
συνήθως στο τέλος της πρότασης.
Κατά το περιεχόμενο:
Κατά το περιεχόμενο:
Κατά το περιεχόμενό τους είναι προτάσεις κρίσης.
Δέχονται άρνηση οὐ
Εξαρτώνται από ρήματα:
λεκτικά: φημί, λέγω, ἀναγγέλλω, ἀπαγγέλλω, ἀποκρίνομαι, διδάσκω, βοῶ, διηγοῦμαι, κηρύττω, δηλῶ,
γνωστικά: γιγνώσκω, οἶδα, ἀναμιμνήσκομαι, μανθάνω, ἐπίσταμαι, λογίζομαι, ἐνθυμοῦμαι,
αισθητικά: αἰσθάνομαι, ὁρῶ, ἀκούω,
δεικτικά: δείκνυμι, ἀποδείκνυμι, ἐπιδείκνυμι
Χρησιμοποιούνται ως
υποκείμενο των απρόσωπων ρημάτων ή εκφράσεων, όπως: λέγεται, ἀγγέλλεται, μαρτυρεῖται, δέδεικται, δῆλόν ἐστι, ἄδηλόν ἐστι, φανερόν ἐστι, σαφές ἐστι κ.ά., π.χ.
Οὐ γὰρ ἠγγέλθη αὐτοῖς ὅτι τεθνηκότες εἶεν. > υποκείμενο
(= Γιατί δεν ανακοινώθηκε σ' αυτούς ότι είχαν φονευτεί.)
αντικείμενο σε ρήματα λεκτικά (λέγω, διδάσκω, ἀγγέλλω, δηλῶ, ἀποκρίνομαι κ.ά.), δεικτικά (δείκνυμι, ἀποδείκνυμι κ.ά.), γνωστικά και αισθητικά (γιγνώσκω, οἶδα, μανθάνω, ἐπίσταμαι, πυνθάνομαι, αἰσθάνομαι, ἀκούω κ.ά.), π.χ.
Οὗτοι ἔλεγον ὅτι Κῦρος τέθνηκεν. > αντικείμενο
(= Αυτοί έλεγαν ότι ο Κύρος έχει πεθάνει.)
Πυνθάνομαι ὡς χρήματα εἴληφεν Aἰσχίνης. > αντικείμενο
(Πληροφορούμαι ότι τάχα πήρε λεφτά ο Αισχίνης.)
επεξήγηση σε όρο της προηγούμενης πρότασης, συνήθως σε δεικτική αντωνυμία ουδέτερου γένους, π.χ.
Ταῦτα λέγω, ὡς τὸ παράπαν οὐ νομίζεις θεούς. > επεξήγηση στην αντωνυμία ταῦτα
(= Αυτά ισχυρίζομαι, ότι δηλαδή δεν παραδέχεσαι εντελώς τους θεούς.
Iσοδύναμες συντακτικές μορφές: Οι ειδικές προτάσεις ισοδυναμούν συντακτικά με ειδικό απαρέμφατο ή κατηγορηματική μετοχή, ανάλογα με το πώς συντάσσεται το ρήμα εξάρτησης, και μπορούν να αντικατασταθούν από αυτά:
Πυνθάνομαι ὅτι Ἀρταξέρξης πλησίον ἐστί. → Πυνθάνομαι Ἀρταξέρξην πλησίον εἶναι.
Γιγνώσκω ὅτι τὸ θεῖον ἀλάθητόν ἐστι. → Γιγνώσκω τὸ θεῖον ἀλάθητον ὄν.
2.Ενδοιαστικές προτάσεις
Εισάγονται με: α) μή, σπανίως, ὅπως μή (φόβος
μήπως γίνει κάτι ανεπιθύμητο)
β) μή οὐ (φόβος
μήπως δε γίνει κάτι επιθυμητό)
Εκφέρονται με: α)
υποτακτική (προσδοκώμενο φόβος)
β) οριστική (φόβος πραγματικός)
γ) δυνητική οριστική (φόβος μη
πραγματικός)
δ) ευκτική του πλαγίου λόγου
(αν εξαρτάται από ρήμα Ι.Χ και δηλώνεται προσδοκώμενος φόβος σαν
υποκειμενική γνώμη)
ε) δυνητική ευκτική (φόβος
δυνατός στο παρόν ή στο μέλλον)
* Συντακτική θέση: υποκείμενο,
αντικείμενο, επεξήγηση
Κατά το περιεχόμενό τους είναι κυρίως προτάσεις επιθυμίας.
Δέχονται άρνηση οὐ
Εξαρτώνται από ρήματα που φανερώνουν:
φόβο, δισταγμό, ανησυχία, επιφύλαξη: φοβοῦμαι, δέδοικα ή δέδια, ὀκνῶ, ὁρῶ, προσέχω, ὑποπτεύω ή
από παρόμοιες απρόσωπες εκφράσεις: δεινόν ἐστι, δέος ἐστί, κίνδυνός ἐστι, φόβος ἐστί, φοβερόν ἐστι, ὑποψία ἐστίν, τρόμος ἔχει με...
Χρησιμοποιούνται ως:
αντικείμενο σε ρήματα που δηλώνουν φόβο, δισταγμό, ανησυχία (φοβοῦμαι, δέδοικα, ὀκνῶ, ὁρῶ, προσέχω, ὑποπτεύω κ.ά.)
Δέδιμεν μή οὐ βέβαιοι ἦτε. > αντικείμενο
(= Φοβόμαστε μήπως δεν είστε σταθεροί.)
υποκείμενο σε απρόσωπες εκφράσεις ανάλογης σημασίας με τα παραπάνω ρήματα (δεινόν ἐστι, δέος ἐστί, κίνδυνός ἐστι, φόβος ἐστί, φοβερόν ἐστι κ.τ.ό.)
Κίνδυνός ἐστι μὴ μεταβάλωνται και γένωνται μετὰ τῶν πολεμίων. > υποκείμενο
(= Υπάρχει κίνδυνος μήπως αλλάξουν διαθέσεις και ταχθούν με το μέρος των εχθρών.)
επεξήγηση σε όρο της προηγούμενης πρότασης, κυρίως σε δεικτική αντωνυμία ουδέτερου γένους
Τόδε ἄδηλον παντί, μὴ πολλὰ σώματα κατρίψασα ἡ ψυχή τὸ τελευταῖον αὐτὴ ἀπολλύηται. > επεξήγηση στο τόδε.
(= Αυτό είναι άγνωστο στον καθένα, μήπως δηλ. η ψυχή αφού εξαντλήσει πολλά σώματα στο τέλος και αυτή η ίδια χάνεται.)
Iσοδύναμες συντακτικές μορφές Τα ρήματα που δηλώνουν φόβο συντάσσονται συνήθως και με: α) πλάγια ερωτηματική πρόταση· β) αιτιολογική πρόταση· γ) αναφορική ονοματική πρόταση· δ) τελικό απαρέμφατο· ε) έναρθρο απαρέμφατο· στ) ουσιαστικό.
3. Πλάγιες Ερωτηματικές
προτάσεις
Εξαρτώνται από ρήματα:α)
απορίας
β) άγνοιας – γνώσης
γ) αίσθησης
δ) ερώτησης
ε) φροντίδας – επιμέλειας
Εισάγονται:
Οι πλάγιες ερωτηματικές ολικής άγνοιας
όταν είναι μονομερείς με το: εἰ
όταν είναι διμερείς με τα: εἰ - ἤ, εἴτε - εἴτε, πότερον - ἤ, πότερα - ἤ
Οι πλάγιες ερωτηματικές μερικής άγνοιας
με τις ερωτηματικές αντωνυμίες: τίς, πότερος, πόσος, ποῖος, πηλίκος,ποδαπὸς
με τις αναφορικές αντωνυμίες: ὅς, ὅστις, ὁπότερος, ὅσος, ὁπόσος, οἷος, ὁποῖος, ἡλίκος, ὁπηλίκος, ὁποδαπός.
με τα ερωτηματικά επιρρήματα: ποῦ, ποῖ, πόθεν, πῇ, πῶς
με τα αναφορικά επιρρήματα: οὗ, ὅπου, οἷ, ὅποι, ὁπόθεν, ᾗ, ὅπῃ, ὡς, ὅπως
Διακρίνονται σε:
α) πλάγιες ερωτηματικές ολικής άγνοιας, δηλαδή αυτές που δέχονται ως απάντηση ναι ή όχι, π.χ.
- Ἐρωτᾷ εἰ ἦλθον οἱ πρέσβεις.Για να βρούμε την απάντηση πιο εύκολα μετατρέπουμε την πλάγια ερώτηση σε ευθεία: Ἦλθον οἱ πρέσβεις; Η απάντηση θα είναι: ναι ή όχι.
- Με ρώτησε αν με αγαπάει.Για να βρούμε την απάντηση πιο εύκολα μετατρέπουμε την πλάγια ερώτηση σε ευθεία: Με αγαπάς; Η απάντηση θα είναι: ναι ή όχι
Οι πλάγιες ερωτηματικές ολικής άγνοιας διακρίνονται σε μονομερείς(μονομελείς), δηλαδή όταν έχουν ένα μέρος (μέλος), άρα ζητείται η απάντηση σε ένα ερώτημα ή διμερείς (διμελείς), δηλαδή όταν έχουν δύο μέρη (μέλη), άρα ζητείται η απάντηση ανάμεσα σε δύο ερωτήματα.
- Ἠρώτων αὐτὸν εἰ ἀναπλεύσειεν ἔχων ἀργύριον. > Μονομερής
- Ἐβουλεύοντο οἱ Πλαταιεῖς εἴτε κατακαύσωσιν αὐτοὺς εἴτε τι ἄλλο χρήσωνται. > Διμερής
β) σε πλάγιες ερωτηματικές μερικής άγνοιας, δηλαδή αυτές που δέχονται κάθε άλλη απάντηση εκτός από ναι ή όχι, π.χ.
- Ἐρήσομαι ὅστις ἐστίν ὁ διδάσκαλος.Για να βρούμε την απάντηση πιο εύκολα μετατρέπουμε την πλάγια ερώτηση σε ευθεία: Τὶς ἔστιν ὁ διδάσκαλος; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι ναι ή όχι.
Εκφέρονται με :
1.απλή οριστική (πραγματικό)
2. δυνητική οριστική (μη
πραγματικό)
3. δυνητική ευκτική (δυνατό να
γίνει στο παρόν ή στο μέλλον)
4. ευκτική του πλάγιου λόγου,
όταν εξαρτάται από ιστορικό χρόνο και δηλώνει ταυτόχρονα το πραγματικό σαν
υποκειμενική γνώμη.
5. απορηματική υποτακτική
(δηλώνουν απορία)
Συντακτική θέση:
υποκείμενο, αντικείμενο, επεξήγηση
Πλάγιες ερωτηματικές του
τρόπου
Εξαρτώνται από
ρήματα φροντίδας- επιμέλειας κ.τ.όΧρησιμεύουν ως:
Αντικείμενο των ρημάτων που αναφέρθηκαν προηγουμένως
Υποκείμενο των απροσώπων ρημάτων και εκφράσεων
Επεξήγηση συνήθως αντωνυμιών ή άλλων λέξεων της κύριας πρότασης
Αντικείμενο των ρημάτων που αναφέρθηκαν προηγουμένως
Υποκείμενο των απροσώπων ρημάτων και εκφράσεων
Επεξήγηση συνήθως αντωνυμιών ή άλλων λέξεων της κύριας πρότασης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου