Η Χρήση της Αιτιατικής
Η αιτιατική που εξαρτάται από Ουσιαστικό ή Επίθετο:
Η αιτιατική που εξαρτάται από Ουσιαστικό ή Επίθετο:
Αιτιατική
της αναφοράς
Η
αιτιατική που προσδιορίζει ετερόπτωτα ένα όνομα δηλώνει αναφορά.
Μεταφράζεται:
"ως προς" ή "στο"
→ Τυφλὸς τὰ τ' ὦτα τόν τε νοῦν τά
τ' ὄμματ' εἶ
Παρατήρηση:
Συχνές
αιτιατικές της αναφοράς είναι οι λέξεις: τὸν ἀριθμόν, τὸ βάθος, τὸ εὖρος. τὸ μέγεθος, τὸ μῆκος, τὸ πλῆθος, τὸ ὕψος κ.ά.
→ Πύργος
στερὸς ᾠκοδόμηται,
σταδίου καὶ τὸ μῆκος καὶ τὸ εὖρος.
→ Τεῖχος πλίνθινον ᾠκοδόμητο, τὸ μὲν εὖρος πεντήκοντα
ποδῶν, τὸ δὲ ὕψοςἑκατόν.
Αιτιατική του ποσού: Συνήθως προσδιορίζει συγκριτικούς βαθμούς
επιθέτων επιτείνοντας τη σημασία τους.
ΛΥΣ
14.13 ἡγήσονται πολὺ πλείονος ἀξίαν εἶναι τὴν πόλιν || θα
θεωρήσουν ότι η πόλη μας είναι πολύ πιο αξιόλογη
Η αιτιατική που εξαρτάται από επιρρήματα:
Η αιτιατική ως προσδιορισμός επιρρημάτων μπορεί να δηλώνει:
Η αιτιατική ως προσδιορισμός επιρρημάτων μπορεί να δηλώνει:
α) αναφορά: Προσδιορίζει συνήθως τροπικά
επιρρήματα.
ΞΕΝ
Απομν 3.12.4ὑγιαίνουσιν οἱ τὰ σώματα εὖ ἔχοντες ||
υγιείς είναι εκείνοι που έχουν τα σώματά τους σε καλή κατάσταση.
β) ποσό: Συνήθως επιτείνει τη σημασία
επιρρημάτων συγκριτικού βαθμού.
ΛΥΣ
14.15 ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον ἐφοβεῖσθε τοὺς τῆς πόλεως νόμους || αλλά
πολύ περισσότερο φοβόσασταν τους νόμους της πόλης.
γ) Με αιτιατική συντάσσονται και τα ορκωτικά μόρια
νὴ και μά. Σε καταφατικές
προτάσεις χρησιμοποιούνται τα νὴ
και ναὶ μά, ενώ στις
αρνήσεις τα μὰ και οὐ μά.
ΔΗΜ
25.42ἀλλὰ νὴ Δία ταῦτα μὲν οὕτως ἔχειν ὁμολογήσετε || αλλά,
μα τον Δία, θα παραδεχθείτε ότι αυτά έτσι έχουν.
Η Αιτιατική ως Επιρρηματικός Προσδιορισμός:
α) τόπο: Ειδικότερα, η αιτιατική δηλώνει τοπική έκταση και χρησιμοποιείται κυρίως για να μετρηθεί η απόσταση μεταξύ δύο σημείων ή η απόσταση που έχει διανυθεί σε μια πορεία.
ΘΟΥΚ 2.5.2 ἀπέχει δὲ ἡ Πλάταια τῶν Θηβῶν σταδίους ἑβδομήκοντα || οι Πλαταιές απέχουν από τη Θήβα εβδομήντα στάδια.
Στην ποίηση η αιτιατική με ρήματα κίνησης δηλώνει το τέρμα της κίνησης, τον προορισμό. Η χρήση αυτή δεν επιβιώνει στον πεζό λόγο.
ΣΟΦ
ΟΤ 35 ἄστυ Καδμεῖον μολών ||
αφού ήρθες στην πόλη του Κάδμου.
ΕΥΡ
Τρ 883πέμψομέν νιν Ἑλλάδα || θα την στείλουμε
στην Ελλάδα.
β) χρόνο. Η αιτιατική του χρόνου δηλώνει
χρονική έκταση και ειδικότερα: (i) το χρονικό διάστημα που διαρκεί ένα γεγονός,
(ii) το χρονικό διάστημα που έχει περάσει από τότε που συνέβη ή συμβαίνει κάτι.
Στο τακτικό αριθμητικό που δηλώνει τον χρόνο συχνά προστίθεται τύπος της
αντωνυμίας οὑτοσί.
ΘΟΥΚ
1.31.1 τὸν δ' ἐνιαυτὸν πάντα τὸν μετὰ τὴν ναυμαχίαν καὶ τὸν ὕστερον οἱ Κορίνθιοι […] ἐναυπηγοῦντο […] νεῶν στόλον ||
ολόκληρο τον χρόνο μετά τη ναυμαχία και τον επόμενο οι Κορίνθιοι ναυπηγούσαν
πλοία.
ΘΟΥΚ
4.118.10 αἱ δὲ σπονδαὶ ἐνιαυτὸν ἔσονται || η
συνθήκη ειρήνης θα διαρκέσει έναν χρόνο.
Χρόνο δηλώνουν
και κάποιες αιτιατικές ουσιαστικών ή επιθέτων που έχουν καταντήσει επιρρήματα: ἀρχήν, τὸ πρῶτον, τὸ πρότερον, τὸ ἀρχαῖον, τὸ πάλαι, τὸ λοιπόν, ἀκμήν, καιρόν,
κλπ.
ΣΟΦ
Αντ 92 ἀρχὴν δὲ θηρᾶν οὐ πρέπει τἀμήχανα ||
καθόλου δεν πρέπει να κυνηγά κανείς τα αδύνατα.
ΞΕΝ
Ελλ 5.1.31 ταύτας δὲ (τὰς νήσους) ὥσπερ τὸ ἀρχαῖον εἶναι Ἀθηναίων || αυτά τα
νησιά, όπως και παλιότερα, να ανήκουν στους Αθηναίους.
γ) αιτία ή σκοπό: Ως αιτιατικές
ης αιτίας ή του σκοπού λειτουργούν μόνο κάποιες αιτιατικές αντωνυμιών, όπως: τοῦτο, ταῦτα, τί; ὅ,τι, κλπ.
ΠΛ
Κρ 43a τί τηνικάδε ἀφῖξαι, ὦ Κρίτων; || γιατί
ήρθες τόσο νωρίς, Κρίτωνα;
ΠΛ
Λαχ 179c ταῦτα δὴ ὑπαισχυνόμεθά τε τούσδε || γι'
αυτό το λόγο τους ντρεπόμαστε κάπως αυτούς εδώ.
δ) τρόπο: Αιτιατικές του τρόπου είναι
συνήθως οι: τίνα τρόπον, τόνδε/τοῦτον τὸν τρόπον, πάντα τρόπον, δίκην,
πρόφασιν, χάριν, τὴν
ταχίστην, τὴν εὐθεῖαν, δωρεάν,
προῖκα, κλπ.
ΙΣΟΚΡ
11.48 πολὺ θᾶττον ἄν τις σωθείη μηδὲν φθεγξάμενος ἢ τοῦτον τὸν τρόπον ἀπολογησάμενος || πολύ
πιο γρήγορα θα μπορούσε να αθωωθεί κάποιος αν δεν έλεγε τίποτα, παρά αν
απολογούνταν κατ' αυτόν τον τρόπο.
ΔΗΜ
27.17 τὴν μὲν τοίνυν προῖκα τοῦτον τὸν τρόπον ἔχει λαβών || την
προίκα λοιπόν με αυτό τον τρόπο την πήρε και την έχει.
ε) αναφορά: Πολύ συχνά ως αιτιατικές της
αναφοράς λειτουργούν αιτιατικές των μελών του σώματος δίπλα σε ρήματα που
σημαίνουν σωματικό πόνο ή βλάβη.
ΑΝΔΟΚ
1.61 ὕστερον δ᾽ ἐγὼ μὲν ἐν Κυνοσάργει ἐπὶ πωλίον ὅ μοι ἦν ἀναβὰς ἔπεσον καὶ τὴν κλεῖν συνετρίβην καὶ τὴν κεφαλὴν κατεάγην || ύστερα
εγώ στο Κυνόσαργες, αφού ανέβηκα σε ένα πουλαράκι που είχα, έπεσα και τσάκισα
τον ώμο μου και έσπασα το κεφάλι μου.
ΞΕΝ
ΚΑναβ 2.6.1 οἱ μὲν δὴ στρατηγοὶ […] ἀποτμηθέντες τὰς κεφαλὰς ἐτελεύτησαν || οι
στρατηγοί εκτελέστηκαν με αποκεφαλισμό.
στ) ποσό: Η επιρρηματική αιτιατική του
ποσού είναι μια αιτιατική επιθέτου ή αντωνυμίας και η λειτουργία της πλησιάζει
αρκετά το σύστοιχο αντικείμενο.
ΔΗΜ
27.65 οὗτοι δὲ τοσοῦτον διαφέρουσιν ὑμῶν || αυτοί
διαφέρουν τόσο πολύ από σας.
ΙΣΟΚΡ
10.49οἱ δὲ βάρβαροι τοσοῦτον ἐφρόνησαν, ὅσον περ ἂν εἰ πάντων ἡμῶν ἐκράτησαν || οι
βάρβαροι αλαζονεύτηκαν τόσο πολύ, σαν να μας νίκησαν όλους.
Η Αιτιατική που εξαρτάται από
Απρόσωπα Ρήματα:
Mε αιτιατική απόλυτη εκφέρεται η μετοχή απρόσωπων ρημάτων ή
εκφράσεων9. H μετοχή αυτή τίθεται σε αιτιατική ουδέτερου γένους ενικού κυρίως
αριθμού. H απόλυτη μετοχή σε αιτιατική είναι κυρίως εναντιωματική και
σπανιότερα χρονική, αιτιολογική ή υποθετική. Oι πιο συνηθισμένες μετοχές σε
αιτιατική απόλυτη είναι οι ακόλουθες:
ἄδηλον ὂν
|
εἰρημένον
|
πρέπον
|
ἀδύνατον ὂν
|
ἐξὸν
|
προσῆκον
|
αἰσχρὸν ὂν
|
μέλον
|
προσταχθὲν
|
γεγραμμένον
|
μεταμέλον
|
προστεταγμένον
|
δέον / δεῆσον
|
μετὸν
|
ῥᾴδιον ὂν
|
δίκαιον ὂν
|
οἷόν τε ὂν
|
τυχὸν
|
δόξαν / δόξαντα
|
παρασχὸν
|
ὑπάρχον
|
δυνατὸν ὂν
|
παρὸν
|
χρεὼν
|
Ἐξόν μοι ἴσον λαμβάνειν οὐκ ἐλάμβανον. [εἰ καὶ ἐξῆν: εναντιωματική με Y: λαμβάνειν]
Παρεκελεύοντο κραυγῇ οὐκ ὀλίγῃ χρώμενοι, ἀδύνατον ὂν ἐν νυκτὶ ἄλλῳ τῳ σημῆναι. [ἐπεὶ ἀδύνατον ἦν: αιτιολογική με Y: σημῆναι]
Παρεκελεύοντο κραυγῇ οὐκ ὀλίγῃ χρώμενοι, ἀδύνατον ὂν ἐν νυκτὶ ἄλλῳ τῳ σημῆναι. [ἐπεὶ ἀδύνατον ἦν: αιτιολογική με Y: σημῆναι]
Η αιτιατική που εξαρτάται από
Ρήματα:
Μονόπτωτα ρήματα:
Τα
μονόπτωτα ρήματα συντάσσονται με αντικείμενο σε μία από τις πλάγιες πτώσεις,
γενική, δοτική, αιτιατική.
Αιτιατική: Η αιτιατική είναι η
κυρίως πτώση του αντικειμένου. Με αιτιατική συντάσσονται ρήματα ποικίλων
σημασιών, όπως ρήματα που σημαίνουν ωφέλεια ή βλάβη με λόγους ή έργα, ρήματα
καταδίωξης ή απόδρασης, ρήματα διαφόρων σημασιών: φθάνω, λανθάνω, ἐπιλείπω,
μένω, περιμένω, ὄμνυμι, ἐπιορκῶ,
κελεύω, οἰκῶ, σπεύδω, θαρρῶ,
σιγῶ, σιωπῶ,
ρήματα αμετάβατα που χρησιμοποιούνται ως μεταβατικά: αἰδοῦμαι,
αἰσχύνομαι, φυλάττομαι, εὐλαβοῦμαι,
ἐκπλήττομαι, καταπλήττομαι,
δακρύω, κλαίω, φοβοῦμαι, δέδοικα, οἰμώζω,
θρηνῶ, ποθῶ,
πενθῶ, ἀλγῶ,
τα ρήματα: ὁρῶ, κρατῶ
(+αιτιατική=νικώ), ἀγαπῶ,
ποθῶ, φιλῶ,
ακούω (+αιτιατική, δηλώνεται έμμεση αντίληψη), αἰσθάνομαι (+αιτιατική κάποιες
φορές, π.χ. ᾔσθετο βοήν).
Δίπτωτα ρήματα:
Τα
δίπτωτα ρήματα συντάσσονται με δύο αντικείμενα, που βρίσκονται σε πλάγιες
πτώσεις. Πιο συγκεκριμένα :
Με δύο αιτιατικές ως αντικείμενα, αιτιατική προσώπου (άμεσο) και αιτιατική πράγματος ή σύστοιχο αντικείμενο (έμμεσο), συντάσσονται τα παρακάτω ρήματα και τα συνώνυμά τους:διδάσκω, παιδεύω, ἀναμιμνῄσκω (υπενθυμίζω), ὑπομιμνῄσκω, ἐνδύω, ἀμφιέννυμι, ἐκδύω (ξεντύνω), (ἀν)ερωτῶ, αἰτῶ (ζητώ), ἀπαιτῶ, ἀποκρύπτομαι, κρύπτω, ἀφαιροῦμαι, (ἀπο)στερῶ, εἰσπράττω.
Σε κάποιες περιπτώσεις, βέβαια,
οι δύο αιτιατικές δεν είναι αντικείμενα του ρήματος, αλλά η μία είναι
κατηγορούμενο της άλλης. Με κατηγορούμενο του αντικειμένου σε αιτιατική συντάσσονται: τα
κλητικά ρήματα, τα εκλογής, δοξαστικά και τα συνώνυμα του εἰμὶ
και του γίγνομαι, ρήματα που σημαίνουν: λέγω, καλῶ, προσαγορεύω, ὀνομάζω,
ποιῶ, καθίστημι, τίθημι, ἀποδείκνυμι,
ἀποφαίνω, αἱροῦμαι,
χειροτονῶ, νομίζω, ἡγοῦμαι,
κρίνω, ἔχω, δίδωμι, λαμβάνω,
παραλαμβάνω, παρέχω.
Επίσης, η μία αιτιατική
ενδέχεται να είναι επιρρηματικό κατηγορούμενο, με ρήματα κίνησης ή επιρρηματικό
κατηγορούμενο, με ρήματα που δηλώνουν αύξηση ή εξέλιξη.
Τέλος,
η μία αιτιατική ενδέχεται να είναι αιτιατική της αναφοράς.
Με αιτιατική και γενική: Με δύο αντικείμενα, το
ένα σε αιτιατική (άμεσο) και το άλλο σε γενική (έμμεσο) συντάσσονται ρήματα που
σημαίνουν: πλήρωση και κένωση,τ α ρήματα ἀκούω, μανθάνω, πυνθάνομαι, τα
ρήματα λαμβάνω, ἄγω, κωλύω, ἀποστερῶ,
εἴργω, ἀπολύω,
παύω, ρήματα σύνθετα με τις προθέσεις ἀπό, ἐκ,
πρό, ρήματα σύνθετα με την πρόθεση κατὰ και δικαστική σημασία.
Προσοχή:
Η γενική που συντάσσεται με τα ρήματα ἀντ)αλλάσσω, ἀγοράζω,
ὠνοῦμαι
(αγοράζω), πωλῶ, ἀποδίδομαι
(πουλώ), ἀξιῶ,
τιμῶ κ.τ.ό ενδέχεται να είναι
γενική της αξίας ή του ποσού. Η γενική που συντάσσεται με τα ρήματα ψυχικού
πάθους (θαυμάζω, εὐδαιμονίζω, μακαρίζω, ζηλῶ, ὀργίζομαι
κ.τ.ό.), ή με ρήματα δικανικής σημασίας, όπως αἰτιῶμαι
(κατηγορώ), δικάζω, γράφομαι (καταγγέλλω) κ.τ.ό.) είναι γενική της αιτίας ή του
εγκλήματος / γενική της ποινής.
Με αιτιατική και δοτική: Με δύο αντικείμενα, το
ένα σε αιτιατική (άμεσο) και το άλλο σε δοτική (έμμεσο) συντάσσονται τα ρήματα
που σημαίνουν: εξίσωση, εξομοίωση, μείξη, συμφιλίωση, λόγο, δείξη, εντολή,
προσαρμογή, αντιπαράθεση, παροχή, τέλος, όσα ρήματα είναι σύνθετα κυρίως με τις
προθέσεις ἐν, σύν, ἐπί.
Το αντικείμενο σε αιτιατική
διακρίνεται σε:
Εξωτερικό αντικείμενο· φανερώνει το πρόσωπο, το
ζώο ή το πράγμα που προϋπάρχει της ενέργειας του υποκειμένου, η οποία είτε
επιδρά στο πρόσωπο, ζώο ή πράγμα και μεταβάλλει την αρχική του κατάσταση είτε
μεταβαίνει σ' αυτό χωρίς να το μεταβάλλει:
Τὸν λιμένα ἐτείχισαν. [μεταβολή της αρχικής κατάστασης του αντικειμένου]
Oὐ γιγνώσκω σε. [αμετάβλητη η αρχική κατάσταση του αντικειμένου]
Τὸν λιμένα ἐτείχισαν. [μεταβολή της αρχικής κατάστασης του αντικειμένου]
Oὐ γιγνώσκω σε. [αμετάβλητη η αρχική κατάσταση του αντικειμένου]
Εσωτερικό
αντικείμενο:
Eσωτερικό αντικείμενο του αποτελέσματος· φανερώνει το αποτέλεσμα της ενέργειας του υποκειμένου και τίθεται με
ρήματα που έχουν την έννοια της δημιουργίας κάποιου πράγματος το οποίο δεν
υπήρχε πριν συντελεστεί η ενέργεια του ρήματος. Tέτοια ρήματα είναι τα γεννῶ, γράφω, δημιουργῶ, ἱδρύω, κατασκευάζω, κτίζω, οἰκοδομῶ, ὀρύττω (σκάβω), παρασκευάζω, ποιῶ, τίκτω, ὑφαίνω κ.τ.ό.:
Γράφω ἐπιστολὴν πρὸς τὸν πατέρα σου.
Ἀλέξανδρος κατεσκεύασε φρούριον.
Ὤρυττε τάφρον ὑπερμεγέθη.
Ἀγῶνα ποιεῖ γυμνικόν τε καὶ ἱππικόν.
Γράφω ἐπιστολὴν πρὸς τὸν πατέρα σου.
Ἀλέξανδρος κατεσκεύασε φρούριον.
Ὤρυττε τάφρον ὑπερμεγέθη.
Ἀγῶνα ποιεῖ γυμνικόν τε καὶ ἱππικόν.
Σύστοιχο
αντικείμενο:
Το αντικείμενο προέρχεται ετυμολογικά από τη
ρίζα του ρήματος ή άλλου συγγενούς ρήματος με αυτό
και φανερώνει το περιεχόμενο της ενέργειας του
ρήματος. Eίναι ομόρριζο με το ρήμα ή προέρχεται από τη ρίζα άλλου συνώνυμου
ρήματος και συνοδεύεται συνήθως από επιθετικό προσδιορισμό:νικῶ νίκην – πολεμῶ πόλεμον – θύω θυσίας
Τὸν ἔσχατον κίνδυνον κινδυνεύουσι.
Οἱ Ἀθηναῖοι τοσαύτας ἑορτὰς ἑώρταζον, ὅσας οὐδεμία τῶν ἄλλων Ἑλληνίδων πόλεων, καὶ
τοσαύτας δίκας ἐδικάζοντο, ὅσας οὐδὲ πάντες ἄνθρωποι.
τοσαύτας δίκας ἐδικάζοντο, ὅσας οὐδὲ πάντες ἄνθρωποι.
Παρατηρήσεις
α) Με σύστοιχο αντικείμενο συντάσσονται και ρήματα που
δεν είναι ενεργητικά μεταβατικά:
νοσῶ νόσον [αλλά και: ἀσθενῶ νόσον ] – ζῶ ζωὴν
β) Ένα ρήμα που συντάσσεται με
αιτιατική προσώπου ως εξωτερικό αντικείμενο μπορεί να δεχτεί και σύστοιχο
αντικείμενο (βλ. και § 76):νοσῶ νόσον [αλλά και: ἀσθενῶ νόσον ] – ζῶ ζωὴν
Ἕκαστον εὐεργετῶ τὴν μεγίστην εὐεργεσίαν.
γ) Πολλές φορές η σύστοιχη αιτιατική παραλείπεται και τότε ως σύστοιχο αντικείμενο λειτουργεί ο επιθετικός προσδιορισμός σε ουδέτερο γένος πληθυντικού, συνήθως, αριθμού1:
Θηβαῖοι πολλὰ καὶ μεγάλα ἡμᾶς ἠδίκησαν. [πολλὰς καὶ μεγάλας ἀδικίας]
Οἱ τύραννοι πλείω καὶ μείζω λυποῦνται τῶν ἰδιωτῶν. [πλείονας καὶ μείζονας λύπας]
Ταῦτα καὶ τοιαῦτα εἶπεν Ἀλέξανδρος. [τούτους καὶ τοιούτους λόγους]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου