Κυριακή 23 Ιουνίου 2019

Δευτερεύουσες Αναφορικές Προτάσεις


Δευτερεύουσες Αναφορικές Προτάσεις

Αποτέλεσμα εικόνας για αρχαια
Οι εξαρτημένες αναφορικές προτάσεις της ΑΕ χωρίζονται συνήθως σε δύο κατηγορίες: Τις "ονοματικές" αφενός, οι οποίες αποκαλούνται και "προσδιοριστικές", "διασαφητικές" ή "επιθετικές", και τις "επιρρηματικές" αφετέρου. Η διάκριση αυτή δεν στηρίζεται σε "εξωτερικά", τυπολογικά κριτήρια, π.χ. διαφορετική έγκλιση στη μια και την άλλη περίπτωση, αλλά σε "εσωτερικά", δηλαδή σε κριτήρια που έχουν σχέση με το περιεχόμενο και το νόημα των εν λόγω προτάσεων.


• Έτσι "ονοματικές" ή "προσδιοριστικές" θεωρούνται οι εξαρτημένες αναφορικές προτάσεις που συμπληρώνουν την κύρια πρόταση από την οποίαν εξαρτώνται προσδιορίζοντας και εξειδικεύοντας τον όρο αυτής της πρότασης, στον οποίον αναφέρονται, με την δήλωση ενός επιπλέον χαρακτηριστικού που προσιδιάζει στον προσδιοριζόμενο όρο∙ οι εν λόγω αναφορικές προτάσεις θεωρείται, επίσης, ότι είναι απόλυτα αναγκαίες για τον προσδιορισμό του όρου ή της έννοιας που αναφέρονται, και με την αναγκαιότητά τους αυτή συνδέεται και η ονομασία τους (αναφορικές "προσδιοριστικές"):

ΜΕΝ Μον 225 στιν δίκης φθαλμός, ς τ πάνθ' ρ || υπάρχει το μάτι της δικαιοσύνης που βλέπει τα πάντα.

• Ως "επιρρηματικές" χαρακτηρίζονται, αντίθετα, οι εξαρτημένες αναφορικές προτάσεις, οι οποίες, παράλληλα με την αναφορά, διευρύνουν την κύρια πρόταση ή έναν όρο της εμπλουτίζοντας το περιεχόμενό τους με νέα "επιρρηματικά" στοιχεία (χρονικότητα, αιτιότητα, σκοπιμότητα, υποθετικότητα), τα οποία ωστόσο δεν θεωρούνται αναγκαία για τον προσδιορισμό της έννοιας στην οποία αναφέρονται, αφού η εν λόγω έννοια μπορεί να δηλωθεί και χωρίς αυτά:

ΣΤΟΒ 4.52.53 νέος γ' πόλλυθ', ντιν' ν φιλ θεός || χάνεται νέος αν [ή: όταν] κάποιον τον αγαπάει ο θεός.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ο απόλυτος χαρακτήρας της προηγούμενης διάκρισης, ωστόσο, αμφισβητείται, καθώς η επιρρηματική αναφορική πρόταση του δεύτερου παραδείγματος δεν φαίνεται να είναι λιγότερο αναγκαία για την έννοια που αναφέρεται από όσο η προσδιοριστική αναφορική του πρώτου παραδείγματος σε σχέση με τη δική της έννοια αναφοράς. Για τον λόγο αυτόν οι αναφορικές προσδιοριστικές προτάσεις μπορούν κατά την άποψη ορισμένων θεωρητικών να χαρακτηριστούν μόνο "αρνητικά", ως οι προτάσεις εκείνες δηλαδή, οι οποίες δεν ισοδυναμούν με κανένα από τα είδη των επιρρηματικών αναφορικών προτάσεων. Η πολλαπλότητα της ορολογίας και των ορισμών είναι ενδείξεις των δυσχερειών και των προβλημάτων που παρουσιάζει η πραγμάτευση των υπό συζήτηση προτάσεων. Οι παραδοσιακοί θεωρητικοί της σύνταξης χρησιμοποιούν κατά την παρουσίαση, ανάλυση και ειδολογική ταξινόμηση των εξαρτημένων αναφορικών προτάσεων και την αναλογία αναφορικών προτάσεων και επιθέτων.

Oι δευτερεύουσες αναφορικές προτάσεις εισάγονται, όπως και στη Ν.Ε.:

α) Mε αναφορικές αντωνυμίες:
ς (ο οποίος, που)                  ποος (όποιας λογής)
στις (όποιος, ο οποίος)        πότερος (όποιος από τους δύο)
σπερ (ο οποίος ακριβώς)     λίκος / πηλίκος (όσο μεγάλος)
σος / πόσος (όσος)            ποδαπς (από τον τόπο που)
οος (τέτοιος που)  
Κρος χων ος ερηκα ρμτο π Σάρδεων.
Oδέποτε τν μητέρα οτ' επα οτ' ποίησα οδέν, φ' σχύνθη. [με εμπρόθετη αναφορική αντωνυμία]

β) Mε αναφορικά επιρρήματα:
σον / σ (όσο)                  οον / οα (όπως, όπως ακριβώς)
ο / που / νθα /                   ποι (όπου)            ς / πως (όπως)
/ π (όπου, όπως)              σπερ / περ / καθάπερ (όπως ακριβώς)
νθεν / θεν / πόθεν (απ' όπου)          
κκλησίαν ποίησαν, νθα δ Θρασύβουλος λεξεν.

Σημείωση:  Τα ς, ο, που, θεν, πόθεν, νθα, νθεν έχουν δεικτική σημασία και εισάγουν κύρια πρόταση, όταν αναφέρονται στα προηγούμενα, βρίσκονται στην αρχή περιόδου ή ημιπεριόδου και δεν ακολουθεί άλλη κύρια πρόταση21:

ν ες γώ, ταύτην μαυτ ῥᾳστώνην ξηρον. (Aπ' αυτούς ένας εγώ, αυτό βρήκα ως ανακούφιση για τον εαυτό μου.)
Παρνει μεθορμίσαι ες Σηστόν· ο ντες ναυμαχήσετε, φη. (Tους προέτρεπε να προσορμιστούν στη Σηστό· εκεί αν βρίσκεστε, θα ναυμαχήσετε, είπε.)

Αποτέλεσμα εικόνας για αρχαια
Ονοματικές" ή "προσδιοριστικές" ή "διασαφητικές" ή "επιθετικές

"Ονοματικές" ή "προσδιοριστικές" (ή "διασαφητικές" ή "επιθετικές") θεωρούνται εκείνες οι εξαρτημένες αναφορικές προτάσεις, οι οποίες ισοδυναμούν με ένα επίθετο ή μια μετοχή και προσδιορίζουν ή διασαφηνίζουν ένα ουσιαστικό ή έναν άλλον όρο της κύριας, συνήθως, πρότασης. Ο προσδιορισμός και η διασάφηση αυτή συντελείται, όπως προαναφέρθηκε, ως συμπλήρωση και εξειδίκευση του όρου, στον οποίον αναφέρεται, η αναφορική πρόταση και το περιεχόμενό της.

Eισαγωγή
Oι αναφορικές ονοματικές προτάσεις εισάγονται με αναφορικές αντωνυμίες:
κούετε το νόμου τς φιλανθρωπίας ς οδ τος δούλους βρίζεσθαι ξιο.
βουλόμην σχύειν τος νόμους ος νομοθέτησεν  Σόλων.
 Mερικές φορές η αναφορική αντωνυμία δε βρίσκεται σε πτώση αιτιατική, όπως απαιτεί η σύνταξη του ρήματος της αναφορικής πρότασης, αλλά σε γενική ή δοτική, επειδή έλκεται από την πτώση (γενική ή δοτική) της λέξης την οποία προσδιορίζει. Tο φαινόμενο αυτό ονομάζεται έλξη του αναφορικού22.
μέμνητο τν συμφορν ν παθεν. [αντί: τν συμφορν ς παθεν]

Eκφορά
Oι αναφορικές ονοματικές προτάσεις εκφέρονται, ανάλογα με τη σημασία τους και τον χρόνο του ρήματος εξάρτησης (αρκτικό ή ιστορικό):
α) Όταν είναι προτάσεις κρίσης (άρνηση ο), με οριστική, δυνητική οριστική, δυνητική ευκτική και ευκτική του πλάγιου λόγου (ύστερα από ρήμα εξάρτησης ιστορικού χρόνου).
β) Όταν είναι προτάσεις επιθυμίας (άρνηση μή), με υποτακτική, ευχετική ευκτική, προστακτική και ευκτική του πλάγιου λόγου (ύστερα από ρήμα εξάρτησης ιστορικού χρόνου).

Συντακτικός ρόλος
Oι αναφορικές ονοματικές προτάσεις χρησιμοποιούνται στον λόγο, όπως και στη N.E., κυρίως ως:
α) Υποκείμενα (Y):
στις ζν πιθυμε, πειράσθω νικν. [Υ στα πειράσθω και νικν]
β) Αντικείμενα (A):
σ μισες, μ ποιήσς. [Α στο μ ποιήσς]
γ) Κατηγορούμενα (K):
Ο
τός στιν ς ψεύδεται. [αντί  ψεύστης: Κ στο οτος]
δ) Oμοιόπτωτοι προσδιορισμοί (παραθέσεις, επεξηγήσεις, επιθετικοί προσδιορισμοί):
ν δέ τις πολλοφάνης, ς κα Φαρναβάζ τύγχανε ξένος ν. [παράθεση στο πολλοφάνης]
Κλέαρχε, πόφηναι γνώμην, ,τι σοι δοκε. [επεξήγηση στο γνώμην]
Tόδ'
στ τ στρατόπεδον  κατεκαύθη π τν Συρακοσίων. [τ στρατόπεδον τ κατακαυθέν· επιθετικός προσδιορισμός στη λέξη τ στρατόπεδον]
ε) Ετερόπτωτοι προσδιορισμοί σε μια από τις πλάγιες πτώσεις:
Βούλομαι λαβε
ν τι ν χεις. [γενική διαιρετική]

"Ονοματικές" είναι και εκείνες οι αναφορικές προτάσεις που ισοδυναμούν με ένα επίθετο (ή μια μετοχή), το οποίο έχει αναπτυχθεί σε μιαν εξαρτημένη αναφορική πρόταση και έχει τη σημασία ενός ουσιαστικού. Οι αναφορικές αυτές προτάσεις ισοδυναμούν, με άλλα λόγια, με ένα ουσιαστικοποιημένο επίθετο ή μετοχή και αποκαλούνται "ουσιαστικοειδείς" αναφορικές προτάσεις (όπως τα επίθετα ή οι μετοχές που χρησιμοποιούνται ως ουσιαστικά αποκαλούνται "ουσιαστικοειδή" ή "ουσιαστικοποιημένα" επίθετα και μετοχές). Αντίστοιχα και η αντωνυμία που εισάγει τέτοιες αναφορικές προτάσεις χαρακτηρίζεται ως "ουσιαστικοειδής", και όχι ως "επιθετική". Στην περίπτωση των υπό συζήτηση προτάσεων ενδέχεται να μην υπάρχει ένα ουσιαστικό, στο οποίο να αναφέρονται και να το προσδιορίζουν, αφού αυτές οι ίδιες είναι ισοδύναμες με ένα τέτοιο όνομα. Εξαιτίας της ισοδυναμίας τους αυτής με ένα όνομα οι εν λόγω προτάσεις θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως "ονοματικές" αναφορικές προτάσεις με τη στενότερη έννοια:
ΟΜ Ιλ 7.50 ατς δ προκάλεσσαι χαιν ς τις ριστος [= χαιν τν ριστον] || και συ να προκαλέσεις από τους Αχαιούς όποιον είναι ο πιο γενναίος ["τον πιο γενναίο από τους Αχαιούς"].

Ουσιαστικοειδής, και επομένως ονοματική αναφορική πρόταση θεωρείται και εκείνη που δεν αναφέρεται σε ένα επί μέρους ουσιαστικό αλλά σε μιαν ολόκληρη πρόταση, η οποία κατόπιν εκλαμβάνεται επίσης ως μία ουσιαστικοειδής έννοια. Μερικές φορές οι προτάσεις αυτές εισάγονται, κυρίως στον Πλάτωνα, με το τοτο :
ΠΛ Θεαιτ 172d τος μν τοτο σ επες ε πρεστι, σχολ || επειδή αυτοί διαθέτουν πάντοτε αυτό που εσύ ανέφερες: ελεύθερο χρόνο.

Αποτέλεσμα εικόνας για αρχαια
Επιρρηματικές αναφορικές προτάσεις

Σύμφωνα με την αναλογία των εξαρτημένων αναφορικών προτάσεων προς τα επίθετα:

• Ένα επίθετο δεν χρησιμοποιείται στην ΑΕ μόνο για να προσδιορίσει και να εξειδικεύσει ένα πράγμα που αντιπροσωπεύεται από το υποκείμενο ή το αντικείμενο της πρότασης, αλλά συνδέεται συχνά και με μιαν ενέργεια ή δραστηριότητα, με το ρήμα δηλαδή της πρότασης, δηλώνοντας "επιρρηματικές" σχέσεις, όπως χρόνο, τόπο, τρόπο κ.λπ. (π.χ. ΘΟΥΚ 1.61.5 κατ' λίγον δ προϊόντες τριταοι φίκοντο ς Γίγωνον κα στρατοπεδεύσαντο || προχωρώντας αργά έφτασαν την τρίτη ημέρα στο Γίγωνο και στρατοπεύδευσαν εκεί).

• Κατά τον ίδιο τρόπο οι εξαρτημένες αναφορικές προτάσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε μόνο για τον προσδιορισμό και την διασάφηση ενός πράγματος, του υποκειμένου ή του αντικειμένου της κύριας πρότασης, είτε όμως για να δηλώσουν, σε συνάρτηση με τη ρηματική ενέργεια της κύριας πρότασης, και επιρρηματικές σχέσεις, και ειδικότερα αιτία, σκοπό, συμπέρασμα ή (προ)υπόθεση.

• Πιο συγκεκριμένα, μια αναφορική επιρρηματική πρόταση:

(α) είτε λειτουργεί απλώς όπως ένα τοπικό επίρρημα. Στην περίπτωση αυτή εισάγεται με ένα αναφορικό επίρρημα (θεν, πόθεν, νθεν, ο, ο κλπ.) και προσδιορίζει ένα ρήμα ή ονοματικό ρηματικό τύπο, δηλώνοντας τόπο.
ΞΕΝ Ελλ 2.3.55 μες δ λαβντες κα παγαγντες ο νδεκα ο δε τ κ τοτων πρττετε || εσείς, οι Ένδεκα, αφού τον πιάσετε και τον οδηγήσετε εκεί που πρέπει, κάνετε τα υπόλοιπα.

(β) είτε προσδιορίζει κάποιον όρο μιας άλλης πρότασης (επομένως, εισάγεται, όπως και οι αναφορικές ονοματικές, με αναφορική αντωνυμία), ταυτόχρονα όμως εκφράζει και κάποια επιρρηματική σχέση, όπως αιτία, σκοπό, συμπέρασμα ή (προ)υπόθεση. Στην τελευταία περίπτωση (τη β) χρησιμοποιείται για τις επιρρηματικές προτάσεις και ο όρος μεικτές, καθώς οι προτάσεις αυτές εισάγονται ως αναφορικές ονοματικές αλλά λειτουργούν ως ονοματικές. Οι αναφορικές επιρρηματικές (μεικτές) προτάσεις διακρίνονται σε: αναφορικές-αιτιολογικές, αναφορικές-τελικές , αναφορικές-συμπερασματικές και αναφορικές-υποθετικές .

Eισαγωγή

Oι αναφορικές επιρρηματικές προτάσεις εισάγονται με τα αναφορικά επιρρήματα ο, , ο, θεν, νθεν, που, ποι, π.

Eκφορά

Oι αναφορικές επιρρηματικές προτάσεις εκφέρονται όπως και οι αναφορικές ονοματικές.

Συντακτικός ρόλος

Oι αναφορικές επιρρηματικές προτάσεις χρησιμοποιούνται στον λόγο ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί τόπου ή τρόπου:
Kαταλαμβάνει τ κύκλ ρη το πεδίου, θεν ο ξν Φιλώτα πισιτιεσθαι μελλον.
Σζεσθε π δυνατόν στι. (όπως, με όποιον τρόπο)

Διακρίνονται σε:
Aναφορικές αιτιολογικές·
εξαρτώνται κυρίως από ρήματα ψυχικού πάθους,
εισάγονται συνήθως με τις αναφορικές αντωνυμίες ς, στις, σος, οος,
εκφέρονται όπως οι αιτιολογικές προτάσεις με οριστική
άρνηση είναι ο, εφόσον πρόκειται για εξαρτημένες αποφαντικές προτάσεις που διατυπώνουν μιαν απόφανση (κρίση) ή έναν ισχυρισμό για κάτι πραγματικό:
χρησιμοποιούνται ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αιτίας:
Τν μητέρα μακάριζον, οων τέκνων τυχεν. [τι τοιούτων τέκνων τυχεν]

Aναφορικές τελικές·
εξαρτώνται κυρίως από ρήματα κίνησης ή σκόπιμης ενέργειας,
εισάγονται συνήθως με τις αναφορικές αντωνυμίες ς, στις,
εκφέρονται με οριστική μέλλοντα και χρησιμοποιούνται ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί του σκοπού
άρνηση είναι μη:
Μάρτυρας πεπόρισται, ο μαρτυρήσουσιν ατ. [να οτοι μαρτυρήσωσιν ατ]
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η εξαρτημένη αναφορική πρόταση ενδέχεται σε σπάνιες περιπτώσεις να εκφέρεται με υποτακτική και, μετά από ιστορικό χρόνο, με ευκτική:
ΟΜ Οδ 15.458 κα τότ' ρ' γγελον καν, ς γγείλειε γυναικί || και τότε έστειλαν έναν αγγελιοφόρο [για] να φέρει το μήνυμα στη γυναίκα.

Aναφορικές συμπερασματικές·
 εισάγονται συνήθως με τις αναφορικές αντωνυμίες ς, στις, σος, οος,
Εκφέρονται κατά κανόνα με οριστική, σπανιότερα με ευκτική και το ν ή με οριστική ενός ιστορικού χρόνου και το ν.
Πολύ συχνή είναι η εκφορά με οριστική μέλλοντα που σημαίνει το δυνατό
Η δυνητική ευκτική χρησιμοποιείται, όπως και και στις κύριες προτάσεις, όταν το συμπέρασμα που δηλώνει η εξαρτημένη αναφορική πρόταση παρουσιάζεται ως κάτι που μπορεί να συμβεί
άρνηση είναι ο
Η οριστική ιστορικού χρόνου με το ν χρησιμοποιείται, επίσης όπως και στις κύριες προτάσεις, όταν η εξαρτημένη αναφορική πρόταση δηλώνει ένα συμπέρασμα ή ένα επακόλουθο, το οποίο θα μπορούσε υπό ορισμένους όρους να πραγματοποιηθεί, αλλά δεν πραγματοποιήθηκε επειδή οι όροι αυτοί δεν εκπληρώθηκαν (πρόκειται δηλαδή για κάτι "μη πραγματικό"):
χρησιμοποιούνται ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί του αποτελέσματος. Συνήθως των προτάσεων αυτών προηγούνται οι λέξεις οτω(ς), τοιοτος, τοσοτος, τηλικοτος:
Οδες ν οτω φαλος, ς οκ ν πραττε τατα. [στε οτος οκ ν πραττε τατα]

Aναφορικές υποθετικές·
εισάγονται με αναφορικές αντωνυμίες και αναφορικά επιρρήματα,
εκφέρονται όπως οι υποθετικές προτάσεις
σχηματίζουν με την κύρια πρόταση υποθετικούς λόγους όλων των ειδών:
Οκ ν πεχειρομεν πράττειν, μ πιστάμεθα. [ε τινα μ πιστάμεθα: το αντίθετο του πραγματικού]
O τύραννοι ποκτεινύασι ν ν βούλωνται. [άν τινα βούλωνται: αόριστη επανάληψη στο παρόν-μέλλον]

Η αναφορική αντωνυμία, με την οποίαν εισάγονται οι υποθετικο-αναφορικές προτάσεις δεν δηλώνει ένα ορισμένο αντικείμενο, αλλά έχει έναν καθολικό ή γενικό και αόριστο χαρακτήρα. Το ς (στις) ισοδυναμεί εδώ δηλαδή με το ε τις, το ς ν (στις ν) με το άν τις. Στο αοριστολογικό χαρακτήρα των εν λόγω αντωνυμιών στις υποθετικο-αναφορικές προτάσεις οφείλεται και το γεγονός ότι συχνά απουσιάζει από την κύρια πρόταση κάποια λέξη, με την οποία θα μπορούσαν να συσχετιστούν. Τούτο συμβαίνει προπαντός στην περίπτωση γενικής ισχύος εκφράσεων ή αποφθεγμάτων.

·         Το πραγματικό (η εξαρτημένη υποθετικο-αναφορική πρόταση, δηλαδή η υπόθεση εκφέρεται με ε και οριστική οποιουδήποτε χρόνου, η κύρια πρόταση ως απόδοση συνήθως με οριστική, αλλά και με άλλες εγκλίσεις. Η άρνηση είναι μή):
ΘΟΥΚ 2.90.5 νδρας τε τν θηναίων πέκτειναν σοι μ ξένευσαν ατν || σκότωσαν τους Αθηναίους όσοι [= εφόσον, αν] δεν τους ξέφυγαν κολυμπώντας.

·         Το μη πραγματικό (η υποθετικο-αναφορική πρόταση εκφέρεται με οριστική ιστορικού χρόνου, η απόδοση στην κύρια πρόταση με δυνητική οριστική. Η άρνηση είναι μή)
ΛΥΣ 12.98 ο δ παδες μν, σοι [= ε τινες] νθδε σαν, π τοτων ν βρζοντο || και τα παιδιά σας, όσα [= αν] θα βρίσκονταν εδώ, θα ατιμάζονταν από αυτούς.

·         Το πιθανό ("απλή σκέψη του λέγοντος"). Η υποθετικο-αναφορική πρόταση εκφέρεται με ευκτική, η απόδοση συνήθως με δυνητική ευκτική, σπανιότερα με οριστική αρχικού χρόνου, προστακτική ή ισοδύναμο ρηματικό τύπο. Η άρνηση είναι μή)
ΣΟΦ Αντ 666 λλ' ν πλις στσειε[= ε τινα πόλις στήσειε], τοδε χρ κλειν || όποιον όμως επιλέξει [= αν όμως ενδεχομένως επιλέξει κάποιον] η πόλη πρέπει να τον υπακούει κανείς.

·         Το προσδοκώμενο (η υποθετικο-αναφορική πρόταση εκφέρεται με υποτακτική και το ν, η απόδοση με οριστική μέλλοντα ή άλλη έγκλιση με σημασία μέλλοντα. Η άρνηση είναι μή):

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.3.15 τ νδρ ν ν [= άν τινα] λησθε πείσομαι δυνατν μάλιστα || σε εκείνον που θα εκλέξετε [= αν εκλέξετε κάποιον] στρατηγό θα υπακούσω απόλυτα.

·         Την αόριστη επανάληψη στο παρόν ή το μέλλον (η υποθετικο-αναφορική πρόταση εκφέρεται με υποτακτική και το ν, η απόδοση με οριστική ενεστώτα ή ισοδύναμο ρηματικό τύπο)

·         Την επανάληψη στο παρελθόν (ηυποθετικο-αναφορική πρόταση εκφέρεται με ευκτική, η απόδοση με παρατατικό οριστικής ή ισοδύναμο ρηματικό τύπο)
ΘΟΥΚ 8.66.1 βούλευον δ οδν τι [= ε τι] μ τος ξυνεστσι δοκοίη || δεν συζητούσαν τίποτα που να μην [= αν δεν] το έχουν εγκρίνει οι συνωμότες.
 Î‘ποτέλεσμα εικόνας για αρχαια
Αναφορικές παραβολικές (ή συγκριτικές ή ομοιωματικές ή παρομοιαστικές)
ονομάζονται οι προτάσεις που εκφράζουν παρομοίωση ή σύγκριση. Πιο συγκεκριμένα, το περιεχόμενο μιας αναφορικής παραβολικής πρότασης συγκρίνεται ή παρομοιάζεται με το περιεχόμενο μιας άλλης, της προσδιοριζόμενης. Μέσω αυτής της σύγκρισης διαπιστώνεται ομοιότητα (ή διαφορά) ανάμεσά τους ως προς το ποσό, το ποιόν (δηλ. κάποια ιδιότητα) ή τον τρόπο.
Εισάγονται: Οι αναφορικές παραβολικές προτάσεις εισάγονται με αναφορικές αντωνυμίες ή αναφορικά επιρρήματα. Ενώ οι υπόλοιπες αναφορικές προτάσεις αναφέρονται και προσδιορίζουν οποιονδήποτε όρο κάποιας άλλης πρότασης, οι αναφορικές παραβολικές αναφέρονται οπωσδήποτε σε μια συσχετική δεικτική αντωνυμία ή επίρρημα της προσδιοριζόμενης πρότασης και συγκρίνονται μ' αυτήν/ό. Οι δεικτικές αυτές αντωνυμίες ή επιρρήματα σχηματίζουν με τις εισαγωγικές λέξεις των αναφορικών παραβολικών προτάσεων τα λεγόμενα παραβολικά ζεύγη (γεγονός που βοηθά τόσο στον εντοπισμό μιας αναφορικής παραβολικής πρότασης όσο και στη διαπίστωση της σχέσεως που εκφράζεται μέσω αυτής.).
εισάγονται:
α) Όταν εκφράζουν ποσό, με τις αναφορικές αντωνυμίες σος, πόσος, λίκος, πηλίκος και τα αναφορικά επιρρήματα σον, σ:
Ατιον ν οχ λιγανθρωπία τοσοτον σον χρηματία [ατιον ν].
β) Όταν εκφράζουν ποιόν, με τις αναφορικές αντωνυμίες οος, ποος:
Συμβαίνει τοιοτον, οον κα τ νν [συμβαίνει].
γ) Όταν εκφράζουν τρόπο, με τα αναφορικά επιρρήματα ς, σπερ, πως, καθάπερ, περ, , οον, οα23:
Τν αυτο δελφν δίδωσιν Σεύθ, σπερ πέσχετο.

Τα πιο εύχρηστα παραβολικά ζεύγη είναι:
• για την έννοια της ποιότητας:
τοιοῦτος - οἷος / ὁποῖος
τοιόσδε - οἷος

• για την έννοια της ποσότητας:
τοσοῦτος - ὅσος/ὁπόσος (και τα αντίστοιχα τοσοῦτον - ὅσον / ὅσῳ, τοσοῦτῳ - ὅσῳ)
τόσος / τοσόσδε - ὅσος (και τα αντίστοιχα τόσον - ὅσον / ὅσῳ, τόσῳ - ὅσῳ)
τηλικοῦτος - ἡλίκος / ὅσος

• για την έννοια του τρόπου:
οὕτω - ὡς / ὥσπερ / οἷον/οἷα
ὧδε - ὡς
ταύτῃ - ᾗ / ᾗπερ

Εκφέρονται:
α) Aπλή οριστική, όταν δηλώνουν το πραγματικό:
μ γάπα, σπερ κα μες τος μετέρους παδας γαπτε.
β) με δυνητική οριστική, όταν δηλώνουν ότι κάτι ήταν δυνατό ή πιθανό στο παρελθόν υπό κάποιες προϋποθέσεις, επομένως όταν δηλώνουν το μη πραγματικό.
γ) με δυνητική ευκτική, όταν δηλώνουν ότι κάτι είναι δυνατό ή πιθανό στο παρόν ή στο μέλλον κάτω από κάποιες προϋποθέσεις.
δ) με υποτακτική + ν, όταν δηλώνουν κάτι υποτιθέμενο.
ε) με ευκτική, όταν δηλώνουν κάτι υποτιθέμενο (ή απροσδιόριστο) ή από εξάρτηση από ιστορικό χρόνο (ή έλξη από άλλη ευκτική).
σπερ ον μο ν ργίζεσθε κα ξιοτε δίκην τν μεγίστην πιτιθέναι, οτως ξι μς πονηρος ατος νομίζειν.
ξαρχς ον μν, πως ν δύνωμαι, διηγήσομαι τ πεπραγμένα.
θ' οτως, σπερ ν φήσαιμεν, χειν συμφέρει.

Συχνά παραλείπεται το ρήμα της αναφορικής παραβολικής πρότασης. Μετά την παράλειψη ρημάτων που δηλώνουν συνήθεια ή επανάληψη (συμβαίνει, γίγνεται,
ποίησαν, ποιε τις κ.τ.ο.), προέκυψαν και κάποιες στερεότυπες βραχυλογικές εκφράσεις, όπως οι παρακάτω:
σπερ τις κα λλος / ς τις κα λλος (= όσο κανένας άλλος)
ς καστος / κάτεροι (=ο καθένας/ο καθένας από τους δυο)
ς τ πολ / ς π τ πολ / ς πάνυ (=ως επί το πλείστον)

Από σύμπτυξη των υποθετικών και των αναφορικών παραβολικών προήλθαν στερεότυπες βραχυλογικές εκφράσεις που λειτουργούν επιρρηματικά εκφράζοντας παρομοίωση: Πρόκειται για τα σπερ ε, σπερ ν ε, σπερ ν, ς ε, ς ν ε, ς ν , που συχνά γράφονται και ως μία λέξη, και συχνά συνοδεύουν μετοχή ή όνομα.

Συντακτικός ρόλος
Oι αναφορικές παραβολικές προτάσεις χρησιμοποιούνται στον λόγο, όπως και στη N.E., ως επιρρηματικοί προσδιορισμοί σύγκρισης – παρομοίωσης.

Σημείωση:

Να αναγνωρίσετε πλήρως τις ακόλουθες αναφορικές προτάσεις:
στι Δίκης φθαλμός, ς τά πάντα ρ.
ν τις Φιλλίδας, ς γραμάτευσεν τος πολεμάρχοις. 
Ο πράττομεν τατα, μή πιστάμεθα. 
σύ μισες, τέρ μή ποήσς .    
Δλον στιν τι οκ ν προύλεγεν ε μή πίστευεν ληθεύσειν.       
Οτός στιν ς πέκτεινε τούς στρατηγούς.                   
Κλέαρχε, πόφηναι γνώμην, ,τι σοι δοκε.  
Διαφθαρεται τόν δμον, ς ο μετέχεσχε τς ποστάσεως.   
Οδεμία πάρεστιν ς κειν χρν.          
λεγεν τι δικοεν.
νεπαύοντο που καστος τύγχανεν. (όπου)
Ο γεμόνες τούς λληνας ξουσιν νθεν ξουσι τά πιτήδεια.
Ο βάρβαροι φευγον καστος δύνατο.
Θαυμαστόν ποες, ς μν οδέν δίδως.  
Πορεύονται γάρ α γέλαι, που ν ατάς εθύνωσιν ο νομες.
Τίς οτω μαίνεται, στις ο βούλεται φίλος σοι εναι; 
πλα κτνται, ος μύνονται τούς δικοντας.          
Πρεσβείαν πέμψατε, τις τατα ρε.      
Οδείς οτως νόητός στιν, στις πόλεμος πρό ερήνης αρεται.
Τήν μητέραν μακάριζον, οων τέκνων τυχον.
Σζεσθε π δυνατόν στι. (όπως, με όποιον τρόπο)
φάνη κονιορτός, σπερ νεφέλη λευκή.
γήσαντο τατα οτω πεπρχθε, σπερ ν πραχθ.
σ τς πόλεως δύναμις λάττω γέγονε, τοσούτ τούτων ηξηται.
Σίτ τοσούτ χρτο Σωκράτης, σον δέως σθιε.
Οτω ζσιν, σπερ ν οδέ δολος βούλετο ζν.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

INDIA (BHARAT) - NEPAL 2024

Δημοκρατία της Ινδίας ινδικά: Bhārat Ganarājya ) είναι χώρα στη Νότια Ασία. Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία του Νεπάλ είναι μια μεσόγεια ασι...