ΣΥΛΛΟΓΙΣΜΟΙ
Θεωρία - Αναλυτική παρουσίαση
- Ποια είναι τα είδη των συλλογισμών με βάση την πορεία σκέψης του πομπού;
- Παραγωγικός: Ο συγγραφέας ξεκινά από μια γενική θέση/ κρίση και καταλήγει σε ένα ειδικό συμπέρασμα. Το συμπέρασμα αφορά ένα μέρος του συνόλου.
π.χ. Τα
φυλλοβόλα δέντρα, κατά τη χειμερινή περίοδο, ρίχνουν το φύλλωμά τους. Η
καστανιά είναι φυλλοβόλο δέντρο.
- Επαγωγικός: Ο συγγραφέας ξεκινά από μια ειδική θέση/ κρίση και καταλήγει σε ένα γενικό συμπέρασμα. Το συμπέρασμα αφορά ένα σύνολο.
π.χ. Η
καστανιά είναι φυλλοβόλο δέντρο.
Κατά τη
χειμερινή περίοδο, ρίχνει το φύλλωμά της.
Άρα, όλα τα
φυλλοβόλα δέντρα, κατά τη χειμερινή περίοδο, ρίχνουν τα φύλλα τους.
- Αναλογικός: Ο συγγραφέας ξεκινά από μια ειδική θέση/ κρίση και με βάση κάποια/ες ομοιότητα/ες καταλήγει σε ένα συμπέρασμα για μια άλλη ειδική περίπτωση.
π.χ. Η
καστανιά είναι φυλλοβόλο δέντρο και, κατά τη χειμερινή περίοδο, ρίχνει τα φύλλα
της.
Η αμυγδαλιά
είναι και αυτή φυλλοβόλο δέντρο.
Άρα, η
αμυγδαλιά, κατά τη χειμερινή περίοδο, ρίχνει τα φύλλα της.
- Τι είναι η ΤΕΛΕΙΑ και η ΑΤΕΛΗΣ επαγωγή;
- ΤΕΛΕΙΑ επαγωγή έχουμε, όταν ο επαγωγικός συλλογισμός μάς οδηγεί σε ένα βέβαιο και ασφαλές συμπέρασμα.
- ΑΤΕΛΗΣ επαγωγή έχουμε, όταν ο επαγωγικός συλλογισμός μάς οδηγεί σε αβέβαιο και επισφαλές συμπέρασμα. Γι΄αυτό συνήθως το συμπέρασμα έχει πιθανολογικό χαρακτήρα και διατυπώνεται με λέξεις όπως: μπορεί, ίσως, πιθανόν, ενδεχομένως.
π.χ. Η Μαρία
μελέτησε συστηματικά και μπήκε στο Πανεπιστήμιο.
Αρκετοί
μαθητές μελετούν συστηματικά.
Άρα, όσοι
μαθητές μελετούν συστηματικά, μπορεί να μπουν στο Πανεπιστήμιο.
(Υπάρχουν
και αστάθμητοι παράγοντες που, δυστυχώς, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει.)
Διατυπωμένο πιθανολογικά το
συμπέρασμα, ευσταθεί λογικά.
- Ποια είναι τα είδη του επαγωγικού συλλογισμού;
- Γενίκευση: Πρέπει να βασίζεται σε επαρκή στοιχεία, για να είναι επιτρεπτή. Αν δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία είναι επισφαλής και βεβιασμένη.
π.χ. Το
φθόριο (F) είναι θαμπό.
Το χλώριο
(Cl) είναι θαμπό.
Το βρόμιο
(Br) είναι θαμπό.
Άρα, όλα τα
αμέταλλα στοιχεία είναι θαμπά.
- Αίτιο – αποτέλεσμα: Η αιτιώδης σχέση ανάμεσα στο αίτιο και το αποτέλεσμα πρέπει να είναι λογική (όχι απλώς χρονολογική) και η αιτία ή οι αιτίες να είναι αναγκαία/ες ή/ και επαρκής/είς για να προκληθεί το αποτέλεσμα.
π.χ. Η καλή
γνώση γραμματικής είναι απαραίτητη για να γράφουμε σωστά. Η καλή γνώση
συντακτικού μάς βοηθά να διατυπώνουμε με σαφήνεια τις σκέψεις μας. Επομένως, η
γνώση μορφοσυντακτικών κανόνων μπορεί να οδηγήσει σε ένα άρτιο γραπτό.
(Οι αιτίες είναι αναγκαίες αλλά όχι
επαρκείς. Γι’ αυτό το συμπέρασμα έχει πιθανολογική διατύπωση)
π.χ. Η
υγιεινή διατροφή μάς προφυλάσσει από προβλήματα υγείας. Η συστηματική άσκηση
μάς προσφέρει σωματική ευεξία. Γι’ αυτό, όποιος τρέφεται σωστά και γυμνάζεται
τακτικά, μπορεί να εξασφαλίσει μακροζωία.
(Οι αιτίες είναι επαρκείς αλλά όχι
αναγκαίες. Γι’ αυτό το συμπέρασμα έχει πιθανολογική διατύπωση)
- Αναλογία:
- Κυριολεκτική αναλογία: Συγκρίνονται αντικείμενα/ έννοιες τα οποία έχουν βασικές ομοιότητες και εμφανείς. Όταν η σύγκριση δεν εξωθείται πέρα από το επιτρεπόμενο όριο, μπορεί να έχει την ισχύ λογικού επιχειρήματος και να χρησιμοποιηθεί στην πειθώ και την επιχειρηματολογία.
- Μεταφορική αναλογία: Συγκρίνονται αντικείμενα/ έννοιες τα οποία δεν έχουν εμφανείς ομοιότητες. Η σύγκριση είναι επιφανειακή και απευθύνεται στο συναίσθημα του δέκτη. Δεν έχει αποδεικτική ισχύ λογικού επιχειρήματος.
π.χ.
Δεν
πειράζει∙ μήτε τ΄απαρνιέμαι αυτά τα κείμενα μήτε δοκιμάζω, στη βασική τους δομή
τουλάχιστον, να τα διορθώσω. Αντιπροσωπεύουν στα μάτια μου την εποχή που, για
έναν έφηβο, το γράψιμο δεν μπορούσε να΄ναι παρά μια συνειδητή, αδιάλλαχτη και
αδιάκοπη άσκηση ανορθοδοξίας. Και αυτό έχει σημασία. Όταν έπιανα την πένα,
θυμάμαι, ήθελα να αισθάνομαι πριν απ΄όλα ελεύθερος. Έτσι σα να΄βγαινα στα βουνά
και να μπορούσα να τσαγκρουνίζομαι στ΄αγριοκλώναρα, να ζουπάω πού και πού
κανένα μοσχομπίζελο, να δρασκελάω χαντάκια, να πίνω χούφτες το καθαρό νερό.
Ήθελα στο βάθος να τραγουδήσω αλλιώς απ΄ό,τι τραγουδάνε οι άλλοι – κι ας ήτανε
φάλτσα.
Οδυσσέας Ελύτης, Ανοιχτά χαρτιά
Τα μέρη της σύγκρισης είναι πάντα μία κατάσταση προσιτή σε εμάς από την
εμπειρική πραγματικότητα και η αποδεικτέα θέση, η οποία δεν εμφανίζεται στην
εμπειρική πραγματικότητα.
Η αναλογία
είναι κυριολεκτική επειδή:
- Η ομοιότητα ανάμεσα στα συγκρινόμενα είναι βασική και εμφανής.
- Δεν εξωθείται πέρα από το επιτρεπόμενο όριο.
- Η αναλογία είναι μεταφορική επειδή:
- Η ομοιότητα δεν είναι ούτε βασική ούτε εμφανής. Αντίθετα, είναι εντελώς επιφανειακή, γιατί δεν αναφέρονται οι ιδιότητες ούτε του χρόνου ούτε του βασιλιά στη σύγκριση.
- Απευθύνεται στο συναίσθημα του δέκτη και όχι στη λογική του.
- Στη θέση λογικού επιχειρήματος θα μας οδηγούσε σε λογικό σφάλμα.
Θυμάμαι πάντα ότι η αναλογία είναι μία
εκτεταμένη παρομοίωση.
Πότε
μία κυριολεκτική αναλογία έχει αποδεικτική ισχύ λογικού επιχειρήματος και πότε
έχει μόνο διασαφητική/ επεξηγηματική λειτουργία;
Για να
απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα πρέπει να θέσουμε δύο υποερωτήματα στον εαυτό
μας:
Α) Σε τι
είδους κείμενο εντοπίζουμε την αναλογία;
Β) Ποια
είναι η πρόθεση του συγγραφέα;
Αν το κείμενό
μας είναι αποδεικτικό δοκίμιο/ δοκίμιο πειθούς, τότε ο συγγραφέας πιθανόν να
θέλει να μας πείσει για μία θέση και παραθέτει την κυριολεκτική αναλογία. Αν,
όμως, το κείμενό μας είναι στοχαστικό δοκίμιο ή άλλο είδος λόγου που δεν έχει
ως στόχο την επιχειρηματολογία, τότε μάλλον θέλει να διασαφηνίσει ή να
επεξηγήσει μία έννοια/ κατάσταση. Τέλος, το περικείμενο θα μας βοηθήσει
να κατανοήσουμε την πρόθεση του συγγραφέα.
π.χ.
Έτσι η παλιά
επιθυμία των Ελλήνων για διαύγεια συναντά τον δικό μας σεβασμό για την εργασία.
Οι Έλληνες, ο πολιτισμός των οποίων ήταν αριστοκρατικός, δεν είχαν το ιδεώδες
της εργασίας. Έκαναν λόγο για την εργασία στους αγρούς, περισσότερο όμως τους
ενδιέφερε η εργασία του πνεύματος: τα υπόλοιπα τα ανέθεταν στους δούλους.
Σ΄αυτό έχουμε αλλάξει και προοδεύσει. Οι Έλληνες όμως άνοιξαν τον δρόμο στον
χώρο του πνεύματος κι αυτό πρέπει να τους το αναγνωρίσουμε. Σήμερα που η
εργασία έχει μεταμορφωθεί δεν πρέπει να περιφρονούμε εκείνη των διανοουμένων,
ούτε τη χαρά που τους προσφέρει. Όσο για μένα, νιώθω μεγάλη χαρά όταν, το
καλοκαίρι, μαζεύω βατόμουρα, κάθιδρη, προσπαθώντας να τα πιάσω μέσα από τα
αγκαθωτά κλαδιά και τις ρίζες που προχωρούν βαθιά στο σκληρό χώμα. Είναι κουραστικό
σίγουρα αλλά η κούραση μοιάζει μ΄εκείνη που αντιμετωπίζουμε («Θα το πιάσω, λίγο
ακόμα!») μπροστά στο νόημα μιας φράσης.
Jacqueline de Romilly, Τι πιστεύω, μετάφραση Σώτη
Τριανταφύλλου
- Σε αυτό το κείμενο η συγγραφέας αναφέρεται στην εργασία ως μέρος της ζωής των αρχαίων Ελλήνων. Εξηγεί ότι τους ενδιέφερε κυρίως η πνευματική εργασία και ότι ανέθεταν τις χειρωνακτικές εργασίες στους δούλους. Στη συνέχεια, μας μεταφέρει στο σήμερα και διαπιστώνει πρόοδο σε αυτόν τον τομέα (αφού δεν υπάρχουν δούλοι και οι χειρωνακτικές εργασίες αποτελούν μέρος της καθημερινότητάς μας). Τέλος, αναφέρεται στον ίδιο της τον εαυτό και συγκρίνει την κοπιώδη προσπάθειά της να μαζέψει βατόμουρα μέσα από τα αγκαθωτά κλαδιά και τις ρίζες με την εξίσου κοπιώδη προσπάθεια να κατανοήσει ένα δυσπρόσιτο νόημα μιας φράσης.
- Ποια είναι η πρόθεση της συγγραφέα, να πείσει ή να επεξηγήσει;
Το κείμενο
δεν είναι αποδεικτικό δοκίμιο και η αναλογία βρίσκεται στο τέλος της
παραγράφου. Η συγγραφέας κάνει μία προσωπική εξομολόγηση, που ακολουθεί τη διαπίστωση
ότι σήμερα οι χειρωνακτικές εργασίες είναι υπόθεση όλων. Έτσι κι αυτή, ως
άνθρωπος της σύγχρονης εποχής, ασχολείται με τη συγκομιδή καρπών, αλλά
ταυτόχρονα δεν απαρνιέται την πνευματική εργασία. Η αναλογία αποσκοπεί
περισσότερο στη διασάφηση/ επεξήγηση της δυσκολίας που βιώνει για να
«κατακτήσει» ένα δύκολο νόημα παρά στο να επιχειρηματολογήσει για να μας
πείσει.
Ο νοερός διάλογος με το κείμενο μάς
βοηθά να αποκαλύψουμε τα νοήματά του!
π.χ.
Μία
ανθρώπινη ψυχή χωρίς την πρέπουσα παιδεία μοιάζει με ένα μάρμαρο λατομείου, που
δεν αποκαλύπτει καμιά από τις ομορφιές του, ως τη στιγμή που η τέχνη του
μαρμαρά αποκαλύψει τα χρώματα και φέρει στο φως κάθε απόχρωση, κηλίδα και φλέβα
που περνά μέσα από τον κορμό του. Με τον ίδιο τρόπο και η παιδεία, όταν επενεργήσει
πάνω σ΄ένα έξοχο πνεύμα, μας αποκαλύπτει όλες τις κρυφές αρετές και τα
προτερήματά του, που χωρίς μία τέτοια βοήθεια δε θα μπορούσαν ποτέ να βγουν στο
φως.
Ν. Θ. Γρηγοριάδης, Το δημιουργικό γράψιμο
- Ποια είναι η πρόθεση του συγγραφέα, να πείσει ή να επεξηγήσει;
Το απόσπασμα
προέρχεται από αποδεικτικό δοκίμιο και η αναλογία καταλαμβάνει μία ολόκληρη
παράγραφο. Ο συγγραφέας συγκρίνει την επίδραση της τέχνης του μαρμαρά στο
μάρμαρο με την επίδραση της παιδείας στην ανθρώπινη ψυχή. Η ομοιότητα (κοινός
όρος) ανάμεσα στα συγκρινόμενα είναι η αποκάλυψη των όμορφων/ θετικών στοιχείων
του μαρμάρου (άψυχου υλικού) και του πνεύματος (έμψυχου υλικού). Η αναλογία
έχει την αποδεικτική ισχύ λογικού επιχειρήματος και αποσκοπεί στο να μας πείσει
για τα οφέλη της πρέπουσας παιδείας στον άνθρωπο.
Όταν η αναλογία έχει επιχειρηματολογική
λειτουργία, ταυτίζεται με τον αναλογικό συλλογισμό.
- Ποια είδη συλλογισμών γνωρίζετε με βάση το είδος των προτάσεων;
- ΚΑΤΗΓΟΡΙΚΟΙ: Απαρτίζονται από προτάσεις που περιέχουν υποκείμενο (μπορεί και να εννοείται), συνδετικό ρήμα και κατηγορούμενο. Το συμπέρασμα προκύπτει από κατηγορικές προτάσεις.
- ΥΠΟΘΕΤΙΚΟΙ: Απαρτίζονται από υποθετικούς λόγους, δηλαδή υποθετικές προτάσεις (εάν, αν, άμα) και τις αποδόσεις τους (κύριες προτάσεις). Εάν η υποθετική πρόταση εισάγεται θετικά, έχουμε θέση υπόθεσης και αν η απόδοση εκφέρεται θετικά έχουμε θέση απόδοσης. Εάν η υποθετική πρόταση εισάγεται αρνητικά, έχουμε άρση υπόθεσης και εάν η απόδοση εκφέρεται αρνητικά, έχουμε άρση απόδοσης.
- ΔΙΑΖΕΥΚΤΙΚΟΙ: Όταν οι προτάσεις (η μία ή και οι δύο προκείμενες) διατυπώνονται με διαζευκτικούς συνδέσμους (ή…ή, είτε…είτε).
- Ποια είναι η δομή ενός επιχειρήματος;
Ένα
επιχείρημα απαρτίζεται από μία (άμεσος συλλογισμός) ή δύο και
περισσότερες προκείμενες (έμμεσος συλλογισμός), που περιέχουν κρίσεις, και
μία πρόταση που απορρέει λογικά από τις προκείμενες, το συμπέρασμα.
Συλλογισμός είναι ο τρόπος με τον οποίο
αναπτύσσεται ένα επιχείρημα.
- Τι είναι ο παραλογικός συλλογισμός;
Ορισμένα
συλλογιστικά σχήματα μολονότι δε συμβαδίζουν με τον ορθό λόγο, εντούτοις μπορεί
να επηρεάσουν το δέκτη του μηνύματος και να τον παραπλανήσουν, επειδή εξωτερικά
μοιάζουν με τους έγκυρους συλλογισμούς. Τα συλλογιστικά αυτά σχήματα που
ονομάζονται και παραλογισμοί μπορεί να οφείλονται είτε σε λογικά σφάλματα είτε
σε πρόθεση εξαπάτησης, σε λογική δηλαδή παγίδα που στήνει ο πομπός στο δέκτη.
Στην τελευταία αυτή περίπτωση ο παραλογισμός ονομάζεται σόφισμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου