Ρήματα
Μονόπτωτα ή Δίπτωτα
Μεταβατικά λέγονται τα ρήματα που φανερώνουν ότι η ενέργεια που κάνει το υποκείμενο πηγαίνει σ’ ένα πρόσωπο, ζώο ή πράγμα.
Αμετάβατα λέγονται τα ρήματα που η ενέργειά τους δεν πηγαίνει πουθενά, ούτε σε πρόσωπο, ούτε σε ζώο, ούτε σε πράγμα.
Τα αμετάβατα ρήματα δεν έχουν αντικείμενο.
Τα ενεργητικά μεταβατικά ρήματα χωρίζονται σε δύο
κατηγορίες: τα μονόπτωτα και τα δίπτωτα.
Μονόπτωτα ρήματα
λέγονται αυτά που δέχονται:
α) ένα αντικείμενο σε μια μόνο πτώση ή
β) πολλά αντικείμενα τα οποία είναι ίδιας ποιότητας και
βρίσκονται όλα στην ίδια πτώση.
Δίπτωτα ρήματα
λέγονται αυτά που δέχονται δύο αντικείμενα:
α) σε διαφορετική πτώση το καθένα ή
β) στην ίδια πτώση, αλλά διαφορετικής ποιότητας (π.χ. το
ένα δηλώνει πράγμα, το άλλο πρόσωπο)
Αντικείμενο σε γενική παίρνουν οι εξής κατηγορίες
ρημάτων:
α) Όσα σημαίνουν μνήμη ή λήθη:
μνημονεύω (φέρνω στη μνήμη μου), μιμνήσκομαι (θυμάμαι), μέμνημαι (θυμάμαι), ἐπιλανθάνομαι
(λησμονώ)
● Μέμνησο τῶν απόντων φίλων(= Να θυμάσαι τους απόντες
φίλους)
● Τοῦ φθόνου ἐπελέληστο(= Είχε λησμονήσει το φθόνο)
β) Όσα σημαίνουν φροντίδα, επιμέλεια και τα
αντίθετά τους: φροντίζω, ἐπιμελοῦμαι (φροντίζω), προνοῶ< (φροντίζω,
προνοώ), μέλει μοί τινος (φροντίζω για κάτι), κήδομα (φροντίζω), μεταμέλλει μοί
τινος (μετανοώ για κάτι), μεταμέλλομαι (μετανοώ), ὀλιγωρῶ (παραμελώ), ἀμελῶ
● Ἑπεμελοῦντο τῆς πόλεως(= Φρόντιζαν για την πόλη)
● Φίλιππος ὠλιγώρει τῆς αὐτοῦ ζωῆς(= Ο Φίλιππος
παραμελούσε τη ζωή του)
γ) Όσα σημαίνουν φειδώ (περιορισμό, φιλαργυρία)
και τα αντίθετά τους: φείδομαι (τσιγκουνεύομαι, λυπάμαι), ἀφειδῶ
(αψηφώ, δε λυπάμαι, είμαι σπάταλος)
● Ἀγησίλαος οὐ ἐφείδετο χρημάτων(= Ο Αγησίλαος δεν έκανε
οικονομία χρημάτων)
δ) Όσα σημαίνουν επιθυμία: ἐπιθυμῶ, ἐρῶ
/ ἐρῶμαι (αγαπώ, επιθυμώ), ἐφίεμαι(επιθυμώ), ὀρέγομαι (ποθώ, επιθυμώ), γλίχομαι
(επιθυμώ)
● Κριτίας ἐπεθύμησε τῆς σωφροσύνης(= Ο Κριτίας επιθύμησε
τη σωφροσύνη)
ε) Όσα σημαίνουν απόλαυση: ἀπολαύω
(απολαμβάνω κάτι), ὀνίναμαι(απολαμβάνω, χαίρομαι)
● Ἀπολαύουσι τῶν ἀγαθῶν(= Απολάμβαναν τα αγαθά)
στ) Όσα σημαίνουν μετοχή: μετέχω
(συμμετέχω σε κάτι), μεταλαμβάνω (μετέχω σε κάτι), κοινωνῶ (συμμετέχω σε κάτι),
κληρονομῶ, μέτεστί μοί τινος (μετέχω σε κάτι)
● Μετέσχον πόνων(= Πήραν μέρος σε κόπους)
ζ)
Όσα σημαίνουν πλησμονή (αφθονία): βρίθω, (είμαι φορτωμένος),
πίμπλαμαι(είμαι γεμάτος), εὐπορῶ (έχω κάτι σε αφθονία), γέμω (είμαι γεμάτος)
πλήθω (είμαι πλήρης), μεστῶ (παραγεμίζω)
● Ὁ λιμὴν ἔγεμε πλοίων(= Το λιμάνι ήταν γεμάτο πλοία)
η) Όσα σημαίνουν στέρηση: δέω /
δέομαι (έχω ανάγκη, χρειάζομαι), δεῖ μοί τινος(μου λείπει κάτι), χρῄζω (έχω
ανάγκη, χρειάζομαι), ἀπορῶ (στερούμαι), στέρομαι(στερούμαι), σπανίζω (έχω
έλλειψη)
● Παραδείγματος τὸ παράδειγμα αὐτό δεδέηκεν(= Το
παράδειγμα έχει ανάγκη άλλου παραδείγματος)
θ) Όσα σημαίνουν αίσθηση: αφή, γεύση,
όσφρηση, οσμή, ακοή: ἄπτομαι (πιάνω, πιάνομαι), ψαύω (αγγίζω), θιγγάνω
(αγγίζω), ἔχομαι (κρατιέμαι σταθερά), ἀντέχομαι
(κρατιέμαι από κάτι), δράττομαι (πιάνω), λαμβάνομαι (πιάνομαι από κάτι), ἐπιλαμβάνομαι
(κρατιέμαι), ἀντιλαμβάνομαι (κρατιέμαι), γεύομαι(δοκιμάζω, τρώω) ὀσφραίνομαι, ὄζω
(μυρίζω), πνέω (αποπνέω, αναδίδω μυρωδιά), ἀκούω, ἀκροῶμαι (ακούω, προσέχω σε
κάτι)
● Ἤσθοντο τῆς κραυγῆς(= Αντιλήφτηκαν την κραυγή)
ι) Όσα σημαίνουν απόπειρα, επιτυχία, αποτυχία: πειρῶ (επιχειρώ, δοκιμάζω), πειρῶμαι (δοκιμάζω, εξετάζω) τυγχάνω (επιτυγχάνω), ἐξικνοῦμαι (φθάνω, επιτυγχάνω), ἐφικνοῦμαι (φθάνω, επιτυγχάνω) ἀποτυγχάνω, ἁμαρτάνω(αποτυγχάνω), διαμαρτάνω, ἐξαμαρτάνω
● Νίκης τετυχήκαμεν(= Έχουμε πετύχει νίκη)
ια) Όσα σημαίνουν έναρξη, λήξη: ἄρχω
/ ἄρχομαι (αρχίζω), λήγω (σταματώ), παύομαι (σταματώ)
● Οἱ κακοὶ ἄρχονται τῆς φυγῆς(= Οι δειλοί αρχίζουν τη
φυγή)
ιβ) Όσα σημαίνουν εξουσία: ἄρχω
(είμαι άρχοντας, εξουσιάζω), κρατῶ(εξουσιάζω, νικώ), βασιλεύω, ἡγεμονεύω (είμαι
ηγεμόνα), δεσπόζω (είμαι δεσπότης-κυρίαρχος, κυριαρχώ), στρατηγῶ (είμαι
στρατηγός), τυραννῶ (είμαι τύραννος), ἡγοῦμαι (είμαι αρχηγός)
● Οἱ πατέρες ἡμῶν Μήδων ἐκράτησαν(= Οι πατέρες μας
νίκησαν τους Μήδους)
ιγ) Όσα σημαίνουν χωρισμό, απομάκρυνση,
απαλλαγή, αποχή: χωρίζομαι, διέχω(απέχω), ἄπειμι (απομακρύνομαι), εἴκω
(υποχωρώ), παραχωρῶ (παραμερίζω), ἀπαλλάττω (απαλλάσσω), ἐλευθερῶ (ελευθερώνω),
λύω (λύνω, ελευθερώνω), ἀφίεμαι (αφήνω, απαλλάσσω), ἀπέχω / ἀπέχομαι (απέχω)
● Ὁδοῦ παραχωροῦσι(= Παραμερίζουν στο δρόμο)
ιδ) Όσα σημαίνουν καταγωγή: εἰμί
(κατάγομαι), γίγνομαι (γεννιέμαι), ἔφυν(γεννήθηκα), πέφυκα (έχω γεννηθεί)
● Πατρὸς ἀγαθοῦ πέφυκα(= Έχω γεννηθεί από γενναίο πατέρα)
ιε) Όσα σημαίνουν σύγκριση, διαφορά,
υπεροχή: ἡττῶμαι (είμαι κατώτερος), λείπομαι (υστερώ), ὑστερῶ
(καθυστερώ, είμαι κατώτερος), διαφέρω (υπερέχω), προέχω (προηγούμαι), πλεονεκτῶ
(υπερβάλλω), περίειμι (υπερέχω)
● Μειονεκτῶ τῶν ἰδιωτῶν τῇ εὐφροσύνῃ(= Είμαι κατώτερος
από τους πολίτες στην ευφροσύνη)
ιστ) Πολλά σύνθετα με τις προθέσεις: ἀπό, ἐκ,
πρό, ὑπέρ, κατά: ἀποκλείω(παρεμποδίζω), ἀφίσταμαι (απομακρύνομαι,
αποστατώ), ἐκβάλλω (μεταφέρω έξω), ἐκβαίνω (εξέρχομαι), προστατῶ (είμαι
αρχηγός), προτιμῶ (φροντίζω, προσέχω), ὑπεραλγῶ (λυπάμαι), ὑπερέχω, καταγελῶ
(περιγελῶ)
● Προκινδυνεύουσι τῶν πολιτῶν(= Κινδυνεύουν χάρη των
πολιτών)
Παρατηρήσεις:
1. Τα ρήματα ἀγαπῶ, ποθῶ, φιλῶ παίρνουν αντικείμενο σε
αιτιατική.
2. Το ρήμα ὁρῶ (βλέπω), όταν σημαίνει ἀρκοῦμαι, παίρνει
αντικείμενο σε δοτική.
3. Το ρήμα κρατῶ με αιτιατική σημαίνει νικώ, καταβάλλω.
4. Το ρήμα ἡγοῦμαι με δοτική σημαίνει οδηγώ, και με
απαρέμφατο σημαίνει νομίζω
5. Τα ρήματα φεύγω, ἁλίσκομαι και κρίνομαι συντάσσονται
με γενική της αιτίας, όταν έχουν δικαστική έννοια.
Μονόπτωτα ρήματα
με δοτική
Αντικείμενο σε δοτική παίρνουν οι εξής κατηγορίες
ρημάτων:
α) Όσα σημαίνουν πρέπει, αρμόζει, προσήκει
και τα συνώνυμά τους: δεῖ, ἀρμόττει, προσήκει
● Ὁ κόθορνος ἀρμόττει τοῖς ποσὶν ἀμφοτέροις(= Ο κόθορνος
ταιριάζει και στα δύο πόδια)
β) Όσα σημαίνουν προσέγγιση, συνάντηση απλή,
φιλική ή εχθρική: πλησιάζω, πελάζω (πλησιάζω), προσίημι (αφήνω να
πλησιάσει), ἐντυγχάνω (συναντώ), συντυγχάνω (συναντώ)
● Πλησίαζε τοῖς ἀγαθοῖς(= Να πλησιάζεις τους καλούς)
γ) Όσα σημαίνουν ακολουθία ή διαδοχή:
ἀκολουθῶ, ἕπομαι (ακολουθώ)
● Ὁ νεανίας εἵπετο τῷ λοχαγῷ(= Ο νέος ακολουθούσε το
λοχαγό)
δ) Όσα σημαίνουν επικοινωνία ή ένωση:
ὁμιλῶ (συναναστρέφομαι), μείγνυμαι(συναντώ, συναναστρέφομαι), χρῶμαι
(συναναστρέφομαι, χρησιμοποιώ), κεράννυμι (αναμειγνύω)
● Χρῶνται δὲ αἱ ἀρχαὶ τοῖς μένουσι τῶν ἐφήβων(=
Χρησιμοποιούν οι άρχοντες τους έφηβους που έμειναν)
ε) Όσα σημαίνουν φιλική ή εχθρική ενέργεια ή
διάθεση: εὐνοῶ, βοηθῶ, ἀρήγω(βοηθώ), λυσιτελῶ (ωφελώ), ἐνοχλῶ, μάχομαι,
στασιάζω, πολεμῶ, ἐπιτιμῶ(κατηγορώ)
● Ἀμύνω τῇ πόλει(= Βοηθώ την πόλη)
στ) Όσα σημαίνουν ἄμιλλα: ἀμιλλῶμαι
(συναγωνίζομαι)
● Ἡμιλλῶντο τοῖς ἵπποις(= Συναγωνίζονταν με τα άλογα)
ζ) Όσα σημαίνουν έριδα ή συμφιλίωση:
διαφέρομαι (φιλονικώ), ἐρίζω(φιλονικώ), σπένδομαι (συνθηκολογώ), διαλλάττομαι /
καταλλάττομαι(συμφιλιώνομαι)
● Ἐρίζουσιν οἱ ἐχθροὶ ἀλλήλοις(= Φιλονικούν οι εχθροί
μεταξύ τους)
η) Όσα σημαίνουν ισότητα: ἰσοῦμαι
(εξισώνομαι)
● Ἑξήκονται μναῖ ἰσοῦνται
ταλάντῳ(= Εξήντα μνες είναι ίσες με ένα τάλαντο)
θ) Όσα σημαίνουν ομοιότητα: ὁμοιάζω,
ἕοικα (ομοιάζω)
● Φιλοσόφῳ ἔοικας, ὦ νεανίσκε(= Νεαρέ, μοιάζεις με
φιλόσοφο)
ι) Όσα σημαίνουν συμφωνία: συμφωνῶ, ὁμολογῶ,
ὁμονοῶ, συνᾴδω (συμφωνώ), συναρμόττω (ταιριάζω)
● Τὰ ἔργα
ὑμῶν οὐ
συμφωνεῖ τοῖς λόγοις(= Τα έργα σας δε
συμφωνούν με τα λόγια σας)
ιε) Πολλά σύνθετα με τις προθέσεις: ἐν, σύν, ἐπί, περί, παρά, ὑπό, πρός: ἐμμένω(μένω πιστός), σύνειμι
(συναναστρέφομαι), συνοικῶ
(κατοικώ μαζί), ἐπιτίθεμαι,
περιπίπτω, παραγίγνομαι (σπεύδω σε βοήθεια), ὑπόκειμαι
(βρίσκομαι από κάτω), προσέχω
● Ἐμμείνατε
τοῖς ὅρκοις(= Μείνετε πιστοί στους
όρκους)
Παρατήρηση:
Τα ρήματα ὠφελῶ, βλάπτω και τα συνώνυμα καθώς
και το λοιδωρῶσυντάσσονται
με αιτιατική
Μονόπτωτα ρήματα
με αιτιατική - Εξωτερικό και εσωτερικό αντικείμενο
Το αντικείμενο των ρημάτων που συντάσσονται με αιτιατική
είναι δύο ειδών: Εξωτερικό και Εσωτερικό
Εξωτερικό ονομάζεται
το αντικείμενο που υπάρχει εξαρχής, δηλαδή πριν να ενεργήσει το υποκείμενο του
ρήματος. Στο αντικείμενο αυτό φτάνει η ενέργεια του ρήματος και μεταβάλλει την
προηγούμενη κατάστασή του ή φτάνει η ενέργεια του ρήματος και δεν μεταβάλλει
την προηγούμενη κατάστασή του.
● Ὁ
ἥλιος θερμαίνει τὴν γῆν.
Το αντικείμενο (τὴν
γῆν) υπάρχει πριν να
ενεργήσει το υποκείμενο (ὁ
ἥλιος).
Η ενέργεια του ρήματος (θερμαίνει) μεταβάλλει την
προηγούμενη κατάστασή του.
● Ἐγὼ ὁρῶ
τὸν ἄνδραν.
Το αντικείμενο (τὸν
ἄνδραν) υπάρχει πριν να
ενεργήσει το υποκείμενο (ἐγώ).
Η ενέργεια του ρήματος (ὁρῶ) δε μεταβάλλει την
προηγούμενη κατάστασή του.
Εσωτερικό αντικείμενο.
Είναι δύο ειδών: α) Εσωτερικό αντικείμενο του αποτελέσματος, β) Κυρίως
εσωτερικό ή σύστοιχο αντικείμενο
α) Εξωτερικό αντικείμενο του
αποτελέσματος λέγεται το αντικείμενο που δεν υπάρχει εξαρχής, αλλά
γίνεται (δημιουργείται, προέρχεται) από την ενέργεια του υποκειμένου, π.χ.
● Ἐγὼ γράφω ἐπιστολήν.
Το αντικείμενο (ἐπιστολήν)
δεν υπήρχε προτού ενεργήσει το υποκείμενο του ρήματος.
β) Εσωτερικό αντικείμενο ή
σύστοιχο αντικείμενο λέγεται το αντικείμενο που προέρχεται ετυμολογικά
από την ίδια ρίζα του ρήματος της πρότασης ή από ρίζα συγγενικού ρήματος,
● Ἀγωνίζομαι
τοῦτον τὸν ἀγῶνα.
(Το αντικείμενο και το ρήμα προέρχονται από την ίδια ρίζα.)
Συνήθως το σύστοιχο αντικείμενο συνοδεύεται από έναν
επιθετικό προσδιορισμό, ο οποίος προσφέρει κάποιο ουσιώδες συμπλήρωμα στην
έννοια του ρήματος, γι' αυτό και συνήθως παραλείπεται το σύστοιχο αντικείμενο
και μένει μόνο ο επιθετικός προσδιορισμός, π.χ.
● Πάσχουσιν μέγα (επθ.πρ.) πάθος > Πάσχουσιν μέγα
Αντικείμενο σε
αιτιατική παίρνουν οι εξής κατηγορίες ρημάτων:
α) Όσα σημαίνουν ώφέλεια ή βλάβη: ὠφελῶ, ὀνίνημι
(ωφελώ) εὐεργετῶ, εὖ ποιῶ,
βλάπτω, ἀδικῶ, λοιδορῶ (βρίζω, κακολογώ), κολακεύω
● Κλέαρχος ὠφέλει
τοὺς Ἕλληνας.(= Ο Κλέαρχος ωφελούσε
τους Έλληνες)
β) Όσα σημαίνουν καταδίωξη ή απόδραση:
θηρῶ / θηρεύω (κυνηγώ),
διώκω, ἐνεδρεύω
(παραμονεύω), φεύγω (αποφεύγω), ἀποδιδράσκω
(δραπετεύω), ζηλῶ(επαινώ)
● Κῦρος
ἐθήρευεν κάπρους(= Ο Κῦρος κυνηγούσε αγριόχοιρους)
γ) Ρήματα διάφορων σημασιών: φθάνω
(προλαμβάνω), λανθάνω (διαφεύγει κάτι την προσοχή μου), μένω (περιμένω),
περιμένω, ἐπιλείπω (αφήνω
κάτι), ὄμνυμι(ορκίζομαι),
ἐπιορκῶ (παραβαίνω τον όρκο μου),
κελεύω (διατάζω, προτρέπω)
● Ἐκέλευσεν
ὁ κῆρυξ τοὺς ἕνδεκα(=
Ο κήρυκας προέτρεψε τους ένδεκα)
δ) Μερικά αμετάβατα ρήματα που
χρησιμοποιούνται ως μεταβατικά: αἰδοῦμαι / αἰσχύνομαι (ντρέπομαι), φυλάττομαι (προφυλάσσομαι
από κάτι), εὐλαβοῦμαι(προφυλάσσομαι), ἐκπλήττομαι (τρομοκρατούμαι),
δακρύω, κλαίω, φοβοῦμαι,
δέδοικα (φοβούμαι), οἰμώζω
(θρηνώ), ποθῶ, πενθῶ, ἀλγῶ
(πονώ)
● Νῦν
δὲ οὔτε ἐκείνους τοὺς
λόγους αἰσχύνῃ(= Τώρα όμως ούτε εκείνους
τους λόγους ντρέπεσαι)
ε) Επίσης τα ρήματα: οἰκῶ (κατοικώ), σπεύδω (επιταχύνω), θαρρῶ (αισθάνομαι θάρρος), σιγῶ (σιωπώ) κ.ά.
● οὕτως
οἰκῶμεν τὴν πόλιν(=
Έτσι κατοικούμε την πόλη)
Δίπτωτα ρήματα με αιτιατική (άμεσο) και δοτική (έμμεσο)
Αντικείμενο σε αιτιατική (άμεσο) και δοτική (έμμεσο)
παίρνουν οι εξής κατηγορίες ρημάτων:
α) Τα ρήματα λέγω, δίδωμι, δείκνυμι, παραινῶ, ἀποκρίνομαι,
ἀντιτάσσω και
τα όμοιά τους
● Λέγω Σωκράτῃ τὴν ἀλήθειαν.(= Λέω στο Σωκράτην την αλήθεια.)
β) Τα ρήματα ὑπισχνοῦμαι, ἐπιστέλλω,
φέρω, προσάγω, προσαρμόζω, παρέχω, πέμπω και τα όμοιά τους
● Ὑπισχνεῖτο πέντε μνᾶς ἑκάστῳ(= Υποσχόταν πέντε μνες στον καθένα)
γ) Όσα σημαίνουν εξίσωση, μείξη,
συνδιαλλαγή: ἐξισῶ, ὁμοιῶ, κεράννυμι, συναλλάσσω
Ἐξισοῦσι τὴν αὐτῶν τάξιν τοῖς Μαντινεῦσι(= Εξισώνουν την τάξη τους με τους Μαντινείς)
δ) Πολλά σύνθετα με τις προθέσεις: ἐν,
σύν: συναλλάσσω, ἐγχειρίζω
● Συνήλλαξαν τοὺς
φεύγοντας ἐκείνοις(=
Άλλαξαν αυτούς που έφευγαν με εκείνους)
Αντικείμενο σε αιτιατική (άμεσο) και γενική (έμμεσο)
παίρνουν οι εξής κατηγορίες ρημάτων:
α) Όσα σημαίνουν πληρῶ,
μεστῶ,
γεμίζω, κενῶ, ἐρημῶ και το ἑστιῶ
● Ἐγέμισε τὴν ναῦν ξύλων(= Γέμισε το καράβι με ξύλα)
β) Όσα σημαίνουν ἀκούω,
μανθάνω, πληροφοροῦμαι
● Ἤκουσα ταῦτα Σωκράτους(= Άκουσα αυτά από το Σωκράτη)
γ) Όσα σημαίνουν λαμβάνω, ἄγω, ἕλκω
● Ἄγει ἵππον τῶν ἡνίων(= Οδηγεί το άλογο από τα ηνία)
δ) Όσα σημαίνουν ἀπαλλάσσω,
ἀπολύω,
παύω, ἀποστερῶ, χωρίζω, εἴργω, κωλύω, ἐλευθερῶ
● Ἔπαυσαν τὸν Τιμόθεον τῆς στρατηγίας(= Έπαυσαν τον Τιμόθεο από τη στρατηγία)
ε) Όσα σημαίνουν ἀνταλλάσσω,
ἀγοράζω,
πωλῶ,
πιπράσκω (πωλῶ) ἀποδίδομαι(πωλώ), ὠνοῦμαι (αγοράζω) ἀξιῶ, τιμῶ, ἐκτιμῶ. Η
γενική στα ρήματα αυτά είναι γενική της αξίας
● Ἀντήλλαξαν τὴν ψυχὴν τοῦ χρυσίου(= Αντάλλαξαν την ψυχή τους με το χρυσάφι)
στ) Όσα σημαίνουν ψυχικό πάθημα:
θαυμάζω, ἄγαμαι
(θαυμάζω), ζηλῶ, ἐπαινῶ, εὐδαιμονίζω,
μακαρίζω, μισῶ, οἰκτίρω.
Η γενική στα ρήματα αυτά είναι γενική της αιτίας
● Ἐθαύμαζον αὐτοὺς τῆς τόλμης(= Τους θαύμαζαν εξαιτίας της τόλμη τους)
ζ) Όσα σημαίνουν δικάζω, ἀνταποδίδω:
αιτιῶμαι,
γράφομαι, κρίνω, τιμωροῦμαι, διώκω, δικάζω
Η γενική στα ρήματα αυτά είναι γενική της αιτίας
● Διώξομεν αὐτὸν τῆς αἰσχροκερδείας(=
Να τον καταδιώξουμε εξαιτίας της αισχροκέρδειας)
η) Πολλά σύνθετα με τις προθέσεις ἀπό, ἐκ,
κατά, πρό: ἀποτρέπω, ἐκβάλλω, κατηγορῶ, προτάσσω
● Ἐξέβαλλον αὐτὸν τῆς ἀρχῆς(= Τον έδιωξαν από την εξουσία)
Αντικείμενο σε γενική (άμεσο) και δοτική (έμμεσο) παίρνουν
οι εξής κατηγορίες ρημάτων:
α) Τα ρήματα: μετέχω, κοινωνώ, μεταδίδωμι,
μεταλαμβάνω και τα συνώνυμά τους
● Μετεσχήκαμεν ἱερῶν ὑμῖν(=
Συμμετείχαμε στα ιερά μαζί σας)
β) Όσα σημαίνουν παραχώρηση και το ρήμα φθονῶ:
παραχωρῶ,
φθονῶ(αρνούμαι
κάτι σε κάποιον από φθόνο)
● Μὴ φθονήσεις τοῦ μαθήματος αὐτῷ(= Μην αρνηθείς από φθόνο το μάθημα σ' αυτόν)
γ) Τα ρήματα: τιμῶ< (ορίζω
ως ποινή για κάποιον), τιμῶμαι (προτείνω για κάποιον ποινή)
● Ὁ ἀνήρ οὖν τιμᾶται θανάτου μοι(= Ο άνδρας λοιπόν ορίζει ως
ποινή για μένα το θάνατο)
Αντικείμενο σε αιτιατική και αιτιατική παίρνουν οι
εξής κατηγορίες ρημάτων: (η μία αιτιατική φανερώνει πρόσωπο και αυτή
κανονικά είναι το άμεσο αντικείμενοκαι η άλλη πράγμα κι αυτή
κανονικά είναι το έμμεσο αντικείμενο)
α) Όσα σημαίνουν κρύπτω, ἀποστερῶ, εἰσπράττω, αἰτῶ, ἐρωτῶ, ἀνερωτῶ
● Εἰσέπραξαν τοὺς συμμάχους πλῆθος χρημάτων.(= Εισέπραξαν από
τους συμμάχους πλήθος χρημάτων.)
β) Όσα σημαίνουν διδάσκω, ἀναμιμνῄσκω, ὑπομιμνῄσκω
● Ἐδίδασκον τοὺς παῖδας τοὺς τρόπους τῶν Ἀθηναίων(=
Δίδασκαν στα παιδιά τις συνήθειες των Αθηναίων)
γ) Όσα σημαίνουν ἐνδύω
● Ἐνδύσω σε τὴν ἐξωμίδα(=
Θα σε ντύσω με την εξωμίδα)
δ) Όσα έχουν εκτός από το εξωτερικό αντικείμενο
και σύστοιχο: δρῶ, ἐργάζομαι, ποιῶ, ἀγορεύω, λέγω, εὐεργετῶ
● Ἐποίησαν τὴν πόλιν πολλὰ ἀγαθά(=
Έκαναν στην πόλη πολλά καλά)
Παρατήρηση:
Στις προηγούμενες κατηγορίες η μία αιτιατική
φανερώνει πρόσωπο και αυτή κανονικά είναι το άμεσο
αντικείμενο και η άλλη πράγμα κι αυτή κανονικά είναι
το έμμεσο αντικείμενο.
Αντικείμενο σε αιτιατική και αιτιατική από τις οποίες
η μία είναι κατηγορούμενοτης άλλης παίρνουν οι εξής κατηγορίες ρημάτων:
α) Όσα σημαίνουν λέγω, καλῶ, ὀνομάζω,
προσαγορεύω
● Καλοῦσιν αὐτοὺς νομοθέτας(= Ονομάζουν αυτούς νομοθέτες)
β) Όσα σημαίνουν ποιῶ, καθίστημι,
τίθημι, ἀποδείκνυμι, ἀποφαίνω, αἱροῦμαι, χειροτονῶ
● Ἐποίησε τοὺς συμμάχους προθύμους(= Έκανε
τους συμμάχους πρόθυμους)
γ) Όσα σημαίνουν νομίζω, ἡγοῦμαι, κρίνω
● Νομίζει ἡ πόλις τούτους θεούς(= Η πόλη θεωρεί
αυτούς ως θεούς)
δ) Όσα σημαίνουν ἔχω, δίδωμι,
λαμβάνω, παραλαμβάνω, παρέχω
Παρέδοσαν τοὺς νεκροὺς ὑποσπόνδους(=
Παρέδοσαν τους νεκρούς μετά από ανακωχή)
Στα ρήματα αὔξω, αἴρω, τρέφω το δεύτερο αντικείμενο είναι
προληπτικό κατηγορούμενο του πρώτου.
Ὁ δῆμος τρέφει καὶ αὔξει ἕνα τινὰ μέγαν(= Ο δήμος τρέφει και αυξάνει κάποιον ώστε να γίνει μεγάλος)
Παρατήρηση:
Για να βρούμε ποια αιτιατική είναι κατηγορούμενο της
άλλης αρκεί να μετατρέψουμε την ενεργητική σύνταξη σε παθητική, οπότε το κυρίως
αντικείμενο μετατρέπεται σε υποκείμενο του παθητικού ρήματος, ενώ το
κατηγορούμενο του αντικειμένου μετατρέπεται σε κατηγορούμενο του υποκειμένου,
π.χ.
Ενεργητική σύνταξη: ἐκάλεσαν αὐτοὺς νομοθέτας
Μετατροπή σε παθητική σύνταξη: αὐτοί ἐκλήθησαν νομοθέται > αὐτοί = υποκείμενο, νομοθέται = κατηγορούμενο
Μετατροπή σε παθητική σύνταξη: αὐτοί ἐκλήθησαν νομοθέται > αὐτοί = υποκείμενο, νομοθέται = κατηγορούμενο
Συμπέρασμα: αὐτούς > αντικείμενο, νομοθέτας > κατηγορούμενο
του αντικειμένου
με δύο αιτιατικές
όσα σημαίνουν |
με αιτιατική και γενική
όσα σημαίνουν |
με αιτιατική και δοτική
όσα σημαίνουν |
με γενική και δοτική
όσα σημαίνουν |
● αποκρύπτω, αποστερώ, εισπράττω, ερωτώ
● διδάσκω, υπενθυμίζω ● ενδύω, εκδύω ● μερικά προχειριστικά και δοξαστικά |
● γεμίζω, αδειάζω
● ακούω, πληροφορούμαι ● λαμβάνω, άγω, έλκω ● απαλλάσσω, αγοράζω, πωλώ ● ψυχικό πάθημα ● δικάζω, ανταποδίδω ● μερικά σύνθετα με τις προθέσεις: ἀπό, ἐκ, πρό, κατά |
● λέγω, δίδω, δεικνύω
● υπόσχομαι, παραγγέλλω ● εξισώνω, ομοιώνω ● αναμιγνύω, συνδιαλλάσσω, ● μερικά σύνθετα με τις προθέσεις: ἐν, σύν |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου