Πέμπτη 20 Ιουνίου 2019

Δευτερεύουσες Επιρρηματικές Προτάσεις

Δευτερεύουσες Επιρρηματικές Προτάσεις

Δευτερεύουσες Επιρρηματικές Προτάσεις

Αποτέλεσμα εικόνας για αρχαια

1. Χρονικές προτάσεις

Χρονικές λέγονται οι δευτερεύουσες προτάσεις που εκφράζουν χρόνο.

Εισάγονται γενικά με:

α) τους χρονικούς συνδέσμουςς (= αφού, μόλις), τε (= όταν), πότε (= όταν, τότε που), πε (= αφού, αφότου), πειδ (= αφού, αφότου), ως (= μέχρις ότους, ώσπου), στε (= μέχρι), νίκα, πηνίκα (= τη στιγμή που, ενώ), πρν
β) τα χρονικά επιρρήματα: σάκις, ποσάκις
γ) τις εμπρόθετες αναφορικές εκφράσεις: ξ’ ο, ξ’ του, φ’, φ΄ του, ν , μέχρι ο, χρι ο, ως ο
δ) τις φράσεις: πε πρτον, πε τάχιστα, πειδ τάχιστα, ς τάχιστα, ο πρότερον ...πρίν, ο πρόσθεν ...πρν

Χρονικές βαθμίδες και τρόπος που εισάγονται
Οι χρονικές προτάσεις εκφράζουν τις χρονικές βαθμίδες του προτερόχρονου, σύγχρονου και υστερόχρονου.
Κατά το προτερόχρονο η πράξη της χρονικής πρότασης προηγείται χρονικά της πράξης της κύριας πρότασης.
Κατά το σύγχρονο η πράξη της χρονικής πρότασης γίνεται ταυτόχρονα με την πράξη της κύριας πρότασης.
Κατά το υστερόχρονο η πράξη της χρονικής πρότασης γίνεται μετά από την πράξη της κύριας πρότασης.

Αναλυτικά
Όταν εκφράζουν το προτερόχρονο, εισάγονται:
α) με τους χρονικούς συνδέσμους: ς (= αφού, μόλις), πεί (= αφού, αφότου), πειδή (= αφού, αφότου)
β) τις χρονικές εκφράσεις: πε τάχιστα (= αμέσως μόλις, όταν), πειδ τάχιστα (= αμέσως μόλις, όταν), πειδ πρτον, φ' ο (= αφού, αφότου), ξ ο (= αφού, αφότου), ξ του (= αφού, αφότου), φ' του (= αφού, αφότου), πρν + έγκλιση.
Μεταφράζονται γενικά με το αφού + οριστική.
ς δ Διόνυσος νιστάμενος συνανέστησε μεθ' αυτο τν ριάδνην, κ τούτου δ φιλούντων τε κα σπαζομένων λλήλους σχήματα παρν θεάσασθαι
(= Κι αφού ο Διόνυσος σηκώθηκε και έδωσε το χέρι του στην Αριάδνη για να σηκωθεί και αυτή, εκεί πια παρουσίασαν την ενσάρκωση των εραστών που φιλούν και αγκαλιάζουν ο ένας τον άλλο.)

πε δ' χειμν ληγεν, ο θηναοι πλευσαν ες Προκόννησον.
(= Αφού τέλειωνε ο χειμώνας, οι Αθηναίοι πλευσαν στην Προκόννησο.)
πειδή τοτο τ ψήφισμα ψηφίσθη, ρχονται π τν γόρατν ες τν Πειραι.
(= Αφού εγκρίθηκε αυτό το ψήφισμα, έρχονται στον Πειραιά να συλλάβουν τον Αγόρατο.)
φ' του πολέμιοι γεγενήμεθα, ουδες μν συμμαχε.
(= Αφότου έχουμε γίνει εχθροί, κανείς δε συμμαχεί μαζί σας.) 
Οτε τότε Κύρ θελεν έναι, πρν γυν ατν πεισε.
(= Ούτε τότε ήθελε να πάει στον Κύρο, παρά αφού τον έπεισε η γυναίκα του.)

Όταν εκφράζουν το σύγχρονο, εισάγονται:
α) με τους χρονικούς συνδέσμους: τε, πότε (= όταν, τότε που), ως, στε, μέχρι, χρι (= μέχρις ότου, ώσπου), νίκα, πηνίκα (= τη στιγμή που, ενώ)
β) με τα χρονικά επιρρήματα: σάκις, ποσάκις (= κάθε φορά που)
γ) με τις αναφορικές εκφράσεις: σον χρόνον, ν ν σ (= ενώ, καθώς, στο διάστημα που)
τε ναυμαχία γένετο, τυχεν ν βύδ ν.
(= Όταν έγινε η ναυμαχία, έτυχε να βρίσκεται στην Άβυδο.)
πότε χειμν εη νοτερός, πέλειπον τς πάλξεις.
(= Κάθε φορά που επικρατούσε κακοκαιρία, εγκατέλειπαν τις επάλξεις.) 
Ατο διατρίψωμεν, ως ν φς γένηται.
(= Ας μείνουμε εδώ, ώσπου να ξημερώσει.)
σάκις θήναζε φικοίμην, πανηρώτων τν Σωκράτη.
(= Κάθε φορά που ερχόμουν στην Αθήνα, ρωτούσα πάλι το Σωκράτη.) 
ν σ τατ' πράττετο, παμεινώνδας ξει.
(= Καθώς γίνονταν αυτά, ο Επαμεινώνδας εκστράτευε.)

Όταν εκφράζουν το υστερόχρονο, εισάγονται:
α) με τους χρονικούς συνδέσμους: ως, στε,χρι, μέχρι, πρν + απαρέμφατο (= προτού να)
β) με τις εμπρόθετες αναφορικές εκφράσεις: μέχρι οχρι ο, μέχρι του, χριτου (= μέχρις ότου, έως ότου)
Σπονδς ποιήσαντο, ως παγγελθείη τ λεχθέντα ες Λακεδαίμονα.
(= Έκαναν συνθήκες μέχρις ότου να αναγγελθούν στη Λακεδαίμονα αυτά που ειπώθηκαν.) 
Περιμένετε, στε ν λθ.
(= Περιμένετε, μέχρι να έλθει.)
Τατα ποίουν, μέχρι σκότος γένετο.
(= Αυτά έκαναν, μέχρις ότου σκοτείνιασε.)
Γγραφε δ κα τατα ατς Θουκυδδης θηναος ξς, ς καστα γνετο, κατ θρη κα χειμνας, μχρι ο τν τε ρχν κατπαυσαν τν θηναων Λακεδαιμνιοι κα ο ξμμαχοι...)
(= Ο αυτός Θουκυδίδης ο Αθηναίος έγραψε και την ιστορία των γεγονότων αυτών με τη σειρά που έγιναν αυτά κάθε καλοκαίρι και χειμώνα, μέχρις ότου οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοί τους κατέλυσαν τη Αθηναϊκή ηγεμονία...)
Κατά το περιεχόμενό τους είναι προτάσεις κρίσης, σε πολλές περιπτώσεις όμως εκφράζουν και επιθυμία.

Δέχονται άρνηση ο, όταν το ρήμα τους βρίσκεται σε οριστική· όταν το ρήμα τους βρίσκεται σε υποτακτική ή ευκτική δέχονται άρνηση μή.

Εκφέρονται με:
οριστική, όταν δηλώνουν πραγματικό γεγονός:
τε ναυμαχία γένετο, τυχεν ν βύδ ν.
(= Όταν έγινε η ναυμαχία, έτυχε να βρίσκεται στην Άβυδο.)

Ειδικές περιπτώσεις: Μερικές φορές οι χρονικές προτάσεις που εκφέρονται με οριστική περιέχουν και υπόθεση. Στην περίπτωση αυτή ο υποθετικός λόγος μπορεί να δηλώνει:

α) το πραγματικό
τ' ετυχες (ε ετυχες), μ μέγα φρόνει.
(= Όταν (αν) ευτυχείς, μη μεγαλοφρονείς)

β) το αντίθετο του πραγματικού
πότε (ε ποτε) κενο γνωμεν, κανς ν εχεν μν.
(Όποτε (αν ποτέ) γνωρίζαμε εκείνο, το πρόβλημά μας θα λυνόταν.)
υποτακτική:
Στην περίπτωση αυτή οι σύνδεσμοι τε, πότε, πεί, πειδή συνοδεύονται από το αοριστολογικό ν, ενώνονται με αυτό σε μια λέξη και γίνονται ταν, πόταν, πάν(ή πήν), πειδάν. Με τους άλλους χρονικούς συνδέσμους το ν δεν ενώνεται σε μια λέξη.

Οι χρονικές προτάσεις που εκφέρονται με υποτακτική εκφράζουν:
α) το προσδοκώμενο· το ρήμα της κύρια πρότασης βρίσκεται σε οριστική μέλλοντα ή προστακτική.
πειδν πόλεμος παρέλθποδώσομεν μν τατα.
(= Όταν περάσει ο πόλεμος, θα σας τα επιστρέψουμε.)
β) την αόριστη επανάληψη στο παρόν ή στο μέλλον· στην περίπτωση αυτή το ρήμα της κύριας πρότασης βρίσκεται σε οριστική ενεστώτα.
ταν βορρς πνέ, καλοί πλο εσιν.
(= Όταν φυσάει βοριάς, είναι ωραία τα ταξίδια.)
ευκτική:
α) αόριστη επανάληψη στο παρελθόν· στην περίπτωση αυτή το ρήμα της κύριας πρότασης βρίσκεται σε οριστική παρατατικού ή δυνητική οριστική. Οι προτάσεις αυτές ονομάζονται χρονικοϋποθετικές, επειδή συγγενεύουν με τις αντίστοιχες υποθετικές προτάσεις (6ο είδος).
σάκις θήναζε φικοίμην, πανηρώτων τν Σωκράτη.
(= Κάθε φορά που ερχόμουν στην Αθήνα, ρωτούσα πάλι το Σωκράτη.)
β) απλή σκέψη του λέγοντος· στην περίπτωση αυτή το ρήμα της κύριας πρότασης βρίσκεται σε δυνητική ευκτική· ισοδυναμούν με τις υποθετικές προτάσεις 5ου είδους.
πότε τν μισθν χοιμεν, πίοιμεν ν.
(= Όταν έχουμε το μισθό, μπορούμε να φύγουμε.)
ευκτική του πλάγιου λόγου (αντί της υποτακτικής), όταν στην κύρια πρόταση έχουμε ρήμα ιστορικού χρόνου.
Σπονδς ποιήσαντο, ως παγγελθείη τ λεχθέντα ες Λακεδαίμονα.
(= Έκαναν συνθήκες μέχρις ότου να αναγγελθούν στη Λακεδαίμονα αυτά που ειπώθηκαν.)
Η σύνταξη του συνδέσμου πρν

Ο σύνδεσμος πρν συντάσσεται: α) με έγκλιση, συνήθως μετά από αρνητική πρόταση και δηλώνει το προτερόχρονο β) με απαρέμφατο, συνήθως ύστερα από καταφατική πρόταση και δηλώνει γεγονός ενδεχόμενο και υστερόχρονο

α) έγκλιση:
οριστική ιστορικού χρόνου, όταν δηλώνει το πραγματικό. Μεταφράζεται με: παρά αφού, ως ότου + οριστική
Ο πρότερον θέλησεν πελθεν, πρν ατν ξήλασαν.
(= Δε θέλησε πρωτύτερα να φύγει, παρά αφού τον εξόρισαν)
υποτακτική + αν αοριστολογικό. Η πρόταση είναι χρονικοϋποθετική και δηλώνει το προσδοκώμενο ή το αόριστα επαναλαμβανόμενο στο παρόν ή στο μέλλον. Μεταφράζεται με: προτού να, πριν να + υποτακτική
Μ πέλθητε, πρν ν ακούσητε.
(=  Μη φύγετε, πριν να ακούσετε.)
ευκτική του πλάγιου λόγου ύστερα από ρήματα ιστορικού χρόνου
Οκ φίεσαν πρν παραθεεν ατος ριστον.
(= Δεν τους άφηναν να φύγουν πριν τους παραθέσουν πρόγευμα.)
β) απαρέμφατο. Μεταφράζεται με: προτού να, πριν να + υποτακτική
Οτοι ον διέβησαν, πρν τος λλους ποκρίνασθαι.
(= Αυτοί λοιπόν πέρασαν προτού να αποκριθούν οι άλλοι.)

Χρησιμεύουν ως: επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου του ρήματος της κύριας πρότασης.

Ισοδυναμούν με:χρονική μετοχή, εμπρόθετο προσδιορισμό του χρόνου, γενική του χρόνου, δοτική του χρόνου, αιτιατική του χρόνου, χρονικά επιρρήματα, επιρρηματικό κατηγορούμενο του χρόνου.

Αποτέλεσμα εικόνας για αρχαια
2. Αιτιολογικές προτάσεις

Αιτιολογικές λέγονται οι δευτερεύουσες προτάσεις που εκφράζουν αιτία. Μεταξύ της αιτιολογικής πρότασης και της κύριας υπάρχει η σχέση του αιτίου και του αποτελέσματος, δηλαδή η αιτιολογική εκφράζει την αιτία και η κύρια το αποτέλεσμα.

Εισάγονται:
α) με τους αιτιολογικούς συνδέσμους τι, διότι, ς (= διότι, για τον λόγο ότι, επειδή, γιατί, εφόσον), πεί, πειδή, διόπερ, διότι περ, (= διότι ακριβώς, διότι βέβαια) πείπερ, πειδήπερ, (= επειδή ακριβώς, επειδή βέβαια)
β) με το ε (= που, αφού, επειδή)
γ) σπανιότερα με τους χρονικούς συνδέσμους τε, πότε (= αφού)


Παρατηρήσεις:
Ο σύνδεσμος τι εκφράζει αντικειμενική αιτία και κανονικά βρίσκεται μετά από ρήματα που εκφράζουν ψυχικό πάθος: δομαι, θαυμάζω, χαίρω, χάριν χω, χαρίζομαι, γαπ, ασχύνομαι, πιτιμ, ή μετά από τις φράσεις: ασχρν στι, δεινν στι, γαπητν στι, θαυμαστν στι, πλημμελς στιν.

Μετά τα παραπάνω ρήματα και εκφράσεις εισάγει αιτιολογικές προτάσεις υποθετικής αιτιολογίας και ο σύνδεσμος ε. Οι προτάσεις αυτές μπορεί να χρησιμοποιηθούν και ως υποκείμενα απρόσωπων εκφράσεων που δηλώνουν ψυχικό πάθος. Κανονικά ακολουθούν την κύρια πρόταση, σε αντίθεση με τις υποθετικές προτάσεις οι οποίες προηγούνται. Διακρίνονται επίσης από τις πλάγιες ερωτηματικές εξαιτίας της εξάρτησής τους από διαφορετικής σημασίας ρήματα. Παίρνουν άρνηση μή ή ο.

Ο σύνδεσμος ς εκφράζει υποκειμενική αιτία.

Οι σύνδεσμοι ς και πεί εισάγουν κύρια πρόταση που αιτιολογεί τα προηγούμενα μετά από τελεία ή άνω τελεία κι αν δεν ακολουθεί βεβαίως άλλη πρόταση.


Ξενοφντα τιντο, τι δίωκεν π τς φάλαγγος.
(= Κατηγορούσαν τον Ξενοφντα, διότι τους απομάκρυνε από τη φάλαγγα.)
Μ θαυμάζετε, τι χαλεπς φέρω τος παρούσι πράγμασι.
(= Μην απορείτε, επειδή αγανακτώ με την παρούσα κατάσταση.) 
Ο πολλ δέω χάριν χω τ κατηγόρτι μοι παρεσκεύασε τν γνα τουτονί.
(= Σχεδόν χρωστώ ευγνωμοσύνη στον κατήγορο, γιατί μου ετοίμασε αυτή τη δίκη.) 
γορτου δ πεψηφσαντο, διτι δκει προθμως τοτους πολλναι.
(= Τον Αγόρατον τον αθώωσαν, διότι τους φαινόταν ότι πρόθυμα φόνευσε αυτούς τους άνδρες.)
 μν δ' γέλασσε φίλον κρ, ς νομ' ξαπάτησεν μν κα μτις μύμων
(= η δική μου καρδιά όμως γέλασε για το πώς τους παραπλάνησε το όνομά μου και το άψογο τέχνασμα.)
πε δ οκ θελον καθαιρεν τ τείχη, φρουρν φαίνουσιν π' ατούς.
(= Επειδή δεν ήθελαν να κατεδαφίσουν τα τείχη, τους κήρυξαν τον πόλεμο.)
Νν δπειδ οκ θέλεις κα μοί τις σχολία στίν, πειμι·
(= Και τώρα, επειδή δε θέλεις, κι εγώ έχω κάποια δουλειά, θα φύγω·) 
Θαυμάζω δ' γωγε, ε μηδες μν μήτ' ένθυμεται μήτ' ργίζεται.
(= Εγώ τουλάχιστον απορώ, γιατί κανείς από σας ούτε θυμάται ούτε οργίζεται.) 
Ο θαυμαστόν ε μ τούτων νεθυμήθησαν;
(= Δεν είναι παράδοξο που δε θυμήθηκαν αυτά;)
Φε <σου>, λλς, πτε ο νν τεθνηκτες κανο σαν ζντες νικν μαχμενοι πντας τος βαρβρους.
(= Αλοίμονο, Ελλάδα, γιατί οι τωρινοί νεκροί, αν ζούσαν, μπορούσαν να νικήσουν πολεμώντας όλους τους βαρβάρους.) 
ς χρ σ περ πολλο ποιεσθαι τν φρόνησιν. > κύρια
(= Γιατί πρέπει να θεωρείς σημαντική τη φρόνηση.) 
Νν δ, πειδ οκ θέλεις κα μο τις σχολία στίν, πειμι· πεί κα τατ' ν σως οκ ηδς σου κουν. > κύρια
(= Και τώρα, επειδή δε θέλεις, κι εγώ έχω κάποια δουλειά, θα φύγω· γιατί και αυτά με ευχαρίστηση θα τα άκουα από σένα.)

Κατά το περιεχόμενό τους είναι προτάσεις κρίσης.

Δέχονται άρνηση ο

Εκφέρονται με:
οριστική, όταν δηλώνουν αίτιο πραγματικό:
Ξενοφντα τιντο, τι δίωκεν π τς φάλαγγος.
(= Κατηγορούσαν τον Ξενοφντα, διότι τους απομάκρυνε από τη φάλαγγα.)
δυνητική οριστική, όταν δηλώνουν αίτιο δυνατό στο παρελθόν ή μη πραγματικό:
Οκ λεγε τς μς πράξεις, τι δείκνυεν ν τν μν ρετήν.
(= Δεν έλεγε τις πράξεις μου, γιατί θα έδειχνε την αρετή μου.)
δυνητική ευκτική, όταν δηλώνουν αίτιο δυνατό στο παρόν ή στο μέλλον:
Δέομαι ον σου παραμεναι μν, ς γ οδ' ν νς διον κούσαιμι  σο.
(= Σε παρακαλώ λοιπόν να μείνεις μαζί μας, γιατί εγώ κανέναν άλλο δε θα άκουα με μεγαλύτερη ευχαρίστηση εκτός από σένα.)
ευκτική του πλάγιου λόγου, όταν εξαρτώνται από ρήμα ιστορικού χρόνου:
Ο στρατηγο θαύμαζον, τι Κρος ο φαίνοιτο.
(= Οι στρατηγοί απορούσαν γιατί ο Κύρος δε φαινόταν.)

Χρησιμεύουν ως: επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας του ρήματος της κύριας πρότασης· για το λόγο αυτό ακολουθούν την κύρια πρόταση. Σπανίως χρησιμοποιούνται και ως επεξήγηση σε εμπρόθετο προσδιορισμό της αιτίας.
Δι τοτο κρίνεται, τι παρ τος νόμους δημηγορε.
Ισοδυναμούν με: αιτιολογική μετοχή, εμπρόθετο προσδιορισμό της αιτίας, γενική της αιτίας, δοτική της αιτίας, αιτιατική της αιτίας.
 Î£Ï‡ÎµÏ„ική εικόνα
3. Τελικές προτάσεις

Τελικές λέγονται οι δευτερεύουσες προτάσεις που εκφράζουν σκοπό (α.ε. τέλος = σκοπός), το τελικό αίτιο, το στόχο που εκφράζεται στην κύρια πρόταση.

Εισάγονται:
με τους τελικούς συνδέσμους να, πως, ς (= για να)
Κύνας τρέφομεν, να φυλάττωσι τς οκίας.
(= Εκτρέφουμε σκύλους, για να φυλάνε τα σπίτια.)

Ξενοφν γετο πρς τν φανερν κβασιν, πως ταύτ τ δ ο πολέμιοι προσέχοιεν τν νον.
(= Ο Ξενοφώντας βάδιζε προς το φανερό πέρασμα, για να προσέχουν οι εχθροί αυτό το δρόμο.)

δει τ νέχυρα τότε λαβεν μς, ς μ δύνατο Σεύθης ξαπατν.
(= Έπρεπε εμείς τότε να πάρουμε τις εγγυήσεις, για να μην μπορούσε ο Σεύθης να μας εξαπατά.)

Κατά το περιεχόμενό τους είναι προτάσεις επιθυμίας.

Δέχονται άρνηση μ

Εκφέρονται με:
υποτακτική, όταν δηλώνουν σκοπό προσδοκώμενο με βεβαιότητα:
Κύνας τρέφομεν, να φυλάττωσι τς οκίας.
(= Εκτρέφουμε σκύλους, για να φυλάνε τα σπίτια.)
υποτακτική< + αοριστολογικό ν, όταν δηλώνουν σκοπό προσδοκώμενο υπό προϋπόθεση:
κουσον, ς ν μάθς.
(= Άκουσε, για να μάθεις.)
ευκτική του πλάγιου λόγου, όταν δηλώνουν σκοπό υποκειμενικό και αβέβαιο στο παρελθόν και μετά από ρήμα ιστορικού χρόνου:
Ξενοφν γετο πρς τν φανερν κβασιν, πως ταύτ τ δ ο πολέμιοιπροσέχοιεν τν νον.
(= Ο Ξενοφώντας βάδιζε προς το φανερό πέρασμα, για να προσέχουν οι εχθροί αυτό το δρόμο.)
οριστική ιστορικού χρόνου, όταν προηγείται ευχή ανεκπλήρωτη ή κάτι που δεν έγινε, και δηλώνουν σκοπό ανεκπλήρωτο:
δει τ νέχυρα τότε λαβεν μς, ς μ δύνατο Σεύθης ξαπατν.
(= Έπρεπε εμείς τότε να πάρουμε τις εγγυήσεις, για να μην μπορούσε ο Σεύθης να μας εξαπατά.)
Εκφέρονται επίσης και με:
οριστική μέλλοντα:
Συμπράττουσι, πως μεγίστην δόξαν ξουσι
δυνητική ευκτική, ως απόδοση λανθάνουσας υπόθεσης:
Γύμναζε σαυτν πόνοις κουσίοις, πως ν δύναιο κα τος κουσίους πομένειν.
(= Να γυμνάζεις τον εαυτό σου με κόπους εκούσιους, για να μπορείς να υπομένεις και τους ακούσιους.)
ευκτική, χωρίς εξάρτηση από ιστορικό χρόνο:
ρ' οκ ν λθοι βασιλες ς πσιν νθρώποις φόβον παράσχοι;

Χρησιμεύουν ως:
α) επιρρηματικός προσδιορισμός του σκοπού σε ρήματα οποιασδήποτε σημασίας και ιδίως σ' αυτά που δηλώνουν κίνηση ή σκόπιμη ενέργεια:
βρακόμας τ πλοα κατέκαυσεν, να μ Κρος διαβ.
β) επεξήγηση σε εμπρόθετο προσδιορισμό του σκοπού και κυρίως στα: δι τοτο, τούτου νεκα:
Δι τοτο συλλέγεσθε, να ο δυνατώτεροι τολμσι περ το δικαίου μβισβητεν.
Στρατηγος αρονται τούτου νεκα, να ατος γεμόνες σι.

Ισοδυναμούν με: τελική μετοχή, απαρέμφατο του σκοπού, επιρρηματικό κατηγορούμενο του σκοπού, εμπρόθετο προσδιορισμό του σκοπού, γενική και αιτιατική του σκοπού, συμπερασματική πρόταση της μορφής στε ή ς + απαρέμφατο που δηλώνει επιδιωκόμενο σκοπό.
Σχετική εικόνα
4. Υποθετικές προτάσεις

Υποθετικές λέγονται οι δευτερεύουσες προτάσεις που εκφράζουν υπόθεση.

Εισάγονται:
με τους υποθετικούς συνδέσμους ε, άν, ν, ν (= αν)
Ε εσ βωμοί, εσ κα θεοί.
(= Αν υπάρχουν βωμοί, υπάρχουν και θεοί.)

ξω παρ σ αριον, ἐὰν θες θλ.
(= Θα έρθω αύριο σε σένα, αν το θέλει ο θεός.)
ν γρ ρθς μθητε τ πραχθντα, ῥᾳδως γνσεσθ’ μου κατεψεσαντο ο κατγοροι.
(= Αν πληροφορηθείτε σωστά όσα συνέβησαν, εύκολα θα αντιληφθείτε όσα ψευδώς μου καταλογίσουν οι κατήγοροι.)
ν γγς λθ θάνατος, οδείς βούλεται θνήσκειν.
(= Αν πλησιάσει ο θάνατος, κανείς δε θέλει να πεθάνει.)

Κατά το περιεχόμενό τους είναι προτάσεις κρίσεως και επιθυμίας.
 
Δέχονται άρνηση μ και σπανίως ο.

Εκφέρονται με:
οριστική:
Ε τοτ' ποίουν, νίκων ν.
(= Αν το έκαναν, θα νικούσαν.)
υποτακτική:
άν τι χω γαθόν, διδάσκω
(= Αν έχω κάτι καλό, το διδάσκω.)
ευκτική:
Ε τινα λάβοιεν, πέκτεινον.
(= Αν έπιαναν κάποιον, τον σκότωναν.)

Χρησιμεύουν ως:
α) επιρρηματικός προσδιορισμός που δηλώνει υπόθεση

Ισοδυναμούν με: υποθετική μετοχή, οποιαδήποτε έκφραση με υποθετική σημασία.

ΥΠΟΘΕΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ

Σε κάθε υποθετική πρόταση αντιστοιχεί και μια κύρια. Και οι δυο μαζί αποτελούν ένα λογικό σύνολο που ονομάζεται υποθετικός λόγος.

Στο υποθετικό λόγο η υποθετική πρόταση ονομάζεται υπόθεση ή ηγούμενο (= προηγούμενο) και η κύρια ονομάζεται απόδοση ή επόμενο ή συμπέρασμα.
Μεταξύ της υποθετικής πρότασης και της κύριας υπάρχει η λογική σχέση του αιτίου προς το αποτέλεσμα· η υποθετική πρόταση εκφράζει το αίτιο και η κύρια το αποτέλεσμα.

Οι υποθετικοί λόγοι διακρίνονται σε έξι είδη ανάλογα:
α) με τον τρόπο που εισάγεται και εκφέρεται η υπόθεση,
β) με την έγκλιση της απόδοσης και
γ) με τη σημασία τους

Είδος
  Σημασία
Υπόθεση
Απόδοση
1ο
 Πραγματικό
ε + οριστική οποιουδήποτε χρόνου
οποιαδήποτε έκγλιση
2ο
Αντίθετο του πραγματικού
ε + οριστική ιστορικού χρόνου
δυνητική οριστική
3ο
Προσδοκώμενο
ἐὰν, ν, ν + υποτακτική
οριστική μέλλοντα
4ο
Αόριστη επανάληψη στο παρόν ή στο μέλλον
ἐὰν, ν, ν + υποτακτική
οριστική ενεστώτα
5ο
Απλή σκέψη του λέγοντος
ε + ευκτική
δυνητική ευκτική
6ο
Αόριστη επανάληψη στο παρελθόν
ε + ευκτική (επαναληπτική)
οριστική πρτ. ή δυνητική οριστική αορ.


1ο είδος: Το πραγματικό

Υπόθεση
Απόδοση
ε + οριστική οποιουδήποτε χρόνου
οποιαδήποτε έκγλιση


Ε εσ βωμοί, εσ κα θεοί.
> οριστική ενεστώτα / οριστική
(= Αν υπάρχουν βωμοί, υπάρχουν και θεοί.)
Ε σ βούλει, πανέλθωμεν
> οριστική ενεστώτα / υποτακτική
(= Αν θέλεις, ας επανέλθουμε.) 
Ε δέ τις λλο ρ βέλτιον, λεξάτω
> οριστική ενεστώτα / προστακτική
(= Αν κάποιος βλέπει κάτι καλύτερο, ας το πει.) 
Ε κενα πέπραχεν ρθς, καλς ν σχεν
> οριστική παρακείμενου / δυνητική οριστική
(= Αν εκείνα τα έχει κάνει σωστά, θα ήταν καλά.)
Ε μν ον τατα λέγων διαφθείρω τος νέους, τατα ν εη βλαβερά.
> οριστική ενεστώτα / δυνητική ευκτική
(= Αν λέγοντας αυτά διαφθείρω τους νέους, αυτά θα ήταν βλαβερά.)
Περιορισμός: Δεν μπορεί να υπάρχει στην υπόθεση οριστική ιστορικού χρόνου και στην απόδοση δυνητική οριστική, γιατί τότε έχουμε 2ο είδος.

Μετάφραση:
Το ε μεταφράζεται με το αν,
στην υπόθεση: η οριστική μεταφράζεται με οριστική, διατηρώντας τον αντίστοιχο χρόνο,
στην απόδοση: η οριστική, η υποτακτική και η προστακτική μεταφράζονται με τις αντίστοιχες εγκλίσεις της ν.ε.. Η δυνητική οριστική και η δυνητική ευκτικήμεταφράζονται με δυνητική οριστική της ν.ε. (= θα + παρατατικός)

Δηλώνει: όπως συνηθίζουμε να λέμε, το πραγματικό. Η έννοια του πραγματικού δε σχετίζεται τόσο με την πραγματικότητα, όσο με τη σχέση μεταξύ υπόθεσης και απόδοσης. (Δες και στην Πύλη για την Ελληνική Γλώσσα ή στο συντακτικό του Κ. Σ. Κατεβαίνη)
ε θεοί τι δρσιν ασχρόν, οκ εσν θεοί
( = αν οι θεοί κάνουν κάτι ανήθικο, δεν είναι θεοί.
Δεν υπάρχει ζήτημα «πραγματικού» αν οι θεοί κάνουν κάτι ανήθικο ή δεν είναι θεοί· είναι προφανές ότι δε συμβαίνει ούτε το ένα ούτε το άλλο, γιατί οι θεοί δεν κάνουν κάτι αισχρό και είναι θεοί.
Πραγματικό είναι μόνο ότι αν ισχύει η υπόθεση θα ισχύει και η απόδοση.



2ο είδος: Το αντίθετο του πραγματικού


Υπόθεση
Απόδοση
ε + οριστικήιστορικού χρόνου
δυνητική οριστική
ή
α) παρατατικός απρόσωπου ρ. ή απρόσωπης έκφρασης  + απαρέμφατο
β) ένα από τα ρ. 
βουλόμην, μελλον, κινδύνευσα + απαρέμφατο, στις περιπτώσεις αυτές χωρίς το δυνητικό ν.

Ε μ γ κέλευον, οκ ν ποίει γασίας.
> οριστική παρατατικού / δυνητική οριστική
(= Αν δε διέταζα εγώ, ο Αγασίας δε θα το έκανε / δε θα το είχε κάνει.)
Ε μ γ κέλευσα, οκ ν ποίησεν γασίας.
> οριστική αόριστου / δυνητική οριστική
(= Αν δε διέταζα εγώ, ο Αγασίας δε θα το έκανε / δε θα το είχε κάνει.)
Ε μ γ κεκελεύκειν, οκ ν πεποιήκει γασίας.
> οριστική υπερσυντέλικου / δυνητική οριστική
(= Αν δεν είχα διατάξει εγώ, ο Αγασίας δε θα το είχε κάνει.)
κατοι ε σαν νδρες, σπερ φασν, γαθο, σ ληπττεροι σαν τος πλας, τσ δ φανερωτραν ξν ατος τν ρετν διδοσι κα δεχομνοις τ δκαια δεικνναι.
> οριστική παρατατικού / παρατατικός απρόσωπου ρήματος + απαρέμφατο
(= "Αν και, αν ήταν όπως λένε, άντρες γενναίοι και ενάρετοι, όσο πιο αδύνατο ήταν στους άλλους να τους κυριέψουν, τόσο πιο φανερά θα μπορούσαν, δίνοντας και παίρνοντας τη δίκαιη κρίση να δείχνουν την αρετή τους." μτφρ. Ε. Λαμπρίδη)
  πλις κινδνευσε πσα διαφθαρναι, ε νεμος πεγνετο τ φλογ πφορος ς ατν.
> οριστική αόριστου β' / κινδύνευσα + απαρέμφατο
(= "Θα χαλιόταν όλη η πολιτεία, αν σηκωνόταν άνεμος ευνοϊκός για να ξαπλωθεί η πυρκαγιά." μτφρ. Ε. Λαμπρίδη)
Παρατήρηση: σπάνια χρησιμοποιείται στην απόδοση η απλή οριστική αρκτικού χρόνου, είτε σε ρητορικούς λόγους είτε εξαιτίας της έλλειψης της πραγματικής απόδοσης:
Ε δ' σθα μετρία, τλλα γ' δίστη θεν πέφυκας νθρώποισιν
> οριστική παρατατικού / οριστική παρακείμενου
(= Αν ήξερες μόνο το μέτρο να κρατήσεις, θα ήσουν η πιο καλή από τους θεούς για τους ανθρώπους.)

Μετάφραση:
Το ε μεταφράζεται με το αν,

στην υπόθεση:
η οριστική παρατατικού και αόριστου μεταφράζεται με παρατατικό,
η οριστική υπερσυντέλικου με υπερσυντέλικο.

στην απόδοση:
ο δυνητικός παρατατικός και αόριστος μεταφράζονται με θα + παρατατικό ή υπερσυντέλικο,
ο δυνητικός υπερσυντέλικος μεταφράζεται με το θα + υπερσυντέλικο.

Δηλώνει: το αντίθετο του πραγματικού, το μη πραγματικό, "κάτι, δηλαδή, που δεν μπορεί ή δεν θα μπορούσε να γίνει, καθώς βρίσκεται σε αντίθεση προς ό,τι πραγματικά συμβαίνει ή συνέβη. Η απόδοση δηλώνει ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα εάν θα γινόταν ή είχε γίνει πραγματικότητα η υπόθεση".  
 
3ο είδος: Το προσδοκώμενο


Υπόθεση
Απόδοση
άν, ν, ν + υποτακτική
οριστική μέλλοντα
ή μελλοντική έγκλιση ή έκφραση (υποτακτική, δυνητική ή ευχετική ευκτική, προστακτική, οριστική ενεστώτα ή αόριστου ή παρακείμενου με μελλοντική σημασία, συντελεσμένος μέλλοντας, απρόσωπο ρήμα + τελικό απαρέμφατο, ρηματικό επίθετο σε -τος ή -τέος +
στί)

ἐὰν θες θλ, ξω παρ σ αριον
> υποτακτική / οριστική μέλλοντα
(= αν το θέλει ο θεός, αύριο θα έρθω σε σένα.)
ἐὰν ον, Σκρατες, πολλ πολλν πρι, θεν κα τς το παντς γενσεως, μ δυνατο γιγνμεθα πντ πντως ατος αυτος μολογουμνους λγους κα πηκριβωμνους ποδοναι, μ θαυμσς
> υποτακτική / υποτακτική
(= αν, λοιπόν, Σωκράτη, δεν καταφέρουμε να διατυπώσουμε απολύτως συνεπείς από κάθε πλευρά και ακριβείς συλλογισμούς για πολλά και ποικίλα ζητήματα ―για τους θεούς και τη γέννηση του σύμπαντος―, μην εκπλαγείς.) 
ἐὰν μες πιχειρμεν τ ατ λόγ ψιλ κοσμεν, τάχ' ν δεύτεροι φαινοίμεθα
> υποτακτική / δυνητική ευκτική
(= αν εγώ επιχειρήσω να εγκωμιάσω τα ίδια έργα με τον γυμνό πεζό λόγο, θα μπορούσα να φανώ κατώτερος.) 
λλ' ν σε το λοιπο ποτ' φλωμαι χρνου͵ πρρριζος ατς͵ γυνή͵ τ παιδα͵ κκιστ' πολομην
> υποτακτική / ευχετική ευκτική
(= Αλλά αν σου τα αφαιρέσω κάποτε στο μέλλον, να αφανιστώ με τον χειρότερο τρόπο ο ίδιος, αλλά κι η γυναίκα και τα παιδιά μου.) 
Ἐὰν πάντα κούσητε, κρίνατε.
> υποτακτική / προστακτική
(= Αν τα ακούσετε όλα, κρίνετε.) 
ν δ' μες νικσωμεν, μς δε τος μετρους φλους τοτων γκρατες ποισαι
> υποτακτική / απρόσωπο ρήμα + τελικό απαρέμφατο
(= αν, όμως, νικήσουμε εμείς, πρέπει να καταστήσουμε τους δικούς μας φίλους κυρίους τους)
ν θανς σύ, πας δ' κφεύγει μόρον
> υποτακτική / οριστική ενεστώτα με μελλοντική σημασία
αν πεθάνεις εσύ, το παιδί αυτό θα γλυτώσει τον θάνατο. 
Ἐὰν δ' μς ξαπατήσωσι, τν παρόντων κακν σονται πηλλαγμένοι.
> υποτακτική / συντελεσμένος μέλλοντας
(= Αν σας εξαπατήσουν, θα είναι απαλλαγμένοι από τα παρόντα κακά.) 
ἐὰν δ τις κατ τι κακς γγνηται, κολαστος στ.
> υποτακτική / ρηματικό επίθετος σε -τέος
(= αν κάποιος γίνει κακός, πρέπει να τιμωρηθεί.)
Μετάφραση:
Τα άν, ν, ν μεταφράζονται με το αν,

στην υπόθεση:
η υποτακτική μεταφράζεται με υποτακτική,

στην απόδοση:
οι εγκλίσεις των διαφόρων περιπτώσεων μεταφράζονται με τις αντίστοιχες εγκλίσεις της ν.ε.
τα ρηματικά επίθετα σε -τέος μεταφράζονται με το πρέπει + να + ρήμα
τα ρηματικά επίθετα σε -τός μεταφράζονται μπορεί + να + ρήμα

Δηλώνει: το προσδοκώμενο
  
4ο είδος: Αόριστη επανάληψη στο παρόν ή στο μέλλον

Υπόθεση
Απόδοση

άν, ν, ν + υποτακτική
οριστική ενεστώτα
γνωμικός αόριστος, παρακείμενος



ν γγς λθ θάνατος, οδείς βούλεται θνήσκειν.
> υποτακτική / οριστική ενεστώτα
(= Αν πλησιάσει ο θάνατος, κανείς δε θέλει να πεθάνει.)
ν δ τις τοτων τι παραβανῃ͵ ζημαν ατος πθεσαν
> υποτακτική / γνωμικός αόριστος
(= αν κάποιος υποπέσει σε κάποιο από αυτά τα αδικήματα, τιμωρείται.)
ἐὰν μρτ τις, ζημας κατ τν ξαν εληφεν.
> υποτακτική / παρακείμενος
(= αν κάποιος σφάλει, έχει την τιμωρία που του αξίζει.)
Μετάφραση:
Τα άν, ν, ν μεταφράζονται με το αν, ή "όσες φορές" + υποτακτική

στην υπόθεση:
η υποτακτική μεταφράζεται με υποτακτική,

στην απόδοση:
η οριστική ενεστώτα μεταφράζεται με οριστική ενεστώτα
ο γνωμικός αόριστος μεταφράζεται με ενεστώτα· συχνά με την προσθήκη του συνήθως,
ο παρακείμενος μεταφράζεται με παρακείμενο

Δηλώνει: την αόριστη επανάληψη στο παρόν ή στο μέλλον

5ο είδος: Απλή σκέψη του λέγοντος

Υπόθεση
Απόδοση

ε + ευκτική
δυνητική ευκτική
ή οριστική αρκτικού χρόνου, ευχετική ευκτική, προστακτική



Ε ο πολται μονοεν, εδαίμων ν γίγνοιτο πόλις.
> ευκτική / δυνητική ευκτική
(= Αν οι πολίτες ομονοούσαν, η πόλ θα γινόταν ευτυχισμένη.)

ε ῥᾳθυμίᾳ μλλον ... θλομεν κινδυνεειν, περιγγνεται μν ...
> ευκτική / οριστική ενεστώτα
αν θέλαμε να αντιμετωπίζουμε κινδύνους με άνεση ... έχομεν το πλεονέκτημα... 
Ε δ' ντίσχοιεν, μελετήσομεν κα μες ν πλέονι χρόν τ ναυτικά.
> ευκτική / οριστική μέλλοντα
(= αν πάλι αντέξουν, θα ασκηθούμε και εμείς περισσότερο χρόνο στις θαλάσσιες πολεμικές επιχειρήσεις.)
Ε τις τάδε παραβαίνοι, ναγς στω το πόλλωνος
> ευκτική / προστακτική
(= Αν κάποιος αυτά παραβαίνει, ας έχει την κατάρα του Απόλλωνα.)
Μετάφραση:
Το ε μεταφράζεται με το αν

στην υπόθεση:
η ευκτική μεταφράζεται με παρατατικό

στην απόδοση:
θα + παρατατικό
μπορεί να...

Δηλώνει: την απλή σκέψη του λέγοντος

6ο είδος: Αόριστη επανάληψη στο παρελθόν

Υπόθεση
Απόδοση

ε + ευκτική επαναληπτική
οριστική παρατατικού, δυνητική οριστική αόριστου
ή δυνητική οριστική παρατατικού, απλή οριστική αόριστου, οριστική υπερσυντέλικου



Ε τινα λάβοιεν τν χθρν, πέκτεινον.
> ευκτική / οριστική παρατατικού
(= Κάθε φορά που έπιαναν κάποιον από τους εχθρούς, τον σκότωναν.) 
Ε γησίλαος δοι τος νέους γυμναζομένους, πνεσενν
> ευκτική / δυνητική οριστική αόριστου
(= Αν ο Αγησίλαος έβλεπε τους νέους να γυμνάζονται, τους επαινούσε.) 
Ε δέ τις ατ περί του ντιλέγοι μηδν χων σαφς λγειν, π τν πόθεσιν πανγεν ν πάντα τν λόγον.
> ευκτική / δυνητική οριστική παρατατικού
(= Αν κάποιος του αντέλεγε, χωρίς να λέει τίποτα σαφές, θα επανέφερνε πάντα το λόγο στην υπόθεση.)
Ε τίς γέ τι ατ προστάξαντι καλς πηρετήσειεν, οδεν χάριστον εασε τν προθυμίαν
> ευκτική / δυνητική οριστική αόριστου 
Ε δέ τις ντείποι, εθς τεθνήκει.
(= Αν κάποιος αντιμιλούσε, αμέσως είχε πεθάνει.)
> ευκτική / οριστική υπερσυντέλικου
Μετάφραση:
Το ε μεταφράζεται με το αν, "κάθε φορά που"

στην υπόθεση:
η επαναληπτική ευκτική μεταφράζεται με παρατατικό

στην απόδοση:
παρατατικό

Δηλώνει: αόριστη επανάληψη στο παρελθόν


α) Απλός, σύνθετος και ελλειπτικός υποθετικός λόγος

Απλός υποθετικός λόγος λέγεται αυτός που αποτελείται από μία υπόθεση και μία απόδοση (Υπ > Απ)
Ε ο πολται μονοεν, εδαίμων ν γίγνοιτο πόλις.
Σύνθετος υποθετικός λόγος λέγεται αυτός που αποτελείται από:
α) περισσότερες από μία υποθέσεις και μία απόδοση (Υπ + Υπ > Απ)
Ε Φίλιππος λάβοι τοιοτον καιρν και (ε) πόλεμος γένοιτο πρς τ χώρ, πς ν οεσθε τοίμως φ' μς λθεν
β) μία υπόθεση και περισσότερες από μία αποδόσεις, (Υπ > Απ + Απ)
Ε παρειχόμεθα τν ατν προθυμίαν, εχετε ν μφίπολιν κα πηλλαγμένοι ν τε τν μετ τατα πραγμάτων
γ) περισσότερες από μία υποθέσεις και περισσότερες από μία αποδόσεις (Υπ + Υπ > Απ + Απ)
ν τονυν, νδρες θηναοι, κα μες π τς τοιατης θελσητε γενσθαι γνμης νν, πειδπερ ο πρτερον, κα (ν) καστος μν, ο δε κα δναιτ' ν παρασχεν ατν χρσιμον τ πλει, πσαν φες τν ερωνεαν τοιμος πρττειν πρξ, μν χρματ' χων εσφρειν, δ' ν λικίᾳ στρατεεσθαι, συνελντι δ' πλς ν μν ατν θελσητε γενσθαι, κα (ν) πασησθ' ατς μν οδν καστος ποισειν λπζων, τν δ πλησον πνθ' πρ ατο πρξειν, κα τ μτερ' ατν κομιεσθ', ν θες θλ, κα τ κατερρθυμημνα πλιν ναλψεσθε, κκενον τιμωρσεσθε.
Ελλειπτικός υποθετικός λόγος λέγεται όταν
α) λείπει το ρήμα της υπόθεσης
β) λείπει το ρήμα της απόδοσης
γ) λείπει ολόκληρη η υπόθεση
δ) λείπει ολόκληρη η απόδοση
επειδή μπορεί να εννοηθούν εύκολα από τα συμφραζόμενα.
ἐὰν μν σφδρ' ργζησθε, ττον σελγανοσιν, ν δ μ (ργζησθε), πολλος τος σελγες ερσετε

β) Εξαρτημένος υποθετικός λόγος

Εξαρτημένος υποθετικός λόγος είναι ο υποθετικός λόγος που έχει μετατραπεί σε πλάγιο λόγο.
Ε τατα πράττετε, μαρτάνετε > ευθύς υποθετικός λόγος
γησίλαος λέγει τι μαρτάνουσιν, ε τατα πράττουσιν > εξαρτημένος υποθετικός λόγος
Ε τατα πράττετε, μαρτάνετε > ευθύς υποθετικός λόγος
γησίλαος λέγει ε τατα πράττουσιν, μαρτάνειν ατούς > εξαρτημένος υποθετικός λόγος 
Ε τατα πράττετε, μαρτάνετε > ευθύς υποθετικός λόγος
γησίλαος γιγνώσκει ε τατα πράττουσιν μαρτάνοντας ατούς > εξαρτημένος υποθετικός λόγος
Από τα παραπάνω παραδείγματα προκύπτει ότι στον εξαρτημένο υποθετικό λόγο η απόδοση μετατρέπεται σε: α) ειδική πρόταση, β) απαρέμφατο, γ) κατηγορηματική μετοχή.

Όσον αφορά την υπόθεση θα έχουμε τις εξής δύο περιπτώσεις:
α) αν η απόδοση εξαρτάται από ρήμα αρκτικού χρόνου, η υπόθεση παραμένει χωρίς αλλαγές και αναγνωρίζεται το είδος του υποθετικού λόγου σαν να ήταν ανεξάρτητος. (βλέπε τα παραπάνω παραδείγματα)

β) αν η απόδοση εξαρτάται από ιστορικό χρόνο, τότε η υπόθεση μπορεί: α) να διατηρείται ως έχει, β) να μετατρέπεται σε ε + ευκτική του πλάγιου λόγου.
προεπον δ ατος μ ναυμαχεν Κορινθοις, ν μ π Κρκυραν πλωσι
το ρήμα εξάρτησης σε ιστορικό χρόνο, η υπόθεση διατηρεί τη μορφή της, η απόδοση με απαρέμφατο

δ γησλαος οκ φη δξασθαι τος ρκους, ἐὰν μ μνωσιν
το ρήμα εξάρτησης σε ιστορικό χρόνο, η υπόθεση διατηρεί τη μορφή της, η απόδοση με απαρέμφατο

κοσας τατα Κλανδρος επεν τι Δξιππον μν οκ παινοη͵ ε τατα πεποιηκς εη·
το ρήμα εξάρτησης σε ιστορικό χρόνο, η υπόθεση σε ευκτική του πλάγιου λόγου και η απόδοση με ειδική πρόταση και ευκτική του πλάγιου λόγου
Οι μεταβολές των εξαρτημένων υποθετικών λόγων είναι ανάλογες με τις μεταβολές που συναντάμε γενικά στην μετατροπή του ευθύ λόγου σε πλάγιο λόγο και καθορίζονται από το ρήμα εξάρτησης.

γ) Λανθάνων-κρυμμένος υποθετικός λόγος

Μερικές φορές ένας υποθετικός λόγος (κυρίως η υπόθεση) κρύβεται-λανθάνει μέσα σε άλλες λέξεις της πρότασης, δηλαδή:

α) σε μια υποθετική, αναφορικοϋποθετική ή χρονικοϋποθετική μετοχή
καί τις ες τοτο βλέπων κα πν τ θεον γνούς, θεόν τε κα φρόνησιν, οτω κα αυτν ν γνοίη µάλιστα
> μετοχή / δυνητική ευκτική

ε τίς ες τοτο βλέποι καί (ε) πν τό θεον γνοίη, θεόν τε και φρόνησιν (ε + Ευκτική) οτω καί αυτόν ν γνοίη µάλιστα
 > ε + ευκτική / δυνητική ευκτική
β) σε μια χρονικοϋποθετική, αναφορικοϋποθετική ή εναντιωματική πρόταση
λλ' πειδν τν πραγμάτων γκρατς ζητν ρχειν καταστ, κα τν τατ' ποδομένων δεσπότης στί.
> χρονικοϋποθετική πρόταση / οριστική
λλ' ἐὰν τν πραγμάτων γκρατς ζητν ρχειν καταστ, κα τν τατ' ποδομένων δεσπότης στί
> ἐὰν + υποτακτική / οριστική
γ) σε ένα επίρρημα
οτω γρ πρς τε τ πιναι τος ναντοις, εψυχτατοι ν εεν
> επίρρημα  / δυνητική ευκτική
ε οτως χοιεν πρς τε τ πιναι τος ναντοις, εψυχτατοι ν εεν
> ε + ευκτική / δυνητική ευκτική
δ) έναν εμπρόθετο προσδιορισμό (συνήθως νευ, πό, κ, μετά) + γενική
νευ ρχόντων οδν ν οτε καλν οτε γαθν γένοιτο
> εμπρόθετος προσδιορισμός / δυνητική ευκτική 
Ε μη εη ρχοντες οδν ν οτε καλν οτε γαθν γένοιτο
> ε + ευκτική / δυνητική ευκτική
ε) σε μία ευθεία ερώτηση ή στην ερώτηση ή στην απόδοση
δικε τις κών; ργ κα τιμωρία κατ τούτου (στω)
> Ε δικε τις κών ργ κα τιμωρία κατ τούτου (στω) 
ν μελήσωμεν, τς γνοε τν κεθεν πόλεμον δερο ξοντα;
ν μελήσωμεν,  ο πόλεμος δερο ξει;
 Î£Ï‡ÎµÏ„ική εικόνα
5. Εναντιωματικές προτάσεις

Εναντιωματικές λέγονται οι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις που εκφράζουν εναντίωση προς το νόημα της κύριας πρότασης και δηλώνουν εναντίωση σε κάτι που είναι ή θεωρείται από το υποκείμενο ως πραγματικό.

Εισάγονται: κυρίως με τους εναντιωματικούς συνδέσμους ε καί, ἐὰν καί, ν καί, ν καί
Ε κα χρήματα επορομεν, οκ ετυχομεν.
(= Μολονότι έχουμε χρήματα, δεν ευτυχούμε.)
Ἐὰν κα μ βούλωνται, πάντες ασχύνονται μ πράττειν τ δίκαια.
(= Αν και δε θέλουν, όλοι ντρέπονται να μην κάνουν τα δίκαια.)

ν κα κατορθσωσι περ τινας τν πρξεων, μικρν διαλιπντες πλιν ες τς ατς πορας κατστησαν.
(= Αλλά αν και μπορούν να πετύχουν σε ορισμένες ενέργειες, ύστερα από λίγο καταλήγουν πάλι στα ίδια αδιέξοδα.)

Κατά το περιεχόμενό τους είναι προτάσεις κρίσης.

Δέχονται άρνηση μ

Χρησιμοποιούνται ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί που δηλώνουν εναντίωση.

Εκφέρονται με:

οριστική ή ευκτική, όταν ο σύνδεσμος εισαγωγής περιέχει το ε
Ε κα χρήματα επορομεν, οκ ετυχομεν.
(= Μολονότι έχουμε χρήματα, δεν ευτυχούμε.)
υποτακτική, όταν ο σύνδεσμος εισαγωγής περιέχει το άν, ν, ν
Ἐὰν κα μ βούλωνται, πάντες ασχύνονται μ πράττειν τ δίκαια.
(= Αν και δε θέλουν, όλοι ντρέπονται να μην κάνουν τα δίκαια.)
Ισοδυναμούν με: εναντιωματική μετοχή ή εμπρόθετο προσδιορισμό που δηλώνει εναντίωση.

Παρατηρήσεις:

α) Όταν μετά τους υποθετικούς συνδέσμους εάν, ν, ν ακολουθεί ο κα ως προσθετικός, τότε τα συμπλέγματα που προκύπτουν δεν είναι εναντιωματικοί σύνδεσμοι, άρα και οι προτάσεις δε θα είναι εναντιωματικές αλλά υποθετικές:
Τόδε δ διανοηθμεν, ε κα σο συνδοκε
(Αυτό ας σκεφτούμεν, αν και συ συμφωνείς)
ε κα σο συνδοκε > υποθετική
β) Ο σύνδεσμος ε καί, όταν έχει τη σημασία του "ακόμη κι αν", εισάγει δευτερεύουσες παραχωρητικές προτάσεις:
νθρωποι κακοί, ε κα φελεν δοκοσιν, μλλον βλάπτουσιν
(= Οι κακοί άνθρωποι, ακόμη κι αν νομίζουν ότι ωφελούν, μάλλον βλάπτουν)

6. Παραχωρητικές προτάσεις

Παραχωρητικές λέγονται οι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις που εκφράζουν παραχώρηση προς το νόημα της κύριας πρότασης και δηλώνουν εναντίωση σε κάτι που είναι ή θεωρείται από το υποκείμενο ως μή πραγματικό ή αδύνατο ή απίθανο.

Εισάγονται: με τους παραχωρητικούς συνδέσμους:
α) καί ε,κε, καί ἐὰν, κν, καί ν, καί ν ύστερα από καταφατική πρόταση.
Κα ε θαλάττης εργοιντο, δύναιντ' ν καλς διαζν.
(= Κι αν ακόμη αποκλείονταν από τη θάλασσα, θα μπορούσαν να ζουν καλά)
Κα ν ο πολέμιοι τ ναυτικν μν νικήσωσι, κρατήσομεν ατν.
(= Κι αν ακόμη οι εχθροί νικήσουν το ναυτικό μας, θα τους εξουσιάσουμε.) 
νρ πονηρς δυστυχε, κν ετυχ
(= Ο πονηρός άνθρωπος δυστυχεί, ακόμη κι αν ευτυχεί)
β) οδ'ε, μηδ'ε, οδ' άν, οδ' ν, οδ' ν, μηδ' άν, μηδ' ν, μηδ' ν ύστερα από αρνητική πρόταση.
Μ θορυβήσετε, μηδ' ἐὰν δόξω τι μν μέγα λέγειν
(= Μη θορυβήσετε ακόμη κι αν σας φανεί ότι λέω κάτι υπερβολικό) 
Μηδ' ν εορκεν μέλλς, μηδένα θεν μόσς.
(=  Ούτε κι αν πρόκειται να τηρήσεις τον όρκο σου, σε κανένα θεό μην ορκιστείς.)

Κατά το περιεχόμενό τους είναι προτάσεις κρίσης.

Δέχονται άρνηση μ

Χρησιμοποιούνται ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί που δηλώνουν παραχώρηση.

Εκφέρονται με:

οριστική ή ευκτική, όταν ο σύνδεσμος εισαγωγής περιέχει το ε
Κα ε θαλάττης εργοιντο, δύναιντ' ν καλς διαζν.
(= Κι αν ακόμη αποκλείονταν από τη θάλασσα, θα μπορούσαν να ζουν καλά)
υποτακτική, όταν ο σύνδεσμος εισαγωγής περιέχει το άν, ν, ν
Μηδ ν εορκεν μέλλς, μηδένα θεν μόσς.
(=  Ούτε κι αν πρόκειται να τηρήσεις τον όρκο σου, σε κανένα θεό μην ορκιστείς.)
Ισοδυναμούν με: παραχωρητική μετοχή
 Î£Ï‡ÎµÏ„ική εικόνα
7. Αποτελεσματικές ή Συμπερασματικές προτάσεις

Αποτελεσματικές ή Συμπερασματικές λέγονται οι δευτερεύουσες ονοματικές προτάσεις που δηλώνουν  το το αποτέλεσμα ή το συμπέρασμα που προκύπτει από την ενέργεια του ρήματος της πρότασης από την οποία εξαρτώνται.

Εισάγονται:
α) με τους συμπερασματικούς συνδέσμους: στε, ς
Πλοα δ' μν πάρεστιν, στε ξαίφνης ν πιπέσοιτε.
(= Έχετε πλοία, ώστε θα μπορούσατε αιφνίδια να επιτεθείτε.) 
Νν οτω διάκειμαι φ' μν, ς οδ δεπνον χω ν τ μαυτο χώρ.
(= Τώρα βρίσκομαι σε τέτοια κατάσταση εξαιτίας σας, ώστε ούτε δείπνο δεν έχω στη χώρα μου.)
α) με τις εκφράσεις φ' , φ' τε + απαρέμφατο
Συνεχρησαν ατος κα Φλειασοις κα τος λθοσι μετ' ατν ες Θβας τν ερνην φ' τε χειν τν αυτν κστους
(= Συμφώνησαν με αυτούς και τους Φλειάσιους και όσους άλλους είχαν έρθει μαζί τους στη Θήβα να συνάψουν ειρήνη με τον όρο ο καθένας να είναι κύριος της πατρίδας του.)
Κατά το περιεχόμενό τους είναι προτάσεις κρίσης ή και επιθυμίας.

Δέχονται άρνηση ο, ενώ όταν εκφέρονται με απαρέμφατο δέχονται άρνηση μή.

Χρησιμοποιούνται ως:
α) επιρρηματικοί προσδιορισμοί του αποτελέσματος:
Οτως ναίσθητος ε, Ασχύνη, στ' ο δύνασαι λογίσασθαι.
β) επιρρηματικοί προσδιορισμοί που δηλώνουν όρο, προϋπόθεση ή συμφωνία:
Ο τριάκονται ρέθησαν, φ' τε συγγράψαι νόμους.
γ) επεξηγήσεις σε εμπρόθετους προσδιορισμούς που δηλώνουν όρο, προϋπόθεση ή συμφωνία:
φίεμέν σε π τούτφ' τε μηκέτι φιλοσοφεν.

Εκφέρονται με:

οριστική, όταν δηλώνουν αποτέλεσμα πραγματικό:
Νν οτω διάκειμαι φ' μν, ς οδ δεπνον χω ν τ μαυτο χώρ.
(= Τώρα βρίσκομαι σε τέτοια κατάσταση εξαιτίας σας, ώστε ούτε δείπνο δεν έχω στη χώρα μου.)
δυνητική οριστική, όταν δηλώνουν αποτέλεσμα το οποίο θα ήταν δυνατό να πραγματοποιηθεί στο παρελθόν ή μη πραγματικό:
Πάντες πολεμικ πλα κατεσκεύαζον, στε τν πόλιν ντως ν γήσωπολέμου εργαστήριον εναι.
(= Όλοι κατασκεύαζαν πολεμικά όπλα, ώστε πραγματικά θα νόμιζες ότι η πόλη ήταν εργαστήριο πολέμου )
δυνητική ευκτική, όταν δηλώνουν αποτέλεσμα που μπορεί να πραγματοποιηθεί υπό προϋποθέσεις στο παρόν ή στο μέλλον:
 Πλοα δ' μν πάρεστιν, στε ξαίφνης ν πιπέσοιτε.
(= Έχετε πλοία, ώστε θα μπορούσατε αιφνίδια να επιτεθείτε.)
ευκτική του πλαγίου λόγου, όταν προηγείται ιστορικός χρόνος ή άλλη ευκτική· δηλώνεται υποκειμενική γνώμη:
Ο νεκρο π τ τείχει κειντο, στε ο άδιον εη νελέσθαι.
(= Οι νεκροί κείτονταν κάτω από το τείχος, ώστε δεν ήταν εύκολο να τους ανασύρουν.)
τελικό απαρέμφατο,
α) όταν το αποτέλεσμα εμφανίζεται σαν ενδεχόμενο και δυνατό ή και πραγματικό, σύμφωνα με τη γνώμη του υποκειμένου:
Ξενοφν κα Χειρίσοφος διεπράξαντο, στε λαβεν τος νεκρούς.
(= Ο Ξενοφώντας και ο Χειρίσοφος κατόρθωσαν, ώστε να πάρουν τους νεκρούς.)
β) όταν το αποτέλεσμα είναι επιδιωκόμενο, άρα δηλώνει σκοπό, και εξαρτάται από ρήματα βούλησης ή σκόπιμης ενέργειας:
Κραυγν πολλν ποίουν, στε κα τος πολεμίους κούειν.
(= Φώναζαν δυνατά, ώστε να τους ακούν και οι εχθροί.)
γ) όταν δηλώνεται προϋπόθεση, όρος ή συμφωνία και εισάγονται κυρίως με τις εκφράσεις
φ' , φ' τε (= με την προϋπόθεση να, με τον όρο να, με τη συμφωνία να)
Συνεχρησαν ατος κα Φλειασοις κα τος λθοσι μετ' ατν ες Θβας τν ερνην φ' τε χειν τν αυτν κστους
(= Συμφώνησαν με αυτούς και τους Φλειάσιους και όσους άλλους είχαν έρθει μαζί τους στη Θήβα να συνάψουν ειρήνη με τον όρο ο καθένας να είναι κύριος της πατρίδας του.)
Ισοδυναμούν με: απαρέμφατο του αποτελέσματος, προληπτικό κατηγορούμενο ή κατηγορούμενο του αποτελέσματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

INDIA (BHARAT) - NEPAL 2024

Δημοκρατία της Ινδίας ινδικά: Bhārat Ganarājya ) είναι χώρα στη Νότια Ασία. Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία του Νεπάλ είναι μια μεσόγεια ασι...