ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ
"ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ"
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ :
34. Στη διάρκεια αυτού του χειμώνα
οι Αθηναίοι, κρατώντας το πατροπαράδοτο έθιμο, έκαναν δημόσια την ταφή
αυτών που πρώτοι σκοτώθηκαν σ' αυτό τον πόλεμο, με τον εξής τρόπο. Αφού
κατασκευάσουν εξέδρα, εκθέτουν τα οστά των νεκρών για δυο μέρες και φέρνει ο
καθένας χωριστά στον δικό του (νεκρό) ό,τι θέλει. Όταν έρθει η ώρα της εκφοράς,
άμαξες μεταφέρουν οστεοθήκες φτιαγμένες από ξύλο κυπαρισσιού, μία για κάθε
φυλή. υπάρχουν τοποθετημένα τα οστά του καθενός μέσα στη θήκη της φυλής που
ανήκε. Μεταφέρουν στα χέρια ένα φέρετρο άδειο στρωμένο (με νεκρικό σεντόνι) ,
για τους εξαφανισμένους που έτυχε να μην βρεθούν στη συλλογή των
πτωμάτων των νεκρών της μάχης.
Παίρνει μέρος στην νεκρώσιμη πομπή όποιος θέλει
απ' τους πολίτες και τους ξένους και παρευρίσκονται γυναίκες συγγενείς (των
νεκρών) που θρηνούν με λυγμούς πάνω στον τάφο. Τοποθετούν λοιπόν τις θήκες στο
δημόσιο νεκροταφείο που βρίσκεται στο πιο ωραίο προάστιο της πόλης , και
ενταφιάζουν πάντα σ' αυτό τους νεκρούς των μαχών, εκτός βέβαια απ' αυτούς που
έπεσαν στο Μαραθώνα. επειδή θεώρησαν την ανδρεία εκείνων εξαιρετική, τους
έκαναν τον τάφο στο ίδιο μέρος (στον τόπο της μάχης ). Και όταν τους σκεπάσουν
με χώμα, ένας άντρας εκλεγμένος από την πόλη που θεωρείται πολύ συνετός και
ξεχωρίζει ως προς το κύρος , εκφωνεί πάνω στον τάφο τους τον επαινετικό λόγο
που τους ταιριάζει (ή τον κατάλληλο). Μετά απ' αυτό αποχωρούν. Κατ' αυτόν
τον τρόπο λοιπόν τελούν την ταφή και τηρούσαν το έθιμο σ' όλη τη διάρκεια του
πολέμου, σε κάθε παρόμοια περίπτωση.
Γι αυτούς λοιπόν τους πρώτους
εκλέχτηκε να μιλήσει ο Περικλής ο γιος του Ξανθίππου. Και όταν έφτασε ή ώρα , αφού
προχώρησε από τον τόπο της ταφής σ' ένα βάθρο που είχε κατασκευαστεί ψηλό, για
να ακούγεται σε όσο το δυνατόν περισσότερους από το συγκεντρωμένο πλήθος ,
έλεγε περίπου αυτά τα λόγια .
35. « Βέβαια οι περισσότεροι απ' όσους
έχουν μιλήσει εδώ μέχρι τώρα επαινούν αυτόν που συμπλήρωσε το έθιμο μ' αυτόν
εδώ το λόγο, επειδή, κατά τη γνώμη τους, είναι καλό να εκφωνείται αυτός για
τους νεκρούς των πολέμων. Εγώ όμως θα θεωρούσα ότι είναι αρκετό για άντρες που
με έργα αναδείχτηκαν ανδρείοι, με έργα να αποδίδονται και οι τιμές, όπως αυτές
που τώρα βλέπετε ότι έχουν ετοιμαστεί με κρατική μέριμνα γι' αυτό τον ενταφιασμό,
και να μην εξαρτάται η αξιοπιστία της ανδρείας των πολλών από έναν άντρα αν
μιλήσει όπως τους αξίζει ή κατώτερα. Γιατί είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς με
επιτυχία σε θέμα που με πολύ κόπο εξασφαλίζεται η εντύπωση ότι λέει την
αλήθεια. Γιατί και αυτός που έχει άμεση γνώση και είναι ευνοϊκός ακροατής ίσως
νομίσει πως κάτι δηλώνεται κάπως κατώτερα απ' όσο επιθυμεί και απ' όσο γνωρίζει
καλά, και αυτός πάλι που δεν έχει άμεση γνώση μπορεί από ζήλια να νομίσει
πως μερικά εξογκώνονται, αν ακούσει κάτι που ξεπερνάει τη δύναμη του. Γιατί,
μέχρι εκεί είναι ανεκτοί οι έπαινοι που λέγονται για τους άλλους, ως το σημείο
δηλ. που ο καθένας χωριστά φαντάζεται πως και ο ίδιος είναι ικανός να κάνει
κάτι απ' όσα άκουσε. ΄Ο,τι ξεπερνά τις δυνάμεις τους, από τη στιγμή εκείνη,
επειδή το φθονούν, δεν το πιστεύουν. Επειδή όμως απ' τους παλιούς αυτά
στην πράξη αποδείχτηκαν σωστά, πρέπει και εγώ, ακολουθώντας το έθιμο, να
προσπαθήσω να ικανοποιήσω και την επιθυμία και την προσδοκία του καθένα από
σας, όσο γίνεται περισσότερο».
36. Και θ' αρχίσω πρώτα - πρώτα από τους προγόνους μας. γιατί είναι δίκαιο και ταιριάζει συγχρόνως σε περίπτωση, όπως η σημερινή, να απονέμεται σ' αυτούς αυτή η τιμή να μνημονεύονται πρώτοι. Γιατί κατοικώντας πάντοτε οι ίδιοι τη χώρα, καθώς η μια γενιά διαδεχόταν την άλλη, με την αντρεία τους την παρέδωσαν ως τις μέρες μας ελεύθερη. Και εκείνοι λοιπόν είναι άξιοι επαίνου και ακόμη περισσότερο οι πατεράδες μας. Γιατί, αφού απέκτησαν, κοντά σε κείνα που κληρονόμησαν, την εξουσία που έχουμε με πολύ μόχθο, την κληροδότησαν σε μας τους τωρινούς. Την περαιτέρω δε ανάπτυξη της εμείς οι ίδιοι, παρόντες τώρα εδώ, που βρισκόμαστε ακόμα περίπου στην ώριμη ηλικία, την πετύχαμε και ετοιμάσαμε την πόλη, ώστε να είναι αυτάρκης και για τον πόλεμο και για την ειρήνη. Απ' αυτά εγώ, τα πολεμικά έργα με τα οποία πραγματοποιήθηκε η κάθε μια κατάκτηση χωριστά, ή αν κάποτε εμείς οι ίδιοι ή οι πατεράδες μας αποκρούσαμε με αποφασιστικότητα Έλληνα ή ξένο επιδρομέα, επειδή δεν θέλω να μακρηγορήσω σ' αυτούς που τα γνωρίζουν καλά, θα τα παραλείψω. Με ποιες αρχές συμπεριφοράς φτάσαμε σ' αυτό το σημείο ακμής, με ποιο πολίτευμα και με ποιους τρόπους ζωής έγινε αυτή μεγάλη, αφού τα φανερώσω αυτά πρώτα, θα συνεχίσω με τον έπαινο αυτών εδώ, γιατί νομίζω ότι στην περίπτωση μας πολύ ταιριαστά μπορούν να ειπωθούν αυτά και ότι είναι ωφέλιμο να τα ακούσουν όλοι οι συγκεντρωμένοι και οι πολίτες και οι ξένοι.....
37. Το πολίτευμα που έχουμε δεν αντιγράφει τους νόμους των άλλων και περισσότερο είμαστε οι ίδιοι υπόδειγμα σε μερικούς, παρά μιμητές άλλων. Και, ως προς το όνομα, καλείται δημοκρατία, επειδή η εξουσία δεν βρίσκεται στα χέρια των ολιγαρχικών, αλλά του δήμου. Όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα απέναντι στους νόμους για τις ιδιωτικές τους διαφορές και, ως προς το κύρος, ανάλογα με την ευδοκίμηση που παρουσιάζει ο καθένας σε κάποιο τομέα, δεν εξαρτάται η προτίμηση του στα δημόσια αξιώματα από τη σειρά, αλλά από την ικανότητα, ούτε αντίθετα, αν είναι φτωχός, εφόσον μπορεί να κάνει κάτι καλό για την πόλη, εμποδίζεται εξαιτίας της ασημότητας της κοινωνικής του θέσης. Τις σχέσεις μας με την πολιτεία τις διέπει η ελευθερία και είμαστε απαλλαγμένοι από καχυποψία μεταξύ μας στις καθημερινές μας απασχολήσεις. δεν αγανακτούμε με το γείτονα μας, αν κάνει κάτι όπως του αρέσει, ούτε παίρνουμε το ύφος του πειραγμένου, που φυσικά δεν επιφέρει ποινή, είναι όμως δυσάρεστο. Και , ενώ στις ιδιωτικές μας σχέσεις δεν ενοχλούμε ο ένας τον άλλο, στη δημόσια ζωή δεν παραβαίνουμε τους νόμους προπάντων από εσωτερικό σεβασμό, υπακούοντας κάθε φορά σ 'αυτούς που διοικούν την πόλη και στους νόμους και κυρίως σε όσους απ' αυτούς ισχύουν για την προστασία αυτών που αδικούνται και σε κείνους που, αν και είναι άγραφοι , επιφέρουν αναμφισβήτητη ντροπή.
38. Και πέρα απ' αυτά εξασφαλίσαμε για το πνεύμα μας πολλούς τρόπους ξεκούρασης από τους κόπους, έχοντες τη συνήθεια να τελούμε γιορτές , με αγώνες και θυσίες, που καλύπτουν ολόκληρο το χρόνο και έχουμε συγυρισμένα νοικοκυριά που η καθημερινή τους ευχαρίστηση διώχνει τη λύπη μακριά. Εξαιτίας της σπουδαιότητας της πόλης εισάγονται όλα τα προϊόντα από κάθε σημείο της γης, και επακολουθεί σαν συνέπεια να μην απολαμβάνουμε πιο εύκολα τα προϊόντα που παράγονται εδώ, απ' ότι και τα αγαθά των άλλων ανθρώπων.
39. Είμαστε διαφορετικοί από τους αντιπάλους μας και στην πολεμική εκπαίδευση στα εξής: Και την πόλη μας την έχουμε ανοιχτή σε όλους και σε καμιά περίπτωση κανένα δεν εμποδίζουμε, με απελάσεις ξένων, από του να δει ή να μάθει κάτι που, αν δεν το κρύβαμε και το έβλεπε κάποιος απ' τους εχθρούς, θα μπορούσε να ωφεληθεί, επειδή έχουμε πεποίθηση όχι περισσότερο στις προετοιμασίες και στα τεχνάσματα, όσο στην ευψυχία μας την ώρα της μάχης. και στο εκπαιδευτικό τους σύστημα, εκείνοι με εξαντλητική άσκηση από την παιδική τους ηλικία επιδιώκουν να γίνουν ανδρείοι .αντίθετα εμείς, αν και ζούμε άνετα, προχωρούμε με όχι κατώτερο φρόνημα σε κινδύνους το ίδιο μεγάλους. Και να η απόδειξη : Ό ι Λακεδαιμόνιοι δεν εκστρατεύουν στη χώρα μας μόνο με τη δική τους δύναμη, αλλά με όλους τους συμμάχους τους, ενώ εμείς κάθε φορά που εισβάλουμε στη χώρα των άλλων μόνοι μας, νικούμε χωρίς δυσκολία στη μάχη τις πιο πολλές φορές, στην ξένη χώρα, εκείνους που αμύνονται για τη σωτηρία της χώρας τους. Συγκεντρωμένη ολόκληρη τη δύναμη μας κανένας εχθρός ως τώρα δεν αντιμετώπισε, γιατί εμείς φροντίζουμε ταυτόχρονα και για το ναυτικό και επειδή σε πολλά μέρη της στεριάς στέλνουμε στρατό από μας τους ίδιους. κι αν συγκρουστούν κάπου με ένα μέρος από μας και αν νικήσουν μερικούς από μας, καυχιούνται ότι μας έχουν τρέψει όλους σε φυγή, αν όμως νικηθούν, διατείνονται ότι νικήθηκαν απ' όλους μας. Και όμως , αν ριχνόμαστε πρόθυμοι στον κίνδυνο περισσότερο με άνεση , παρά με επίπονη άσκηση και με ανδρεία που δεν πηγάζει τόσο από την επιβολή του νόμου όσο από τον τρόπο της ζωής μας , μας μένει κέρδος το ότι δεν κουραζόμαστε προκαταβολικά για τις δύσκολες στιγμές που είναι να 'ρθουν και, όταν φτάσουμε σ' αυτές, ότι δεν δείχνουμε λιγότερο θάρρος από κείνους που πασχίζουν αδιάκοπα σε όλη τους τη ζωή. Και γι αυτά και για πολλά άλλα ακόμα ισχυρίζομαι ότι η πόλη μας αξίζει να θαυμάζεται.
40. Αγαπούμε το ωραίο στην απλότητα του και καταγινόμαστε με τα γράμματα χωρίς να γινόμαστε μαλθακοί. Και χρησιμοποιούμε τα πλούτη μας πιο πολύ για να έχουμε τη δυνατότητα για κάποιο έργο, παρά για κομπορρημοσύνη και θεωρούμε ότι δεν είναι ντροπή να ομολογεί κανείς τη φτώχεια του, αλλά μεγαλύτερη θεωρούμε πως είναι ντροπή το να μην προσπαθεί να ξεφύγει (απ' αυτή) δουλεύοντας. Και συμβαίνει οι ίδιοι να φροντίζουμε μαζί και για τα ιδιωτικά μας ζητήματα και για τα ζητήματα της πόλης και, ενώ ο καθένας μας καταγίνεται με διαφορετική απασχόληση, να γνωρίζουμε σε ικανοποιητικό βαθμό τα πολιτικά πράγματα. Γιατί μόνοι εμείς εκείνον που δεν παίρνει μέρος σ' αυτά δεν τον θεωρούμε φιλήσυχο, αλλά άχρηστο και οι ίδιοι εμείς είτε διατυπώνουμε ορθές σκέψεις ή μελετούμε σωστά τις υποθέσεις της πόλης, γιατί νομίζουμε ότι οι συζητήσεις δεν βλάπτουν τα έργα, αλλά περισσότερο (βλάπτει) το να μην διαφωτιστούμε εκ των προτέρων με τη συζήτηση, πριν προβούμε σε ενέργειες για όσα πρέπει.
36. Και θ' αρχίσω πρώτα - πρώτα από τους προγόνους μας. γιατί είναι δίκαιο και ταιριάζει συγχρόνως σε περίπτωση, όπως η σημερινή, να απονέμεται σ' αυτούς αυτή η τιμή να μνημονεύονται πρώτοι. Γιατί κατοικώντας πάντοτε οι ίδιοι τη χώρα, καθώς η μια γενιά διαδεχόταν την άλλη, με την αντρεία τους την παρέδωσαν ως τις μέρες μας ελεύθερη. Και εκείνοι λοιπόν είναι άξιοι επαίνου και ακόμη περισσότερο οι πατεράδες μας. Γιατί, αφού απέκτησαν, κοντά σε κείνα που κληρονόμησαν, την εξουσία που έχουμε με πολύ μόχθο, την κληροδότησαν σε μας τους τωρινούς. Την περαιτέρω δε ανάπτυξη της εμείς οι ίδιοι, παρόντες τώρα εδώ, που βρισκόμαστε ακόμα περίπου στην ώριμη ηλικία, την πετύχαμε και ετοιμάσαμε την πόλη, ώστε να είναι αυτάρκης και για τον πόλεμο και για την ειρήνη. Απ' αυτά εγώ, τα πολεμικά έργα με τα οποία πραγματοποιήθηκε η κάθε μια κατάκτηση χωριστά, ή αν κάποτε εμείς οι ίδιοι ή οι πατεράδες μας αποκρούσαμε με αποφασιστικότητα Έλληνα ή ξένο επιδρομέα, επειδή δεν θέλω να μακρηγορήσω σ' αυτούς που τα γνωρίζουν καλά, θα τα παραλείψω. Με ποιες αρχές συμπεριφοράς φτάσαμε σ' αυτό το σημείο ακμής, με ποιο πολίτευμα και με ποιους τρόπους ζωής έγινε αυτή μεγάλη, αφού τα φανερώσω αυτά πρώτα, θα συνεχίσω με τον έπαινο αυτών εδώ, γιατί νομίζω ότι στην περίπτωση μας πολύ ταιριαστά μπορούν να ειπωθούν αυτά και ότι είναι ωφέλιμο να τα ακούσουν όλοι οι συγκεντρωμένοι και οι πολίτες και οι ξένοι.....
37. Το πολίτευμα που έχουμε δεν αντιγράφει τους νόμους των άλλων και περισσότερο είμαστε οι ίδιοι υπόδειγμα σε μερικούς, παρά μιμητές άλλων. Και, ως προς το όνομα, καλείται δημοκρατία, επειδή η εξουσία δεν βρίσκεται στα χέρια των ολιγαρχικών, αλλά του δήμου. Όλοι έχουν τα ίδια δικαιώματα απέναντι στους νόμους για τις ιδιωτικές τους διαφορές και, ως προς το κύρος, ανάλογα με την ευδοκίμηση που παρουσιάζει ο καθένας σε κάποιο τομέα, δεν εξαρτάται η προτίμηση του στα δημόσια αξιώματα από τη σειρά, αλλά από την ικανότητα, ούτε αντίθετα, αν είναι φτωχός, εφόσον μπορεί να κάνει κάτι καλό για την πόλη, εμποδίζεται εξαιτίας της ασημότητας της κοινωνικής του θέσης. Τις σχέσεις μας με την πολιτεία τις διέπει η ελευθερία και είμαστε απαλλαγμένοι από καχυποψία μεταξύ μας στις καθημερινές μας απασχολήσεις. δεν αγανακτούμε με το γείτονα μας, αν κάνει κάτι όπως του αρέσει, ούτε παίρνουμε το ύφος του πειραγμένου, που φυσικά δεν επιφέρει ποινή, είναι όμως δυσάρεστο. Και , ενώ στις ιδιωτικές μας σχέσεις δεν ενοχλούμε ο ένας τον άλλο, στη δημόσια ζωή δεν παραβαίνουμε τους νόμους προπάντων από εσωτερικό σεβασμό, υπακούοντας κάθε φορά σ 'αυτούς που διοικούν την πόλη και στους νόμους και κυρίως σε όσους απ' αυτούς ισχύουν για την προστασία αυτών που αδικούνται και σε κείνους που, αν και είναι άγραφοι , επιφέρουν αναμφισβήτητη ντροπή.
38. Και πέρα απ' αυτά εξασφαλίσαμε για το πνεύμα μας πολλούς τρόπους ξεκούρασης από τους κόπους, έχοντες τη συνήθεια να τελούμε γιορτές , με αγώνες και θυσίες, που καλύπτουν ολόκληρο το χρόνο και έχουμε συγυρισμένα νοικοκυριά που η καθημερινή τους ευχαρίστηση διώχνει τη λύπη μακριά. Εξαιτίας της σπουδαιότητας της πόλης εισάγονται όλα τα προϊόντα από κάθε σημείο της γης, και επακολουθεί σαν συνέπεια να μην απολαμβάνουμε πιο εύκολα τα προϊόντα που παράγονται εδώ, απ' ότι και τα αγαθά των άλλων ανθρώπων.
39. Είμαστε διαφορετικοί από τους αντιπάλους μας και στην πολεμική εκπαίδευση στα εξής: Και την πόλη μας την έχουμε ανοιχτή σε όλους και σε καμιά περίπτωση κανένα δεν εμποδίζουμε, με απελάσεις ξένων, από του να δει ή να μάθει κάτι που, αν δεν το κρύβαμε και το έβλεπε κάποιος απ' τους εχθρούς, θα μπορούσε να ωφεληθεί, επειδή έχουμε πεποίθηση όχι περισσότερο στις προετοιμασίες και στα τεχνάσματα, όσο στην ευψυχία μας την ώρα της μάχης. και στο εκπαιδευτικό τους σύστημα, εκείνοι με εξαντλητική άσκηση από την παιδική τους ηλικία επιδιώκουν να γίνουν ανδρείοι .αντίθετα εμείς, αν και ζούμε άνετα, προχωρούμε με όχι κατώτερο φρόνημα σε κινδύνους το ίδιο μεγάλους. Και να η απόδειξη : Ό ι Λακεδαιμόνιοι δεν εκστρατεύουν στη χώρα μας μόνο με τη δική τους δύναμη, αλλά με όλους τους συμμάχους τους, ενώ εμείς κάθε φορά που εισβάλουμε στη χώρα των άλλων μόνοι μας, νικούμε χωρίς δυσκολία στη μάχη τις πιο πολλές φορές, στην ξένη χώρα, εκείνους που αμύνονται για τη σωτηρία της χώρας τους. Συγκεντρωμένη ολόκληρη τη δύναμη μας κανένας εχθρός ως τώρα δεν αντιμετώπισε, γιατί εμείς φροντίζουμε ταυτόχρονα και για το ναυτικό και επειδή σε πολλά μέρη της στεριάς στέλνουμε στρατό από μας τους ίδιους. κι αν συγκρουστούν κάπου με ένα μέρος από μας και αν νικήσουν μερικούς από μας, καυχιούνται ότι μας έχουν τρέψει όλους σε φυγή, αν όμως νικηθούν, διατείνονται ότι νικήθηκαν απ' όλους μας. Και όμως , αν ριχνόμαστε πρόθυμοι στον κίνδυνο περισσότερο με άνεση , παρά με επίπονη άσκηση και με ανδρεία που δεν πηγάζει τόσο από την επιβολή του νόμου όσο από τον τρόπο της ζωής μας , μας μένει κέρδος το ότι δεν κουραζόμαστε προκαταβολικά για τις δύσκολες στιγμές που είναι να 'ρθουν και, όταν φτάσουμε σ' αυτές, ότι δεν δείχνουμε λιγότερο θάρρος από κείνους που πασχίζουν αδιάκοπα σε όλη τους τη ζωή. Και γι αυτά και για πολλά άλλα ακόμα ισχυρίζομαι ότι η πόλη μας αξίζει να θαυμάζεται.
40. Αγαπούμε το ωραίο στην απλότητα του και καταγινόμαστε με τα γράμματα χωρίς να γινόμαστε μαλθακοί. Και χρησιμοποιούμε τα πλούτη μας πιο πολύ για να έχουμε τη δυνατότητα για κάποιο έργο, παρά για κομπορρημοσύνη και θεωρούμε ότι δεν είναι ντροπή να ομολογεί κανείς τη φτώχεια του, αλλά μεγαλύτερη θεωρούμε πως είναι ντροπή το να μην προσπαθεί να ξεφύγει (απ' αυτή) δουλεύοντας. Και συμβαίνει οι ίδιοι να φροντίζουμε μαζί και για τα ιδιωτικά μας ζητήματα και για τα ζητήματα της πόλης και, ενώ ο καθένας μας καταγίνεται με διαφορετική απασχόληση, να γνωρίζουμε σε ικανοποιητικό βαθμό τα πολιτικά πράγματα. Γιατί μόνοι εμείς εκείνον που δεν παίρνει μέρος σ' αυτά δεν τον θεωρούμε φιλήσυχο, αλλά άχρηστο και οι ίδιοι εμείς είτε διατυπώνουμε ορθές σκέψεις ή μελετούμε σωστά τις υποθέσεις της πόλης, γιατί νομίζουμε ότι οι συζητήσεις δεν βλάπτουν τα έργα, αλλά περισσότερο (βλάπτει) το να μην διαφωτιστούμε εκ των προτέρων με τη συζήτηση, πριν προβούμε σε ενέργειες για όσα πρέπει.
Μας διακρίνει κάτι ξεχωριστό και στο σημείο αυτό, ώστε
να τολμούμε να υπολογίζουμε με ακρίβεια τις συνέπειες για όσα σκοπεύουμε να επιχειρήσουμε.
Ενώ αντίθετα στους άλλους η έλλειψη γνώσης φέρνει αλόγιστο θάρρος και η
επίγνωση δισταγμό. Δίκαια μπορούν να θεωρηθούν πολύ δυνατοί στην ψυχή όσοι, παρόλο
που γνωρίζουν πολύ καλά και τους κινδύνους του πολέμου και τις απολαύσεις της
ειρήνης, εντούτοις δεν προσπαθούν ν' αποφύγουν τους κινδύνους.
Και όσον αφορά την ευεργετική διάθεση, είμαστε
αντίθετοι με τον πολύ κόσμο. Γιατί αποκτούμε φίλους όχι ευεργετούμενοι, αλλά
ευεργετώντας. Γιατί ο ευεργέτης είναι πιο σταθερός φίλος, εφόσον επιδιώκει να
παραμένει η ευγνωμοσύνη του ευεργετημένου, με τη συμπάθεια που δείχνει σ'
αυτόν. Ο ευεργετημένος αντίθετα, είναι πιο απρόθυμος, γιατί ξέρει ότι θα
ανταποδώσει την ευγνωμοσύνη σαν εξόφληση χρέους και όχι για να του χρωστούν
ευγνωμοσύνη. Και μόνοι εμείς κάνουμε το καλό σε κάποιον, χωρίς να μας νοιάζει,
όχι τόσο από υπολογισμό του συμφέροντός μας, όσο από φιλελεύθερο φρόνημα.
41. Συνοψίζοντας λέω ότι η πόλη μας σε όλες τις εκδηλώσεις
της είναι σχολείο της Ελλάδας και ατομικά ο καθένας από μας μου φαίνεται ότι θα
μπορούσε να παρουσιάσει τον εαυτό του αυτοδύναμο σε πάρα πολλές δραστηριότητες
με χάρη και επιδεξιότητα. Και ότι αυτά δεν είναι καυχησιές για την περίσταση
,αλλά η πραγματική αλήθεια, το φανερώνει η
ίδια η δύναμη της πόλης ,που την αποκτήσαμε μ' αυτούς τους τρόπους ζωής. Γιατί είναι η μόνη από τις τωρινές (πόλεις) που βγαίνει από τη δοκιμασία ανώτερη απ' τη φήμη της και η μόνη που δεν δίνει ούτε στον εχθρό, που τις επιτίθεται, το δικαίωμα να αγανακτήσει από τι εχθρούς νικιέται, ούτε στους συμμάχους , ότι τους εξουσιάζουν ανάξιοι ,να παραπονεθούν. Αφού παρουσιάσαμε τη δύναμη μας με απτές αποδείξεις και βέβαια όχι χωρίς μάρτυρες , θα προκαλούμε το θαυμασμό στους σύγχρονους και τους μεταγενέστερους , χωρίς να έχουμε ανάγκη ούτε από Όμηρο για να μας επαινέσει , ούτε από άλλον που με τα λόγια του θα δώσει μια πρόσκαιρη χαρά , όμως την ιδέα που θα σχηματιστεί για τα έργα μας (αργότερα) θα την ζημιώσει η πραγματική αλήθεια (και θα προκαλούμε θαυμασμό) γιατί αναγκάσαμε κάθε θάλασσα και στεριά να γίνει πέρασμα στην τόλμη μας και παντού ιδρύσαμε αιώνια μνημεία και για τις συμφορές και για τις νίκες μας. Για μια τέτοια λοιπόν πόλη αυτοί εδώ, αφού πολέμησαν γενναία, βρήκαν το θάνατο πιστεύοντας πως ήταν καθήκον τους να μη χαθεί αυτή , και είναι φυσικό ο καθένας απ' αυτούς που μένουν στη ζωή να μοχθεί με προθυμία , για χάρη της.
42. Γι αυτό ακριβώς και ανέπτυξα σε μάκρος τα σχετικά με την πόλη, γιατί θέλησα να κάνω κατανοητό ότι δεν αγωνιζόμαστε για πράγματα ίσης σημασίας εμείς και κείνοι που τίποτα δεν έχουν όμοιο με τις αξίες που ξεχωρίζουν την Αθήνα απ' όλες τις άλλες πόλεις , και γιατί συγχρόνως ήθελα να παρουσιάσω με πραγματικά στοιχεία το εγκώμιο αυτών για τους οποίους τώρα μιλώ. και το μεγαλύτερο μέρος αυτού (του εγκωμίου) έχει ειπωθεί. γιατί , αυτά με τα οποία εξύμνησα την πόλη, τη στόλισαν τα ανδραγαθήματα αυτών εδώ και των ομοίων τους. και για πολύ λίγους από τους Έλληνες, όπως ακριβώς εδώ τώρα γι αυτούς, θα μπορούσε να παρουσιαστεί ο έπαινος ισοβαρής με τα έργα τους. Πιστεύω ακράδαντα ότι ένας θάνατος , όπως αυτών τώρα, φανερώνει την αξία ενός ανθρώπου , είτε είναι το πρώτο φανέρωμα ή η τελική επισφράγιση της. Και στην περίπτωση όσων από κάθε άλλη άποψη είναι κακοί, είναι δίκαιο να κρίνεται σπουδαιότερη από ό,τιδήποτε άλλο η ανδρεία που θα επιδείξουν, πολεμώντας για την πατρίδα. γιατί ξεπλένοντας το ηθικό παράπτωμα με την ανδραγαθία , ωφέλησαν την κοινή υπόθεση περισσότερο απ' όσο την έβλαψαν με τα προσωπικά τους παραπτώματα. Απ' αυτούς εδώ κανένας , ούτε πλούσιος προτίμησε την απόλαυση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και έδειξε δειλία , ούτε φτωχός με την ελπίδα που τρέφει για τη φτώχεια του , ότι δηλ .μπορεί και αυτή τη φορά να γλιτώσει απ' αυτήν και να πλουτίσει , προσπάθησε να δώσει αναβολή στον κίνδυνο. Θεώρησαν επίσης ότι το να εκδικηθούν τους εχθρούς, είναι πιο ποθητό απ' αυτά και συγχρόνως πίστεψαν ότι αυτός είναι ο πιο λαμπρός κίνδυνος ,κ α ι αποφάσισαν αντιμετωπίζοντας τον αυτούς να εκδικηθούν και να κρατήσουν για κείνα τον πόθο στην καρδιά τους , αφού εμπιστεύθηκαν στην ελπίδα την αβέβαιη προοπτική της μάχης, και μέσα στη μάχη σχετικά μ' αυτά που είχαν μπροστά στα μάτια τους, θεωρούσαν υποχρέωση τους να στηριχτούν στον εαυτό τους και την ώρα της μάχης προτίμησαν να αμυνθούν και να πάθουν κάτι , παρά να σωθούν υποχωρώντας. και έτσι απέφυγαν τη ντροπή να τους λένε δειλούς και ανέλαβαν τον αγώνα δίνοντας τη ζωή τους. και στην ελάχιστη κρίσιμη στιγμή καθώς κρινόταν από την τύχη η ζωή τους , απαλλάχτηκαν από την κατηγορία ότι νιώθουν φόβο περισσότερο , παρά από τον φόβο (ή τους βρήκε ο θάνατος την ώρα που φούντωνε μέσα τους ο ενθουσιασμός (για την αναμενόμενη νίκη) πιο πολύ, παρά ο φόβος (για μια ενδεχόμενη ήττα).).
ίδια η δύναμη της πόλης ,που την αποκτήσαμε μ' αυτούς τους τρόπους ζωής. Γιατί είναι η μόνη από τις τωρινές (πόλεις) που βγαίνει από τη δοκιμασία ανώτερη απ' τη φήμη της και η μόνη που δεν δίνει ούτε στον εχθρό, που τις επιτίθεται, το δικαίωμα να αγανακτήσει από τι εχθρούς νικιέται, ούτε στους συμμάχους , ότι τους εξουσιάζουν ανάξιοι ,να παραπονεθούν. Αφού παρουσιάσαμε τη δύναμη μας με απτές αποδείξεις και βέβαια όχι χωρίς μάρτυρες , θα προκαλούμε το θαυμασμό στους σύγχρονους και τους μεταγενέστερους , χωρίς να έχουμε ανάγκη ούτε από Όμηρο για να μας επαινέσει , ούτε από άλλον που με τα λόγια του θα δώσει μια πρόσκαιρη χαρά , όμως την ιδέα που θα σχηματιστεί για τα έργα μας (αργότερα) θα την ζημιώσει η πραγματική αλήθεια (και θα προκαλούμε θαυμασμό) γιατί αναγκάσαμε κάθε θάλασσα και στεριά να γίνει πέρασμα στην τόλμη μας και παντού ιδρύσαμε αιώνια μνημεία και για τις συμφορές και για τις νίκες μας. Για μια τέτοια λοιπόν πόλη αυτοί εδώ, αφού πολέμησαν γενναία, βρήκαν το θάνατο πιστεύοντας πως ήταν καθήκον τους να μη χαθεί αυτή , και είναι φυσικό ο καθένας απ' αυτούς που μένουν στη ζωή να μοχθεί με προθυμία , για χάρη της.
42. Γι αυτό ακριβώς και ανέπτυξα σε μάκρος τα σχετικά με την πόλη, γιατί θέλησα να κάνω κατανοητό ότι δεν αγωνιζόμαστε για πράγματα ίσης σημασίας εμείς και κείνοι που τίποτα δεν έχουν όμοιο με τις αξίες που ξεχωρίζουν την Αθήνα απ' όλες τις άλλες πόλεις , και γιατί συγχρόνως ήθελα να παρουσιάσω με πραγματικά στοιχεία το εγκώμιο αυτών για τους οποίους τώρα μιλώ. και το μεγαλύτερο μέρος αυτού (του εγκωμίου) έχει ειπωθεί. γιατί , αυτά με τα οποία εξύμνησα την πόλη, τη στόλισαν τα ανδραγαθήματα αυτών εδώ και των ομοίων τους. και για πολύ λίγους από τους Έλληνες, όπως ακριβώς εδώ τώρα γι αυτούς, θα μπορούσε να παρουσιαστεί ο έπαινος ισοβαρής με τα έργα τους. Πιστεύω ακράδαντα ότι ένας θάνατος , όπως αυτών τώρα, φανερώνει την αξία ενός ανθρώπου , είτε είναι το πρώτο φανέρωμα ή η τελική επισφράγιση της. Και στην περίπτωση όσων από κάθε άλλη άποψη είναι κακοί, είναι δίκαιο να κρίνεται σπουδαιότερη από ό,τιδήποτε άλλο η ανδρεία που θα επιδείξουν, πολεμώντας για την πατρίδα. γιατί ξεπλένοντας το ηθικό παράπτωμα με την ανδραγαθία , ωφέλησαν την κοινή υπόθεση περισσότερο απ' όσο την έβλαψαν με τα προσωπικά τους παραπτώματα. Απ' αυτούς εδώ κανένας , ούτε πλούσιος προτίμησε την απόλαυση για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και έδειξε δειλία , ούτε φτωχός με την ελπίδα που τρέφει για τη φτώχεια του , ότι δηλ .μπορεί και αυτή τη φορά να γλιτώσει απ' αυτήν και να πλουτίσει , προσπάθησε να δώσει αναβολή στον κίνδυνο. Θεώρησαν επίσης ότι το να εκδικηθούν τους εχθρούς, είναι πιο ποθητό απ' αυτά και συγχρόνως πίστεψαν ότι αυτός είναι ο πιο λαμπρός κίνδυνος ,κ α ι αποφάσισαν αντιμετωπίζοντας τον αυτούς να εκδικηθούν και να κρατήσουν για κείνα τον πόθο στην καρδιά τους , αφού εμπιστεύθηκαν στην ελπίδα την αβέβαιη προοπτική της μάχης, και μέσα στη μάχη σχετικά μ' αυτά που είχαν μπροστά στα μάτια τους, θεωρούσαν υποχρέωση τους να στηριχτούν στον εαυτό τους και την ώρα της μάχης προτίμησαν να αμυνθούν και να πάθουν κάτι , παρά να σωθούν υποχωρώντας. και έτσι απέφυγαν τη ντροπή να τους λένε δειλούς και ανέλαβαν τον αγώνα δίνοντας τη ζωή τους. και στην ελάχιστη κρίσιμη στιγμή καθώς κρινόταν από την τύχη η ζωή τους , απαλλάχτηκαν από την κατηγορία ότι νιώθουν φόβο περισσότερο , παρά από τον φόβο (ή τους βρήκε ο θάνατος την ώρα που φούντωνε μέσα τους ο ενθουσιασμός (για την αναμενόμενη νίκη) πιο πολύ, παρά ο φόβος (για μια ενδεχόμενη ήττα).).
43.
Και αυτοί, όπως ταιριάζει στην πόλη, αναδείχτηκαν
τέτοιοι. Όσοι απομένετε πρέπει να εύχεστε
το φρόνημα σας εναντίον των εχθρών να σας φέρει μικρότερο κίνδυνο, όμως να μην
ανεχτείτε να είναι ατολμότερο, και να μην κρίνετε μόνο με τη λογική την ωφέλεια
, για την οποία θα μπορούσε να πει κανείς πολλά σε σας που οι ίδιοι τα
ξέρετε καλύτερα , λέγοντας τι αξία έχει να αντιστέκεται κανείς στους εχθρούς.
αλλά περισσότερο να βλέπετε τη δύναμη της πόλης - όπως φαίνεται στα έργα
της κάθε μέρα - και να σας κυριεύει έρωτας γι αυτήν. Και όταν σας φανεί ότι
είναι μεγάλη , να συλλογιστείτε ότι τ' απέκτησαν αυτά άντρες που τόλμησαν κι
είχαν επίγνωση των υποχρεώσεων τους , που στη μάχη είχαν φιλότιμο. κι αν
καμιά φορά σε μια προσπάθεια τους αποτύχαιναν , δεν επέτρεπαν στον εαυτό τους
να στερήσει την πόλη απ' την ανδρεία τους , αλλά της την πρόσφεραν , σαν την καλύτερη
συνεισφορά , γιατί αφού έδωσαν όλοι μαζί τα σώματα τους , ο καθένας χωριστά πήραν
αγέραστη δόξα και περίλαμπρο τάφο , όχι τόσο αυτόν στον οποίο βρίσκονται, όσο
αυτόν στον οποίο η δόξα τους παραμένει αιώνια σε κάθε ευκαιρία που
παρουσιάζεται είτε δημηγορίας , είτε μάχης , γιατί των δοξασμένων αντρών τάφος
είναι ολόκληρη η γη και δεν το δηλώνει μόνο η επιγραφή μιας στήλης στη
γενέτειρα τους , αλλά και στην ξένη χώρα ζει μέσ' την ψυχή του καθενός άγραφη η
θύμηση , όχι τόσο των ανδραγαθημάτων τους , όσο του φρονήματός τους. Αυτούς
τώρα εσείς , αφού τους καταστήσετε παράδειγμα σας και καταλάβετε ότι ευδαιμονία
σημαίνει ελευθερία και ελευθερία σημαίνει τόλμη , να μην δειλιάζετε μπρος στους
κινδύνους του πολέμου. Γιατί δεν θα' ταν δίκαιο να αψηφούν τη ζωή τους οι
δυστυχισμένοι , στους οποίους δεν υπάρχει ελπίδα για κάτι καλό , αλλ' αυτοί ,
στους οποίους υπάρχει φόβος , αν συνεχίσουν να βρίσκονται στη ζωή , να
μεταβληθεί ριζικά η κατάσταση τους και στους οποίους η διαφορά θα είναι μεγάλη
, αν αποτύχουν σε κάτι. Γιατί πονά πιο πολύ τον άντρα που έχει υψηλό φρόνημα η
εξαθλίωση που προέρχεται από τη δειλία στη μάχη , παρά ο θάνατος που
έρχεται ανεπαίσθητα σε στιγμή δύναμης και κοινής προσδοκίας...
44. Γι αυτό ακριβώς και τους γονείς αυτών εδώ , όσοι τώρα παρευρίσκεστε , δεν σας κλαίω τόσο , όσο θέλω να σας παρηγορήσω , γιατί γνωρίζουν πολύ καλά πως η ζωή τους πέρασε μέσα από κάθε είδους αλλαγές της τύχης. Η ευτυχία βρίσκεται σ' αυτούς που η μοίρα δίνει ένδοξο θάνατο, όπως αυτούς εδώ τώρα ή την (τιμητική )λύπη, όπως ακριβώς σε σας και σε όσους το τέλος της ζωής συνέβη να συμπέσει με το τέλος της ευτυχίας τους. Ξέρω πως θα είναι δύσκολο να σας πείσω γι αυτά που πολλές φορές θα έχετε αφορμές θύμησης από την ευτυχία των άλλων , που και σεις οι ίδιοι κάποτε απολαμβάνατε. Και λυπάται κανείς , όχι όταν στερηθεί τα αγαθά που δεν δοκίμασε , αλλά όταν χάνει αυτά που είχε συνηθίσει ν' απολαμβάνει. Πρέπει να κάνετε κουράγιο και με την ελπίδα για άλλα παιδιά , όσοι βρίσκεστε στην κατάλληλη ακόμα ηλικία για τεκνοποίηση. Γιατί και στην ιδιωτική ζωή τα παιδιά που θα γεννηθούν, θα κάνουν μερικούς να ξεχάσουν αυτά που δεν υπάρχουν και αυτό θα είναι ωφέλιμο στην πόλη από δυο απόψεις, και γιατί δεν θα ερημώνεται η πόλη και επειδή θα είναι ασφαλή. 'γιατί δεν είναι δυνατόν να αποφασίζουν κατά τον ίδιο τρόπο και δίκαια αυτοί που δεν μπαίνουν στον ίδιο κίνδυνο προσφέροντας τα παιδιά τους.
44. Γι αυτό ακριβώς και τους γονείς αυτών εδώ , όσοι τώρα παρευρίσκεστε , δεν σας κλαίω τόσο , όσο θέλω να σας παρηγορήσω , γιατί γνωρίζουν πολύ καλά πως η ζωή τους πέρασε μέσα από κάθε είδους αλλαγές της τύχης. Η ευτυχία βρίσκεται σ' αυτούς που η μοίρα δίνει ένδοξο θάνατο, όπως αυτούς εδώ τώρα ή την (τιμητική )λύπη, όπως ακριβώς σε σας και σε όσους το τέλος της ζωής συνέβη να συμπέσει με το τέλος της ευτυχίας τους. Ξέρω πως θα είναι δύσκολο να σας πείσω γι αυτά που πολλές φορές θα έχετε αφορμές θύμησης από την ευτυχία των άλλων , που και σεις οι ίδιοι κάποτε απολαμβάνατε. Και λυπάται κανείς , όχι όταν στερηθεί τα αγαθά που δεν δοκίμασε , αλλά όταν χάνει αυτά που είχε συνηθίσει ν' απολαμβάνει. Πρέπει να κάνετε κουράγιο και με την ελπίδα για άλλα παιδιά , όσοι βρίσκεστε στην κατάλληλη ακόμα ηλικία για τεκνοποίηση. Γιατί και στην ιδιωτική ζωή τα παιδιά που θα γεννηθούν, θα κάνουν μερικούς να ξεχάσουν αυτά που δεν υπάρχουν και αυτό θα είναι ωφέλιμο στην πόλη από δυο απόψεις, και γιατί δεν θα ερημώνεται η πόλη και επειδή θα είναι ασφαλή. 'γιατί δεν είναι δυνατόν να αποφασίζουν κατά τον ίδιο τρόπο και δίκαια αυτοί που δεν μπαίνουν στον ίδιο κίνδυνο προσφέροντας τα παιδιά τους.
Όσοι πάλι είστε περασμένης ηλικίας , το μεγαλύτερο μέρος της
ζωής σας , που το περάσατε ευτυχισμένοι , να το θεωρείτε κέρδος και τη ζωή που
σας μένει , πως θα είναι μικρή και να παρηγοριέστε με τη δόξα τους . Γιατί μόνη
η αγάπη για τιμές δεν γερνάει και στη φάση της ηλικίας κατά την οποία ο
άνθρωπος δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα μεγαλύτερη απόλαυση δεν δίνει το κέρδος
, όπως ισχυρίζονται μερικοί , αλλά το να τον τιμούν..
45. Για τους γιους πάλι αυτών εδώ ,
όσοι παρευρίσκεστε , ή τα αδέλφια , βλέπω ότι ο αγώνας θα είναι
μεγάλος (γιατί ο καθένας συνηθίζει να επαινεί αυτόν που δεν υπάρχει ) και πολύ
δύσκολα , κι αν δείξετε ανδρεία μοναδική , θα σας κρίνουν κάπως κατώτερους , ουδέποτε
ισάξιους. Γιατί οι ζωντανοί βλέπουν με φθόνο τους ανταγωνιστές τους , ενώ
εκείνους που δεν τους στέκονται εμπόδιο , τους τιμούν με ασυναγώνιστη εύνοια.
Κι αν πρέπει να μιλήσω και για την αρετή των γυναικών , όσες τώρα θ' απομείνουν
χήρες , θα πω ό,τι πρέπει με σύντομη παραίνεση. Δηλαδή μεγάλη τιμή
θα είναι για σας να μη φανείτε κατώτερες από τη γυναικεία σας φύση , το ίδιο
και για κείνη που θα τη συζητούν όσο γίνεται λιγότερο οι άνδρες , είτε
για έπαινο , είτε για ψόγο...
46. Ειπώθηκαν και από μένα με
το λόγο μου όσα θεωρούσα κατάλληλα σύμφωνα με το έθιμο. και με έργα , οι νεκροί
από τη μια ήδη τιμήθηκαν , εξάλλου τα παιδιά τους από δω και μπρος θα τα
αναθρέψει η πόλη , ώσπου να γίνουν έφηβοι , με δημόσια δαπάνη ,
προβάλλοντας έτσι σα βραβείο για τέτοιους αγώνες ένα ωφέλιμο στεφάνι και γι
αυτούς τους νεκρούς και για όσους μένουν στη ζωή . γιατί , όπου για την αρετή
έχουν οριστεί πολύ μεγάλα έπαθλα, ευδοκιμούν σ' αυτή την πόλη άριστοι
πολίτες. Τώρα , αφού αποτελειώσετε το θρήνο που ταιριάζει στον καθένα , να
αποχωρήσετε.
47. Έτσι λοιπόν έγινε ο
ενταφιασμός αυτόν τον χειμώνα…
Ο Επιτάφιος του Περικλέους και η Αθηναϊκή Δημοκρατία
Γράφει ο Νικόλαος Μορόπουλος // *
Εισαγωγή
Το θέμα του
άρθρου είναι ο Επιτάφιος Λόγος του Περικλή, όπως αυτός παρατίθεται από τον
Θουκυδίδη στην «Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου», Βιβλίο ΙΙ εδάφια 34-46.
Την έμπνευση για το άρθρο μου την έδωσε το τρίτομο έργο του Κορνήλιου
Καστοριάδη “Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα”, που με την εκπληκτικής πρωτοτυπίας
ανάγνωση του επιταφίουαποτέλεσε το πρώτο επίπεδο για την προσέγγιση του λόγου.
Παράλληλα, ανέσυρα από την βιβλιοθήκη μου τον «Περικλέους Επιτάφιο» του Ι.Θ.
Κακριδή, που περιλαμβάνει μετάφραση, σχόλια και επιλεγόμενα. Η “πολιτική”
απόδοση του Καστοριάδη αντίκρυσε την “φιλολογική” προσέγγιση του Ι.Θ.
Κακριδή, που προσέφερε έτσι ένα δεύτερο επίπεδοανάγνωσης. Η “προσγειωμένη”
μετάφραση του του κειμένου του Θουκυδίδη από τον Άγγελο Βλάχο συμπλήρωσε αυτήν
την συνεύρεση.Το ευτυχές συνεπακόλουθο της συνεύρεσης του Καστοριάδη με τον
Ι.Θ. Κακριδή και τον Άγγελο Βλάχο Ομολογώ είναι η ευκαιρία να ακολουθήσω την
ελληνική γλώσσα σε μια πορεία δύο χιλιετιών. Η ευκαιρία είναι μοναδική, ειδικά
όταν τον χορό οδηγεί ο μεγάλος Ι.Θ. Κακριδής.
Πολλά έχουν
γραφεί για τον Επιτάφιο, και δεν θα επιχειρήσω ούτε να τα επαναλάβω, ούτε να
αντιπαρατεθώ σε όλα αυτά, αφού και πολλά είναι και δεν μπορώ να ισχυρισθώ ότι
είμαι ο ειδικός για κάτι τέτοιο. Ο στόχος μου είναι να αποδώσω στοιχεία από την
γλώσσα αλλά και το περιεχόμενο του Επιταφίου. Σε ό,τι με αφορά, δεν έχει καμία
σημασία το εάν ο Θουκυδίδης απέδωσε ακριβώς αυτά που είπε ο Περικλής ή όχι.
Επίσης δεν έχει νόημα να αποκρύψει κανείς την λατρεία του ιστορικού για την
πατρίδα του, την Αθήνα.
Λίγα λόγια
για την πολιτική διάσταση. Η κεντρική ιδέα στην πολιτική σκέψη του Καστοριάδη
είναι ότι η δημοκρατία είναι πρώτιστα εγχείρημα αυτονομίας της πολιτικής
κοινότητας. Η αναφορά στην Αθήνα του Περικλή και του Θουκυδίδη δεν γίνεται
από τον Καστοριάδη προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως πρότυπο. Ούτε αποτελεί η
Αθηναϊκή Δημοκρατία ένα δείγμα δημοκρατίας. Η αναφορά γίνεται
“γονιμο-ποιητικά”. Όπως αναφέρει η IngeridStraume, ο Καστοριάδης κατανοεί
τη δημοκρατία ως ένα “τραγικό” καθεστώς, που το μόνο του θεμέλιο είναι το ότι
δεν υπάρχει κανένα θεμέλιο. (5, σ. 8)
Μια άλλη
σημαντική διάσταση της θεώρησης του Καστοριάδη είναι ότι η δημοκρατία δεν
αποτελεί θεωρητική σύλληψη. Η πολιτική θεωρία κατά τον Καστοριάδη δεν
“συντίθεται” εκ των προτέρων, αλλά “αναδύεται” μέσα από την πολιτική
πράξη. Έτσι δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά σήμερα τι σημαίνει
δημοκρατία στον σύγχρονο κόσμο. Πολύ ευκολότερα μπορούμε να επισημάνουμε τα
ελλείμματα δημοκρατίας, που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι τα σημερινά
“δημοκρατικά” καθεστώτα δεν είναι παρά “φιλελεύθερες ολιγαρχίες”.
Σε αυτά τα
πλαίσια, η ανάγνωση του Επιταφίου του Περικλέους που παρουσιάζω στο άρθρο αυτό
εντάσσεται σε αυτό που οι Αγγλοσάξονες μελετητές αποκαλούν “Case study”,
δηλαδή την μελέτη μιας συγκεκριμένης περιπτώσεως δημοκρατικής θέσμισης και
καθεστώτος.
Η Δομή του
Επιταφίου (3, σ.36)
Ο Ι. Θ.
Κακριδής διακρίνει τα ακόλουθα μέρη στον Επιτάφιο.
Α. Προοίμιο
(εδάφιο 35)
Β. Έπαινος
των προγόνων, των πατέρων, και της σύγχρονης γενιάς (εδάφιο 36). Για τις γενιές
της αθηναϊκής ιστορίας, βλέπε παρακάτω.
Γ. Έπαινος
της αθηναϊκής πολιτείας (εδάφια 37-41)
Δ. Έπαινος
των νεκρών (εδάφια 41-42)
Ε.
Παραινετικός λόγος (εδάφια 43-45)
Ζ. Επίλογος
(εδάφιο 46)
Η αναλυτική
παρουσίαση του Επιταφίου θα γίνει ανά εδάφιο. Το πρωτότυπο κείμενο θα
προηγείται σε πλαγιαστά γράμματα, και θα ακολουθεί η απόδοση και τα σχόλια. Σε
κάποια σημεία η έμφαση θα είναι στη γλώσσα και την απόδοση του κειμένου, σε
άλλα στο περιεχόμενο. Εξ άλλου γλώσσα (σημαίνον) και περιεχόμενο (σημαινόμενο)
πάντοτε συνυπάρχουν δημιουργικά.
Εδάφιο 36
Ο Ι.Θ.
Κακριδής αναφέρει ότι οι τρεις αθηναϊκές γενιές ήταν οι εξής (3, σ.6):
- Πρόγονοι: από τη μυθική αρχή έως το τέλος των περσικών πολέμων το 479 π.Χ.
- Πατέρες: έως τη συνθήκη των Αθηναίων με τους Λακεδαιμονίους το 445 π.Χ.
- Σύγχρονη γενιά: «καθεστηκυία ηλικία». Ο Περικλής ήταν περίπου εξήντα ετών όταν εκφώνησε τον Επιτάφιο.
«τὴν γὰρ
χώραν οἱ αὐτοὶ αἰεὶ οἰκοῦντες διαδοχῇ τῶν ἐπιγιγνομένων μέχρι τοῦδε»
«Γιατί
έζησαν οι ίδιοι πάντα μια γενιά μετά την άλλη στη χώρα αυτή» (3, σ.7)
Εδώ ο
Περικλής μνημονεύει την «πανάρχαια παρουσία των Αθηναίων στο ίδιο έδαφος, για
την οποία ήταν εξαιρετικά υπερήφανοι, την αυτοχθονία τους.» (2, σ.176)
«ἐλευθέραν
δι” ἀρετὴν παρέδοσαν»
«…και με την
παλικαριά τους μας την παράδωσαν ως τώρα λεύτερη» (3, σ.7)
Ο Άγγελος
Βλάχος (1) αποδίδει την αρετή ως ανδρεία.
Ο
Καστοριάδης από την άλλη μεριά, αποδίδει την αρετή με βάση την αρμονία. «Ένα
άτομο έχει αρετήν αν είναι καλά προσαρμοσμένο ως προς αυτό που έχει αναλάβει να
κάνει ή κατέχει την αρετήν απολύτως εάν βρίσκεται σε αρμονία με τον εαυτό του.»
(2, σ. 176)
«ἀπὸ δὲ οἵας
τε ἐπιτηδεύσεως ἤλθομεν ἐπ” αὐτὰ καὶ μεθ” οἵας πολιτείας καὶ τρόπων ἐξ οἵων
μεγάλα ἐγένετο, ταῦτα δηλώσας πρῶτον εἶμι»
«Ποιος εστάθηκε
ο δρόμος μας για να φτάσουμε σ” εκείνα και με ποιάν πολιτεία κι” από ποιους
τρόπους ζωής έγιναν μεγάλα, αυτά θα δείξω πρώτα» (3, σ.9)
Ο
Καστοριάδης αποδίδει τις λέξεις ως ακολούθως (2, σ. 177):
- επιτήδευσις -> συνήθεια
- πολιτεία -> θεσμοί και μέθοδοι διακυβέρνησης
- τρόποι -> ήθη
Ο
Καστοριάδης αναφέρεται στη συνέχεια στο νεωτερισμό της αντίληψης ως προς τι
δημιουργεί την ισχύ μιας ανθρώπινης ομάδας. Στον Όμηρο, κάποιος θα κατακτήσει ή
δεν θα κατακτήσει την αρχήν και τη νίκη επειδή είναι ή δεν είναι γενναίος,
επειδή είναι ή δεν είναι αγαπητός στους θεούς (2, σ. 179).
Εδάφιο 37
Στο εδάφιο
αυτό αρχίζει ο έπαινος της Αθηναϊκής Πολιτείας, με αναφορές στο πολίτευμα και
τους νόμους.
«Χρώμεθα γὰρ
πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους,παράδειγμα δὲ μᾶλλον αὐτοὶ ὄντες
τισὶν ἢ μιμούμενοι ἑτέρους.»
«Το
πολίτευμα που έχομε σε τίποτε δεν αντιγράφει τα ξένα πολιτεύματα. Αντίθετα,
είμαστε πολύ περισσότερο εμείς παράδειγμα για τους άλλους παρά μιμητές τους.»
(1)
«Το
πολίτευμα που έχουμε δε γυρεύει να πάρει τους νόμους του από τους ξένους. Πιο
πολύ είμαστε εμείς το παράδειγμα σε μερικούς παρά που ξεσηκώνουμε ό,τι κάνουν
οι άλλοι.» (3, σ.9)
«Έχουμε ένα
πολιτικό καθεστώς που δεν φθονεί τους νόμους των άλλων και αντί να μιμείται
τους άλλους, αποτελεί μάλλον υπόδειγμα γι’ αυτούς.» (2, σ. 180)
«καὶ ὄνομα
μὲν διὰ τὸ μὴ ἐς ὀλίγους ἀλλ“ ἐς πλείονας οἰκεῖν δημοκρατία κέκληται»
«Το
Πολίτευμα μας λέγεται Δημοκρατία, επειδή την εξουσία δεν την ασκούν λίγοι
πολίτες, αλλά όλος ο λαός.» (1)
«Το όνομα
του (πολιτεύματος), επειδή δε ζούμε στηριγμένοι πάνω στους λίγους παρά στους
περισσότερους, είναι κυριαρχία του δήμου, δημοκρατία.» (3. σ.9)
Ο Ι.Θ.
Κακριδής σημειώνει ότι «σε μια πόλη δημοκρατία είναι οι “πλείονες” μόνο, όχι
όλοι οι πολίτες».
Ο
Καστοριάδης επισημαίνει ότι «οικείν» σημαίνει κυριολεκτικά, τρόπος του
κατοικείν, και μας θυμίζει την στροφή από το ποίημα του FriedrichHölderlin – InlieblicherBläue:
«Voll Verdienst, doch dichterisch,wohnet der
Mensch auf dieser Erde.»
“Εντελώς
επάξια,αλλά ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος πάνω σ” αυτήν τη γη.”
Εδώ στο
βάθος προβάλλει και ο MartinHeidegger, αλλά δεν θα επεκταθώ.
«μέτεστι δὲ
κατὰ μὲν τοὺς νόμους πρὸς τὰ ἴδια διάφορα πᾶσι τὸ ἴσον, κατὰ δὲ τὴν ἀξίωσιν,ὡς
ἕκαστος ἔν τῳ εὐδοκιμεῖ, οὐκ ἀπὸ μέρους τὸ πλέον ἐς τὰ κοινὰ ἢ ἀπ“ ἀρετῆς
προτιμᾶται,οὐδ“ αὖ κατὰ πενίαν, ἔχων γέ τι ἀγαθὸν δρᾶσαι τὴν πόλιν,ἀξιώματος
ἀφανείᾳ κεκώλυται»
«Όσον αφορά
τα ίδια, τα ιδιωτικά ή τα ιδιαίτερα συμφέροντα, οι πολίτες αντιμετωπίζονται
κατά ίσο τρόπο από τους νόμους. Όσον αφορά τη δημόσια αξιοσύνη ο καθένας
αντιμετωπίζεται σύμφωνα με τον τρόπο με τον οποίο επιτυγχάνει σε αυτό που
κάνει. Όσον αφορά τα κοινά, δηλαδή τα αξιώματα και τον πολιτικό ρόλο, δεν
δείχνουμε προτίμηση σε κάποιον λόγω της καταγωγής του (από μέρους), αλλά με
βάση την αρετή του. Ούτε κάποιος ο οποίος είναι φτωχός αλλά θα μπορούσε να
κάνει κάτι για την πόλη , θα εμποδιστεί λόγω της κοινωνικής αφάνειας στην οποία
βρίσκεται» (2, σ. 182)
Ο Ι.Θ.
Κακριδής παρατηρεί ότι «η προτίμηση (των αρχόντων, των εχόντων δημόσιο αξίωμα)
με βάση την αρετή» αποτελεί την αναβίωση του αριστοκρατικού αξιώματος, όπου την
αρετή δεν την καθορίζει πια η καταγωγή, ή ο πλούτος, όπως στις γνήσιες
αριστοκρατίες και ολιγαρχίες. (3, σ.50-51)
«ἀνεπαχθῶς
δὲ τὰ ἴδια προσομιλοῦντες τὰ δημόσια διὰ δέος μάλιστα οὐ παρανομοῦμεν, τῶν τε
αἰεὶ ἐν ἀρχῇ ὄντων ἀκροάσει καὶ τῶν νόμων, καὶ μάλιστα αὐτῶν ὅσοι τε ἐπ“ὠφελίᾳ
τῶν ἀδικουμένων κεῖνται καὶ ὅσοι ἄγραφοι ὄντες αἰσχύνην ὁμολογουμένην
φέρουσιν.»
«Ενώ
επιδεικνύουμε ανοχή στις ιδιωτικές μας σχέσεις, όσον αφορά τα δημόσια πράγματα
δεν παραβαίνουμε το νόμο διότι μας εμποδίζει το δέος. Με αυτόν τον τρόπο
δείχνουμε προσοχή τόσο σε αυτούς που κατέχουν εκ περιτροπής τα αξιώματα, όσο
και στους νόμους. Κυρίως στους νόμους που είναι υπέρ εκείνων οι οποίοι
υφίστανται την αδικία, καθώς και τους νόμους που, αν και άγραφοι, επιφέρουν ως
ποινή το δημόσιο όνειδος.» (2, σ.182-183)
Είναι
ενδιαφέρον ότι ο Καστοριάδης αποδίδει τους «αἰεὶ ἐν ἀρχῇ ὄντες» σαν «αυτούς που
κατέχουν εκ περιτροπής τα αξιώματα», ενώ ο Άγγελος Βλάχος απλά ως «άρχοντες»,
ακριβώς όπως και ο Ι.Θ. Κακριδής, που σχολιάζει:
«Τον πολίτη
τον κυβερνάει τώρα πια μια τόσο υψωμένη συνείδηση, ώστε να είναι απέναντι της
πιο πολύ υπόλογος, αυτής το δέος να τον κρατάει να μην παρανομήσει, όχι κανένας
εξωτερικός φραγμός, η τιμωρία του νόμου, είτε η διαταγή του άρχοντα. Σ” αυτήν
ακριβώς την πρόθυμη, αυτόβουλη υποταγή του στο νόμο, προπαντός τον
άγραφο, βρίσκει ο Αθηναίος την απόδειξη πως είναι λεύτερος.» (3, σ. 51)
Εδάφιο 38
Το εδάφιο
αυτό είναι πιο «ελαφρύ» σε σχέση με το προηγούμενο, και αναφέρεται στους
τρόπους και τους παράγοντες ξεκούρασης και απόλαυσης των Αθηναίων.
«Καὶ μὴν καὶ
τῶν πόνων πλείστας ἀναπαύλας τῇ γνώμῃ ἐπορισάμεθα, ἀγῶσι μέν γε καὶ θυσίαις
διετησίοις νομίζοντες, ἰδίαις δὲ κατασκευαῖς εὐπρεπέσιν, ὧν καθ” ἡμέραν ἡ
τέρψις τὸ λυπηρὸν ἐκπλήσσει.»
«Έχουμε
εφοδιαστεί με πλήθος θεραπείες ή αντισταθμίσεις για τους μόχθους και τα έργα μας,
τόσο μέσω των αγώνων και των θρησκευτικών μας τελετών, όσο επίσης και με τις
ευπρεπείς ιδιωτικές κατασκευές. ενώ η ευχαρίστηση την οποία προσφέρουν
καθημερινά διώχνει τις έγνοιες και τις αντιξοότητες.» (2, σ. 183)
Ο
Καστοριάδης επισημαίνει ότι στο σημείο αυτό ο Περικλής και ο Θουκυδίδης
φαίνεται να θεωρούν ότι οι συνθήκες στέγασης των Αθηναίων υπερέβαιναν τις
καθαρά λειτουργικές απαιτήσεις και συνέβαλαν και αυτές στην άμβλυνση των
προβλημάτων της ζωής.
«Επεσέρχεται
δὲ διὰ μέγεθος τῆς πόλεως ἐκ πάσης γῆς τὰ πάντα, καὶ ξυμβαίνει ἡμῖν μηδὲν
οἰκειοτέρᾳ τῇ ἀπολαύσει τὰ αὐτοῦ ἀγαθὰ γιγνόμενα καρποῦσθαι ἢ καὶ τὰ τῶν ἄλλων
ἀνθρώπων»
«Λόγω της
σπουδαιότητας της πόλης μας έρχονται σε αυτήν – εισάγουμε – όλα τα προϊόντα
ολάκερης της γης. Και τα αγαθά που εμείς παράγουμε δεν μας είναι περισσότερο
οικεία από τα αγαθά που παράγουν οι άλλοι άνθρωποι.” (2, σ. 184)
«Κι” ακόμα
μας έρχονται, έτσι μεγάλη που είναι η πόλη μας από την πάσα γη τα πάντα και
φτάνουμε τα αγαθά που γίνονται εδώ να μην τα χαιρόμαστε καθόλου σαν πιο δικά
μας απ’ό,τι και των άλλων ανθρώπων.» (3. σ. 11)
Ο Ι.Θ.
Κακριδής σχολιάζει ότι το εδάφιο αυτό δίνει μια εικόνα της ζωής στην Αθήνα που
διαφέρει ριζικά από εκείνη της Σπάρτης, «που δεν επιτρέπει καμιά πολυτέλεια
στον πολίτη της, στο φαΐ του, στο ντύσιμο του, στο σπίτι του.» (3, σ. 51)
Ο
Καστοριάδης τονίζει την εισαγωγή προϊόντων που ανατρέπει τις προσεγγίσεις της
«αυτάρκειας».
Εδάφιο 39
Το εδάφιο
αυτό αναφέρεται στην στρατιωτική εκπαίδευση και προετοιμασία.
«Διαφέρομεν
δὲ καὶ ταῖς τῶν πολεμικῶν μελέταις τῶν ἐναντίων τοῖσδε. τήν τε γὰρ πόλιν κοινὴν
παρέχομεν, καὶ οὐκ ἔστιν ὅτε ξενηλασίαις ἀπείργομέν τινα ἢ μαθήματος ἢ
θεάματος, ὃ μὴ κρυφθὲν ἄν τις τῶν πολεμίων ἰδὼν ὠφεληθείη, πιστεύοντες οὐ ταῖς
παρασκευαῖς τὸ πλέον καὶ ἀπάταις ἢ τῷ ἀφ” ἡμῶν αὐτῶν ἐς τὰ ἔργα εὐψύχῳ»
«Και στη
μελέτη των πολεμικών ξεχωρίζουμε από τους αντιπάλους μας σ’ αυτά τα σημεία.
Πρώτα που την πόλη μας την κρατούμε ανοιχτή σε όλους και διώχνουμε ποτέ ξένο
κανένα, για να τον εμποδίσουμε να μάθει ή να ιδεί κάτι, που αν δεν το κρύβαμε
και το έβλεπε κάποιος από τους εχτρούς μας θα μπορούσε τάχα να ωφεληθεί. Γιατί
εμείς την πίστη μας τη στηρίζουμε όχι στις ετοιμασίες τόσο και στα ξεγελάσματα
(χαρακτηριστικά της σπαρτιατικής μελέτης των στρατιωτικών), όσο στην ψυχική από
εμάς τους ίδιους δύναμη, όταν είναι να ενεργήσουμε.» (3, σ. 11)
Ξενηλασία ήταν το δικαίωμα των εφόρων της
Σπάρτης να διώχνουν όταν θέλουν τους ξένους από τη χώρα, ενώ σχετικός ήταν και
ο αδιάκοπος φόβος των Σπαρτιατών μήπως προδοθούν τα μυστικά της πόλης.
Σημειώνω ότι
είναι η πρώτη φορά στον Επιτάφιο που ο λόγος καθίσταται άμεσα αντιθετικός.
Τα προσόντα
των Αθηναίων παρουσιάζονται σε «έναντι» των αντιπάλων τους, που παρόλο ότι δεν
κατονομάζονται, είναι οι Λακεδαιμόνιοι.
Επίσης η εμφατική
αναφορά στην «Ανοικτή Πόλη» εν καιρώ πολέμου προαναγγέλλει την «Ανοικτή
Κοινωνία» του KarlPopper.
Κλείνοντας
το εδάφιο, ο Περικλής εγκωμιάζει την Αθήνα που θέλει να ζουν οι πολίτες της
ελεύθεροι και ξένοιαστοι, ακόμη και ράθυμοι στον καιρό της ειρήνης, και να
απολαμβάνουν τη ζωή, ώστε την ώρα του πολέμου να πολεμούν γιατί το θέλουν οι
ίδιοι και όχι γιατί τους το επιβάλει κάποιος νόμος. Και ίσως αυτό τελικά να
είναι η «ευψυχία».
Εδάφιο 40
«Φιλοκαλοῦμέν
τε γὰρ μετ“ εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας· πλούτῳ τε ἔργου
μᾶλλον καιρῷ
ἢ λόγου κόμπῳ χρώμεθα, καὶ τὸ πένεσθαι οὐχ ὁμολογεῖν τινὶ αἰσχρόν, ἀλλὰ μὴ
διαφεύγειν ἔργῳ αἴσχιον.»
«Αγαπούμε το
ωραίο και μένουμε απλοί. Αγαπούμε τη θεωρία και δεν καταντούμε νωθροί. Ο
πλούτος στέκει για μας πιο πολύ αφορμή για κάποιο έργο παρά για παινεψιές και
λόγια. Και τη φτώχεια του να την παραδεχτεί κανείς, δεν είναι ντροπή. Ντροπή
είναι να μην κοιτάξει δουλεύοντας να την ξεφύγει.» (3, σ.13-15)
«Αγαπούμε το
ωραίο, αλλά μένομε απλοί και φιλοσοφούμε χωρίς να είμαστε νωθροί. Τον πλούτο
μας τον έχομε για να τον χρησιμοποιούμε σε έργα και όχι για να καυχιόμαστε. Δεν
θεωρούμε ντροπή την φτώχεια. Ντροπή είναι να μην την αποφεύγει κανείς
δουλεύοντας.» (1)
Ο
Καστοριάδης δεν περιορίζεται – όπως πάντα – σε μια απόδοση, αλλά διευρύνει το
θέμα, ισχυριζόμενος ότι ο Περικλής λέει: «ασκούμε τη σοφία και την ομορφιά,
αυτός είναι ο τρόπος ύπαρξης μας.» Και συνεχίζει: «αυτό σημαίνει να είσαι
Αθηναίος: να φιλοσοφείς και να φιλοκαλείς… Εδώ ο Περικλής ενσωματώνει τη θεωρία
με οργανικό τρόπο στη συνολική ζωή του ανθρώπινου όντος, ατομική και συλλογική,
πολιτειακή και πολιτική – μια ζωή που είναι, εν πάση περιπτώσει, ζωή εντός και
δια της πόλεως.» (4, σ. 247, 249)
Η τοποθέτηση
του Καστοριάδη οδηγεί στο συμπέρασμα ότι «είναι δυνατό να ξεφύγουμε από τα
ψεύτικα διλήμματα – άτομο ή συλλογικότητα, πολιτική κοινότητα ή κοινωνία των
πολιτών – με τα οποία τρέφεται η πραγματικότητα που μπορούμε να ονομάσουμε
νεωτερικό ατύχημα». (4, σ. 247)
Θέτει επίσης
«εκτός πεδιάς» την πλατωνική και αριστοτελική αντίληψη που αναδεικνύει το «βίον
θεωρητικόν» σε υπέρτατη μορφή της ζωής. (4, σ.249):
«ἔν τε τοῖς
αὐτοῖς οἰκείων ἅμα καὶ πολιτικῶν ἐπιμέλεια, καὶ ἑτέροις πρὸς ἔργα τετραμμένοις
τὰ πολιτικὰ μὴ ἐνδεῶς γνῶναι»
«Οι ίδιο
εμείς, φροντίζομε και τις ιδιωτικές μας υποθέσεις και τα δημόσια πράγματα κ”
ενώ ο καθένας μας φροντίζει τις δουλειές του, τούτο δεν μας εμποδίζει να
κατέχομε και τα πολιτικά.» (1)
«Και πάλι η
φροντίδα αυτή του καθενός για τη δική του τη δουλειά και για το δικό του το
σπίτι δεν τον κάνει αδιάφορο για της πολιτείας τα πράγματα.» (3, σ.53)
«Κι είμαστε
οι ίδιοι που φροντίζουμε και για τα δικά μας και τα πολιτικά μαζί πράγματα, κι”
ενώ καθένας μας κοιτάζει τη δουλειά του, δεν κατέχουμε γι” αυτό λιγότερο τα
πολιτικά.» (3, σ.15)¨
«μόνοι γὰρ τόν
τε μηδὲν τῶν δε μετέχοντα οὐκ ἀπράγμονα,ἀλλ“ ἀχρεῖον νομίζομεν»
«Μόνο εμείς
θεωρούμε πως είναι όχι μόνον αδιάφορος, αλλά και άχρηστος εκείνος που δεν
ενδιαφέρεται στα πολιτικά.» (1)
«Γιατί
όποιον δεν θέλει να πάρει μέρος στα πολιτικά, στην Αθήνα τον βλέπουν σαν έναν
άνθρωπο άχρηστο, όχι ήσυχο.» (3, σ.53)
Εδάφιο 41
«Ξυνελών τε
λέγω τήν τε πᾶσαν πόλιν τῆς῾Ελλάδος παίδευσιν εἶναι καὶ καθ“ ἕκαστον δοκεῖν ἄν
μοι τὸν αὐτὸν ἄνδρα παρ“ἡμῶν ἐπὶπλεῖστ“ ἂν εἴδη καὶ μετὰ χαρίτων μάλιστ“ ἂν
εὐτραπέλως τὸ σῶμα αὔταρκες παρέχεσθαι.»
«Με μια
λέξη, τολμώ να πω ότι η Αθήνα είναι ο δάσκαλος των Ελλήνων και νομίζω πως ο
κάθε μας πολίτης θα μπορούσε, με τη μεγαλύτερη ευκολία και χάρη, πολλά και άξια
έργα να κάνη σε πολλές εκδηλώσεις της ζωής.» (1)
Ο
Καστοριάδης αποδίδει και επεκτείνει:
«Η πόλη
είναι παίδευσις, παιδεία και εκπαίδευση της Ελλάδας, και κάθε πολίτης ατομικά
είναι ικανός να εκτελέσει μέσα σε αυτήν ένα μέγιστο αριθμό πραγμάτων, με τη
μεγίστη διττή χάρη…. Ωστόσο αυτό που μοιάζει με παράλογη υπεροψία αποδείχτηκε σε
τελική ανάλυση μια μάλλον μετριοπαθής εκτίμηση, διότι αυτή η συγκεκριμένη Αθήνα
δεν υπήρξε μόνο η εκπαίδευση της Ελλάδας, αλλά και όλων όσοι δημιούργησαν αυτό
που ονομάζουμε ελληνοδυτικό πολιτισμό.» (4, σ.250)
Ο
ελληνοδυτικός πολιτισμός στηρίζεται στην διαδικασία του «κρίνειν και
επιλέγειν». Ο πολίτης μπορεί με επιχειρήματα να απορρίψει τους θεσμούς της
πολιτικής κοινότητας και να προτείνει καινούργιους, διαφορετικούς θεσμούς.
Αναφέρομαι στον πολίτη επειδή η πολιτική λειτουργία και η θεσμοθέτηση της πολιτικής
κοινότητας είναι κορυφαία διαδικασία και φαινόμενο, και καθορίζει όλα τα άλλα.
Ο
Καστοριάδης προχωρά και σε μια άλλη πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση, συγκρίνοντας
αυτήν την αντίληψη του πολίτη με τον ορισμό του δίκαιου άνδρα και καλού πολίτη
τον οποίο δίνει ο Πλάτων στην Πολιτεία «τα εαυτού πράττειν και μη μη
πολυπραγμονείν, να ασχολείται δηλαδή κανείς με τις δικές του υποθέσεις και να
μην κάνει πολλά πράγματα… Πρόκειται προφανώς για τον ιδανικό πολίτη ενός
αυταρχικού καθεστώτος.» (2, σ.191)
Ένα επίθετο
που παρεξηγήθηκε από πολλούς είναι το «αύταρκες σώμα». Ο Ι.Θ. Κακριδής μάλιστα
αντιπαραθέτει το σημείο αυτό με κάποιες ρήσεις του Σόλωνα όπως αυτές
παρατίθενται από τον Ηρόδοτο: «Έτσι και ο ένας άνθρωπος δεν έχει καθόλου
αυτάρκεια. Έχει το ένα, θα του λείπει το άλλο…». (3, σ.58)
Ο
Καστοριάδης από την άλλη μεριά, αποδίδει το σημείο αυτό ως το επαρκές
αποτέλεσμα στο οποίο μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος ως σώμα, ως μονάδα δηλαδή.
Η ατομική ανάπτυξη και εξέλιξη είναι δυνατή στην πόλη της Αθήνας, και δεν θα ήταν
δυνατή χωρίς την πόλη ή έξω από αυτήν. (2, σ.198)
Εδάφιο 42
«καὶ εἴρηται
αὐτῆς τὰ μέγιστα· ἃ γὰρ τὴνπόλιν ὕμνησα, αἱ τῶν δε καὶ τῶν τοιῶν δε ἀρεταὶ
ἐκόσμησαν, καὶ οὐκ ἂν πολλοῖς τῶν῾Ελλήνων ἰσόρροπος ὥσπερ τῶν δε ὁ λόγος τῶν
ἔργων φανείη»
Καὶ εἶπα τὰ
περισσότερα ποὺ εἴχα νὰ πῶ, γιατὶ αὐτῶν ποὺ κοίτονται ὲδῶ καὶ τῶν ὁμοίων τους ἡ
ἀνδρεία ἐστόλισε τὴν πολιτεία μὲ ὅσα ἐγώ, ὑμνώντας την, εἶπα πὼς ἔχει. Λίγοι
εἶναι οἱ Ἕλληνες ποὺ δὲν εἶναι, σὰν καὶ τοὺς γενναίους αὐτούς, κατώτεροι ἀπὸ
τὸν ἔπαινο ποὺ τοὺς γίνεται. (1)
«τὴν δὲ τῶν
ἐναντίων τιμωρίαν ποθεινοτέραν αὐτῶν λαβόντες καὶ κινδύνων ἅμα τόνδε κάλλιστον
νομίσαντες ἐβουλήθησαν μετ“ αὐτοῦ τοὺς μὲν τιμωρεῖσθαι, τῶν δὲ ἐφίεσθαι, ἐλπίδι
μὲν τὸ ἀφανὲς τοῦ κατορθώσειν ἐπιτρέψαντες,ἔργῳ δὲ περὶ τοῦ ἤδη ὁρωμένου σφίσιν
αὐτοῖς ἀξιοῦντες πεποιθέναι, καὶ ἐν αὐτῷ τῷ ἀμύνεσθαι καὶ παθεῖν μᾶλλον
ἡγησάμενοι ἢ [τὸ]ἐνδόντες σῴζεσθαι, τὸ μὲν αἰσχρὸν τοῦ λόγου ἔφυγον, τὸ δ“ἔργον
τῷ σώματι ὑπέμειναν καὶ δι“ ἐλαχίστου καιροῦ τύχης ἅμα ἀκμῇ τῆς δόξης μᾶλλον ἢ
τοῦ δέους ἀπηλλάγησαν.»
Λογαριάζοντας
πὼς ἀνώτερο ἀπ” ὅλα εἶναι νὰ τιμωρήσουν τὸν ἐχθρὸ καὶ πὼς ἀπ” ὅλους τοὺς
κινδύνους αὐτός τὸν ὁποῖο ἀντίκρυζαν ἦταν ὁ ἐνδοξότερος, τὸν ἀντιμετώπισαν γιὰ
νὰ ἐκδικηθοῦν τοὺς πολεμίους. Μὴ ξέροντας ἄν θά ἐπιτύχουν, βασίστηκαν στὴν
ἐλπίδα, στὴν μάχη, ὅμως, ἀπάνω δεν στηρίχθηκαν παρὰ στον ἐαυτό τους γιὰ νὰ
πολεμήσουν. Προτίμησαν ν” ἀντισταθοῦν καὶ νὰ πεθάνουν παρὰ νὰ δειλιάσουν καὶ νὰ
ζήσουν κι ἀπόφυγαν ἔτσι τὴν ντροπὴ τῆς καταλαλιάς, θυσιάζοντας τὴν ζωή τους γιὰ
τὸ ἔργο ποὺ εἴχαν ἀναλάβει. Ἡ στιγμὴ ποὺ τοὺς βρῆκε τὸ χτύπημα τῆς μοίρας δὲν
ἦταν γι” αὐτοὺς στιγμὴ φόβου, ἀλλὰ δόξας. (1)
Εδάφιο 43
«Καὶ οἵδε
μὲν προσηκόντως τῇ πόλει τοι οίδε ἐγένοντο»
Οι άνθρωποι
αυτοί ενήργησαν προσηκόντως, κατά τρόπον αντάξιο της πόλεως. (2, σ.199)
Στάθηκαν
ἀντάξιοι τῆς πολιτείας ποὺ τοὺς ἀνάθρεψε. (1)
«ἀλλὰ μᾶλλον
τὴν τῆς πόλεως δύναμιν καθ” ἡμέραν ἔργῳ θεωμένους καὶ ἐραστὰς γιγνομένους
αὐτῆς, καὶ ὅταν ὑμῖν μεγάλη δόξῃ εἶναι, ἐνθυμουμένους ὅτι τολμῶντες καὶ
γιγνώσκοντες τὰ δέοντα καὶ ἐν τοῖς ἔργοις αἰσχυνόμενοι ἄνδρες αὐτὰ ἐκτήσαντο,
καὶ ὁπότε καὶ πείρᾳ του σφαλεῖεν, οὐκ οὖν καὶ τὴν πόλιν γε τῆς σφετέρας ἀρετῆς
ἀξιοῦντες στερίσκειν, κάλλιστον δὲ ἔρανον αὐτῇ προϊέμενοι.»
“Πρέπει νὰ
βλέπετε τὸ μεγαλεῖο τῆς πολιτείας στὶς καθημερινὲς της ἐκδηλώσεις καὶ να
συλλογίζεστε πὼς τῆς τὸ ἔδωσαν ἄνδρες γενναῖοι ποὺ εἶχαν τὸ αἴσθημα τοῦ
καθήκοντος καὶ μεγάλη φιλοτιμία σὲ κάθε ἔργο ποὺ ἀναλάμβαναν. Ἄν, καμιά φορά,
ἀτυχοῦσαν σὲ κάποιο ἐγχείρημα, δὲν στεροῦσαν ὅμως τὴν πατρίδα ἀπ” τὴν ἀνδρεία
τους, γιατὶ θεωροῦσαν πὼς ἡ ὡραιότερη κοινὴ προσφορὰ ἦταν νὰ θυσιαστοῦν γι”
αὐτήν.” (1)
Οι άντρες
που έδωσαν στην πόλη τη δύναμη της το έκαναν όντας θαρραλέοι, γνωρίζοντας αυτό
που έπρεπε να κάνουν και δρώντας με αιδώ. (2, σ.199)
Ο
Καστοριάδης ισχυρίζεται ότι οι τρεις παραπάνω όροι είναι η θεωρία των τριών
ιδιοτήτων της ψυχής και των τριών βασικών αρετών που θα αναπτύξει στη συνέχεια
ο Πλάτων στην Πολιτεία (ΙV, 436).
Η τόλμη και
το θάρρος αντιστοιχεί στο θυμό, το μέρος της ψυχής που μπορεί να θυμώσει, η
αισχύνη έχει σχέση με την επιθυμία, ενώ η γνώση παραπέμπει στο λογιστικό, και
τη σοφία.(2, σ.200)
«ἀνδρῶν γὰρ
ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος, καὶ οὐ στηλῶν μόνον ἐν τῇ οἰκείᾳ σημαίνει ἐπιγραφή,
ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ μὴ προσηκούσῃ ἄγραφος μνήμη παρ” ἑκάστῳ τῆς γνώμης μᾶλλον ἢ τοῦ
ἔργου ἐνδιαιτᾶται»
Γιατί των
ανθρώπων των ξεχωριστών τάφος είναι η γη ολόκληρη. Και δεν φανερώνει το όνομα
τους μιας στήλης η επιγραφή στην πατρική τους χώρα μόνο. Και στα ξένα μέρη σε καθενός
την ψυχή μέσα φωλιάζει άγραφη η θύμηση, όχι τόσο για το έργο που έκαμαν, πιο
πολύ για το φρόνημα τους. (3,σ.23)
«γιατὶ τάφος
τῶν μεγάλων εἶναι ἡ πᾶσα γῆ καὶ δὲν φανερώνεται ἀπὸ τὴν ὲπιγραφὴ μιὰς στήλης
στὴν πατρική τους χώρα. Καὶ στὰ πιὸ μακρινὰ μέρη, ἡ μνήμη τους, ἄγραφη, μένει
ζωηρότερη μέσα στὶς ψυχές, περισσότερο γιὰ τὴν ἀνδρεία τους παρὰ γιὰ τὸ ἔργο
ποὺ ἔκαναν.» (1)
Ο
Καστοριάδης σημειώνει ότι αυτή η μνήμη, αυτή η ανάμνηση που φωλιάζει στον
καθένα, είναι ανάμνηση όχι του έργου τους, αλλά της «γνώμης» τους, που και
αυτός αποδίδει ως φρόνημα, όπως και ο Ι.Θ. Κακριδής. (2, σ.201)
«οὓς νῦν
ὑμεῖς ζηλώσαντες καὶ τὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον, τὸ δ” ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον
κρίναντες μὴ περιορᾶσθε τοὺς πολεμικοὺς κινδύνους»
Ἔχοντας
αὐτοὺς γιὰ παράδειγμα καὶ ξέροντας πὼς εὐτυχία θὰ πῆ ἐλευθερία καὶ ὲλευθερία
σημαίνει ἀνδρεία, δὲν πρέπει νὰ δειλιάζετε μπροστὰ στοὺς κινδύνους τοῦ
πολέμου.(1)
Ο
Καστοριάδης παραπέμπει στην ρήση του Rousseau «πρέπει να επιλέξουμε την
ελευθερία ή την ανάπαυση». (2, σ.202)
«ἀλγεινοτέρα
γὰρ ἀνδρί γε φρόνημα ἔχοντι ἡ μετὰ τοῦ [ἐν τῷ] μαλακισθῆναι κάκωσις ἢ ὁ μετὰ
ῥώμης καὶ κοινῆς ἐλπίδος ἅμα γιγνόμενος ἀναίσθητος θάνατος.»
Γιὰ τοὺς
ἀνδρείους ὁ ἐξευτελισμὸς τῆς δειλίας εἶναι χειρότερος ἀπ” τὸν γενναῖο κι
ἀναπάντεχο θάνατο.(1)
Εδάφιο 44
«Δι” ὅπερ
καὶ τοὺς τῶνδε νῦν τοκέας, ὅσοι πάρεστε, οὐκ ὀλοφύρομαι μᾶλλον ἢ παραμυθήσομαι.
ἐν πολυτρόποις γὰρ ξυμφοραῖς ἐπίστανται τραφέντες· τὸ δ” εὐτυχές, ο῏ ἂν τῆς
εὐπρεπεστάτης λάχωσιν, ὥσπερ οἵδε μὲν νῦν, τελευτῆς, ὑμεῖς δὲ λύπης, καὶ οἷς
ἐνευδαιμονῆσαί τε ὁ βίος ὁμοίως καὶ ἐντελευτῆσαι ξυνεμετρήθη»
Γι” αὐτὸ καὶ
τοὺς γονεῖς ποὺ ἦρθαν στὴν τελετὴ δὲν τοὺς κλαίω τόσο ὅσο θέλω νὰ τοὺς
παρηγορήσω. Ξέρουν πώς ἀνδρώθηκαν γιά ν” ἀντικρύσουν τὶς πολλὲς τροπὲς τῆς
ζωῆς.
Ἀλλά εἶναι
τύχη τὸ νὰ βρῆ κανεὶς ἕνα δοξασμένο τέλος. (1)
«…δεν θέλω
να κλάψω μαζί σας, αλλά μάλλον να σας παρηγορήσω. Γνωρίζω ότι η ζωή είναι
φτιαγμένη από ποικίλες μεταπτώσεις (μεταφράζει η JaquelinedeRomilly). Πρόκειται
κυριολεκτικά για «δύσκολες συγκυρίες».Μας έρχεται στο νου η φράση του Σόλωνα
στον Κροίσο, την οποία μας μεταφέρει ο Ηρόδοτος¨όλα τα ανθρώπινα πράγματα είναι
ξυμφοραί – απρόβλεπτες και ανορθολογικές, όσον αφορά τις επιθυμίες του ατόμου,
αλληλουχίες γεγονότων.» (2, σ. 2013)
Ο
Καστοριάδης καταλήγει με την επισήμανση ότι ο Περικλής λέει τότε κάτι το
εκπληκτικό που καταδεικνύει την ελληνική αντίληψη για τη ζωή του ανθρώπου: η
ευτυχία, η καλή τύχη, είναι να τύχει να βρει κανείς τον πιο ευγενή θάνατο ή το
πένθος του να έχει ευγενή αιτία, να βρει σε τελευταία ανάλυση ότι ευτυχία και
ζωή είχαν ως κοινό μέτρο τον θάνατο.
«ὅσοι δ” αὖ
παρηβήκατε, τόν τε πλέονα κέρδος ὃν ηὐτυχεῖτε βίον ἡγεῖσθε καὶ τόνδε βραχὺν
ἔσεσθαι, καὶ τῇ τῶν δε εὐκλείᾳ κουφίζεσθε. τὸ γὰρ φιλότιμον ἀγήρων μόνον, καὶ
οὐκ ἐν τῷ ἀχρείῳ τῆς ἡλικίας τὸ κερδαίνειν, ὥσπερ τινές φασι, μᾶλλον τέρπει,
ἀλλὰ τὸ τιμᾶσθαι.»
Ὅσοι ἀπὸ σᾶς
εἴστε μεγάλης ἡλικίας, ἄς θεωρῆτε κέρδος τὴν ὥς τώρα εὐτυχισμένη σας ζωή καὶ ἄς
εὔχεστε πὼς λίγα εἶναι τὰ χρόνια ποὺ σᾶς μένουν ἀκόμα νὰ ζήσετε μὲ παρηγοριὰ τὴ
δόξα τῶν παιδιῶν σας. Μόνο ἡ ἀγάπη γιὰ τὶς τιμὲς δὲν φθείρεται. Στὸ γήρας, ἡ
μεγαλύτερη εὐτυχία δὲν εἶναι, ὅπως λένε, τὰ χρήματα, ἀλλὰ οἱ τιμές.(1)
Ο
Καστοριάδης υποσημειώνει ότι ο αστρονόμος Laplace παραπονιόταν, πεθαίνοντας,
ότι ο άνθρωπος κυνηγά μόνον χίμαιρες Και πράγματι, μπροστά στον θάνατο η τιμή
και η δόξα μπορεί να φαίνεται ότι δεν έχουν αρκετό βάρος. Ωστόσο, ο άνθρωπος
είναι άνθρωπος ακριβώς επειδή κυνηγά χίμαιρες, ενώ τα πάντα, και η ίδια η δόξα,
εξαρτώνται μυστηριωδώς από την ποιότητα και το περιεχόμενο αυτής της χίμαιρας.
(2, σ. 212)
.
Αντί
επιλόγου
Κλείνοντας
αυτή την «ανάγνωση» του Επιταφίου, θα ήθελα σύντομα να αναφερθώ σε δύο
αλληλένδετα ζητήματα που έχουν τεθεί.
Το πρώτο
ζήτημα είναι εκείνο της «αυθεντικότητας», κατά πόσον δηλαδή ο αναγραφόμενος
λόγος είναι πιστός στα όσα είπε ο Περικλής. Ο Ι.Θ. Κακριδής (3) ισχυρίζεται ότι
ο λόγος είναι φτιαχτός, και είναι λόγος που θα ήθελε να ακούσει ο Θουκυδίδης
για την αγαπημένη του Αθήνα. Ο Καστοριάδης πάλι (2) θεωρεί ότι ο Θουκυδίδης
είναι κατά το δυνατόν πιστός στα όσα άκουσε από τον Περικλή. Όμως ο Καστοριάδης
ξεπερνάει το θέμα της «περίκλειας» αυθεντικότητας. Αναφέρει χαρακτηριστικά:
«Όπως ας πούμε δεν έχει σημασία αν την «Κριτική του Καθαρού Λόγου» την
υπαγόρευσε στον ImmanuelKant ένας άγνωστος. ο οποίος τον επισκεπτόταν στις 5 το
πρωί, ή αν είναι πράγματι έργο του Kant. Αυτό που έχει σίγουρα σημασία είναι
ότι μεταξύ του 1770 και 1781, κάποιος άνθρωπος στη Γερμανία μπόρεσε να σκεφτεί
αυτά που βρίσκουμε στην Κριτική, και ότι ένας Αθηναίος σκέφτηκε κι έγραψε αυτά
τα πράγματα περί τα τέλη του 5ου αιώνα.» (2, σ. 200)
Το δεύτερο
ζήτημα, αφορά τον χρόνο συγγραφής του Επιταφίου. Πότε συνέγραψε ο Θουκυδίδης
τον Επιτάφιο; Στον πρώτο χρόνο του πολέμου,, ή στο τέλος του; Ή μήπως και στις
δύο χρονικές στιγμές; Έγραψε δηλαδή τον Επιτάφιο τον πρώτο χρόνο του πολέμου,
και μετά τον ξανάγραψε στο τέλος του. Ο Ι.Θ. Κακριδής θεωρεί ότι ο Επιτάφιος
γράφτηκε δύο φορές. Ο MarkToher στο άρθρο του «On «Thucydides” Blunder»:
2.34.5″ θεωρεί πιθανά και τα δύο σενάρια. Να γράφτηκε μια εκδοχή του επιταφίου
το 429 και μετά να ξαναγράφτηκε το 404, μετά το τέλος του πολέμου.
Ο γερασμένος
και κουρασμένος από την εικοσαετία εξορία Θουκυδίδης, γυρνάει στην αγαπημένη
του πόλη, και την βρίσκει ερειπωμένη και κατειλημμένη από τους Σπαρτιάτες.
Ο άνθρωπος που έγραψε «αντικειμενικά» την ιστορία του πολέμου, βρίσκεται
μπροστά στην φρίκη της ηττημένης πόλης. Μιας πόλης που λάτρεψε και εξακολουθεί
να λατρεύει. Δεν είναι παράλογο λοιπόν να υποθέσουμε ότι ξαναγράφει τον
επιτάφιο του Περικλέους, αφού ο Περικλής ήταν ο άνθρωπος που πεθαίνοντας στον
τρίτο χρόνο του πολέμου άφησε πίσω ένα κενό που δεν αποκαταστάθηκε ποτέ και –
ίσως -οδήγησε στην τελική ήττα. Ο ξαναγραμμένος Επιτάφιος αποτελεί ύμνο
προς την Δημοκρατία, ύμνο προς τον Περικλή, ύμνο προς την Αθήνα που
καταστράφηκε, αλλά παρόλα αυτά θα παραμείνει ζωντανή εις τους αιώνες.
Πηγές
- Θουκυδίδου, Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου. Μετάφραση Αγγέλου Βλάχου. Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 1998.
- Κορνήλιος Καστοριάδης, Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα, Τόμος Γ”, Θουκυδίδης, η ισχύς και το δίκαιο. Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα 2011. Στον τόμο αυτό γίνεται εκτεταμένη αναφορά στον Επιτάφιο.
- Ι.Θ. Κακριδή, Περικλέους Επιτάφιος. Κείμενο, Μετάφραση, Επιλεγόμενα. Αθήνα 1943. Εκτός από τη μετάφραση, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα επιλεγόμενα του Ι.Θ. Κακριδή.
- Κορνήλιος Καστοριάδης, Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα, Τόμος Β”, Η Πόλις και οι Νόμοι. Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα 2011. Στον τόμο αυτό γίνεται ανάλυση του εδαφίου 40 του Επιταφίου.
- Ingerid S. Straume, Democracy – Key Concepts. Chapter in Suzi Adams (ed.) Cornelius Castoriadis: Key Concepts. Bloomsbury, 2014
ΝΕΟΤΕΡΟΙ ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΤΑΦΙΟ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου